Lady Lazarus
I have done it again. One year in every ten I manage it— A sort of walking miracle, my skin Bright as a Nazi lampshade, My right foot A paperweight, My face a featureless, fine Jew linen. Peel off the napkin O my enemy. Do I terrify?— The nose, the eye pits, the full set of teeth? The sour breath Will vanish in a day. Soon, soon the flesh The grave cave ate will be At home on me And I a smiling woman. I am only thirty. And like the cat I have nine times to die. This is Number Three. What a trash To annihilate each decade. What a million filaments. The peanut-crunching crowd Shoves in to see Them unwrap me hand and foot— The big strip tease. Gentlemen, ladies These are my hands My knees. I may be skin and bone, Nevertheless, I am the same, identical woman. The first time it happened I was ten. It was an accident. The second time I meant To last it out and not come back at all. I rocked shut As a seashell. They had to call and call And pick the worms off me like sticky pearls. Dying Is an art, like everything else. I do it exceptionally well. I do it so it feels like hell. I do it so it feels real. I guess you could say I’ve a call. It’s easy enough to do it in a cell. It’s easy enough to do it and stay put. It’s the theatrical Comeback in broad day To the same place, the same face, the same brute Amused shout: ‘A miracle!' That knocks me out. There is a charge For the eyeing of my scars, there is a charge For the hearing of my heart— It really goes. And there is a charge, a very large charge For a word or a touch Or a bit of blood Or a piece of my hair or my clothes. So, so, Herr Doktor. So, Herr Enemy. I am your opus, I am your valuable, The pure gold baby That melts to a shriek. I turn and burn. Do not think I underestimate your great concern. Ash, ash— You poke and stir. Flesh, bone, there is nothing there-- A cake of soap, A wedding ring, A gold filling. Herr God, Herr Lucifer Beware Beware. Out of the ash I rise with my red hair And I eat men like air.23-29 October 1962
____________________________
Σύλβια Πλαθ
Λαίδη Λάζαρος
(μετάφραση: Νανά Ησαΐα)
Το κατάφερα πάλι.
Μια φορά στα δέκα χρόνια
Το καταφέρνω –
Ένα είδος θαύματος που περπατάει, το δέρμα μου
Λαμπερό σαν αμπαζούρ των Ναζί,
Το δεξί μου πόδι
Ένα βάρος για τα χαρτιά,
Το πρόσωπό μου ένα χωρίς χαρακτηριστικά, τέλειο
εβραϊκό λινό.
Τράβηξε την πετσέτα
Ω εχθρέ μου.
Σε τρομοκρατώ; -
Η μύτη, οι κόγχες, ολόκληρες οι οδοντοστοιχίες;
Η χαλασμένη αναπνοή
θα χαθεί σε μια μέρα.
Γρήγορα, γρήγορα η σάρκα
Που έφαγε ο σοβαρός τάφος θα είναι
Σα στο σπίτι της πάνω μου
Κι εγώ μια χαμογελαστή γυναίκα.
Είμαι μόνο τριάντα ετών.
Και σαν τη γάτα έχω εννέα φορές για να πεθάνω.
Αυτή είναι ο Αριθμός Τρία.
Τι χαλασμός κόσμου
Για να εκμηδενίσει κανείς κάθε δεκαετία.
Τι ατέλειωτα νήματα.
Το πλήθος που μασουλάει
Σπρώχνεται μέσα για να τους δει
Να με ξετυλίγουν από το κεφάλι ως τα πόδια –
Το μεγάλο στριπτήζ.
Κύριοι, κυρίες,
Αυτά είναι τα χέρια μου,
Τα γόνατά μου.
Μπορεί να είμαι πετσί και κόκαλο,
Εντούτοις, είμαι η ίδια, αυθεντική γυναίκα.
Την πρώτη φορά ήμουνα δέκα ετών.
Ήταν ένα ατύχημα.
Τη δεύτερη φορά το εννοούσα
Να κρατήσω ως το τέλος και να μην επιστρέψω καθόλου.
Κουνούσα κλειστή
Σα μια αχιβάδα.
Χρειάστηκε να φωνάζουν και να φωνάζουν
Και να μαζέψουν τα σκουλήκια από πάνω μου σα γλοιώδη μαργαριτάρια
Το να πεθαίνεις
Είναι μια τέχνη, σαν καθετί.
Το κάνω ιδιαίτερα καλά.
Το κάνω τόσο καλά που είναι η κόλαση.
Το κάνω τόσο καλά που μοιάζει αλήθεια.
Θα μπορούσατε να επίτε ότι το έχω ταλέντο.
Είναι αρκετά εύκολο σε ένα κελί.
Είναι αρκετά εύκολο να το κάνεις και να μείνεις έτσι.
Είναι η θεατρική
Επιστροφή στο φως της μέρας
Στον ίδιο τόπο, στο ίδιο πρόσωπο, στην ίδια κτηνω΄δη
Απολαμβάνουσα φωνή:
«Έγινε ένα θαύμα!»
Αυτό μου κόβει την αναπνοή.
Πρέπει να πληρώσετε
Για να δείτε τις ουλές μου, πρέπει να πληρώσετε
Για ν’ ακούσετε τηνκαρδιά μου –
Πραγματικά χτυπάει
Και πρέπει να πληρώσετε, να πληρώσετε, να πληρώσετε πολύ ακριβά,
Για μια λέξη ή για ένα άγγιγμα
Ή για λίγο από το αίμα μου
Ή για ένα κομμάτι από τα μαλλιά ή τα ρούχα μου.
Έτσι, έτσι λοιπόν, Χερ Ντόκτορ.
Έτσι, Χερ Εχθρέ μου.
Είμαι το έργο σου,
Είμαι το πολύτιμό σου,
Το όλο χρυσό μωρό
Που λιώνει σε μια κραυγή.
Περιστρέφομαι και καίγομαι.
Μη νομίσετε ότι υποτιμώ τη μεγάλη σας προσοχή.
Στάχτη, στάχτη –
Χώνετε κάτι και ανακατεύετε,
Σάρκα, κόκαλα, δεν υπάρχει τίποτα –
Ένα κομμάτι σαπούνι,
Ένα δαχτυλίδι γάμου,
Ένα χρυσό σφράγισμα.
Χερ Θεέ, Χερ Λούσιφερ,
Πρόσεχε.
Πρόσεχε.
Μέσα από τη στάχτη
Βγαίνω με τα κόκκινα μαλλιά μου στη μέρα
Και τρώω τους άντρες σαν αέρα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου