01 Σεπτεμβρίου 2015
Η κρίση φεύγει, το πρεκαριάτο έρχεται
Είναι από τις καινούργιες λέξεις της νέας εποχής που, δυστυχώς,
θα πρέπει να μάθουμε, δεδομένου ότι την βιώνουμε στη καθημερινότητα μας.
«Precariat», από την ένωση των λέξεων «precarious» and «proletariat»,
ελληνιστί «πρεκαριάτο», είναι η νέα ανερχόμενη κοινωνική τάξη των
φτωχοποιημένων εργαζομένων, που παρήγαγαν τα «success stories» των
πολιτικών της λιτότητας στο όνομα της οικονομικής σταθεροποίησης.
Γράφει:
Μαριλίζ Φασουλοπούλου
http://www.fmvoice.gr
Η φόρμουλα είναι ορατή κυρίως στα κράτη του ευρωπαϊκού νότου:
ευέλικτες εργασιακές σχέσεις, κακοπληρωμένες δουλειές εποχιακού ή
part-time χαρακτήρα, δίχως ασφαλιστική κάλυψη, με ελάχιστη στήριξη από
τα πάλαι ποτέ ισχυρά συνδικάτα και σχεδόν μηδενική προστασία από τη
νομοθεσία. Και μια γενιά εργαζομένων που ζει μέσα στην ανασφάλεια,
αποθαρρυμένη από την αβεβαιότητα και την έλλειψη προοπτικών.
Βεβαίως, το «κάτι» είναι καλύτερο από το «τίποτε» ή τουλάχιστον αυτό μας έχουν καταντήσει να πιστεύουμε οι πολιτικοί της Ευρώπης. Με την ανεργία να αποτελεί τη κοινωνική μάστιγα της Ευρώπης, μια δουλειά, όποια δουλειά, είναι καλύτερη από την ανεργία, και από την εξαιρετικά πλέον βραχυπρόθεσμη προστασία των ταμείων ανεργίας, με τα ψαλιδισμένα επιδόματα. Όμως, το να φτάνουμε να το πιστέψουμε, επειδή οι πολιτικοί αρέσκονται να το επαναλαμβάνουν είναι, αλήθεια, τραγικό.
Στην προεκλογική Ισπανία, ο Μαριάνο Ραχόι έχει κάνει… σημαία του την οικονομική σταθεροποίηση της χώρας και δη, τη σταθερά καθοδική πορεία της ανεργίας το τελευταίο εξάμηνο. Βεβαίως, ο δείκτης παραμένει ιδιαίτερα ψηλά, στο 22,4%, όμως έχει πέσει στο χαμηλότερο σημείο της τελευταίας τετραετίας, και η πτωτική του τάση επιτρέπει στη κυβέρνηση να πανηγυρίσει ότι πέτυχε την αντιστροφή της τάσης. Είναι, όμως, άραγε έτσι; Είναι επιτυχία ότι οι περισσότερες από τις θέσεις εργασίας που δημιουργούνται είναι προσωρινές και επισφαλείς, ακόμη και σε επαγγέλματα, όπως αυτό των δασκάλων, που θεωρούνταν παραδοσιακά ως μόνιμα και πλήρους απασχόλησης;
Και η κατάσταση δεν είναι καλύτερη ούτε στην Ιταλία του κεντροαριστερού Ματέο Ρέντσι, ούτε στη Γαλλία του Σοσιαλιστή Φρανσουά Ολάντ, δύο πολιτικών που διόλου τυχαία έχουν σχεδόν αποκηρυχθεί από την παραδοσιακή αριστερή πτέρυγα των κομμάτων τους.
Στη λίστα των μεταρρυθμίσεων, ο Ρέντσι έθεσε τα εργασιακά από την αρχή στην κορυφή της ατζέντας του, θεωρώντας την ευελιξία κλειδί για τη τόνωση της ανταγωνιστικότητας της χώρας. Και μπορεί, πράγματι, η ιταλική οικονομία να γλύτωσε για την ώρα τα χειρότερα, όμως ο αριθμός των προσωρινών θέσεων εργασίας διπλασιάστηκε, ειδικά δε, μεταξύ των νέων, όπως και οι θέσεις εργασίας με ευέλικτο ή μερικό ωράριο. Κάτι που επηρεάζει και τα ασφαλιστικά δικαιώματα όσο βέβαια και τα επίπεδα του μισθού τους. Αντιστοίχως, στη Γαλλία οι μόνιμες θέσεις εργασίας αναλογούν πλέον σε λιγότερο από το 16% των νέων συμβολαίων.
Βεβαίως, είναι προφανές ότι οι συγκεκριμένες πολιτικές δεν επινοήθηκαν στις πρωτεύουσες του νότου. Οι ευέλικτες σχέσεις εργασίας είναι σύνηθες προτεινόμενο όπλο στις εργαλειοθήκες των διάφορων θεσμικών οργάνων, όπως το ΔΝΤ ή ο ΟΟΣΑ. Και το ίδιο το Βερολίνο έχει δείξει προ πολλού το δρόμο με την περίφημη Ατζέντα 2010 του επίσης… κεντροαριστερού Γκέρχαρντ Σρέντερ, δημιουργώντας το σημερινό γερμανικό «success story» της χαμηλής ανεργίας. Μόνο που πίσω από το success αυτό κρύβονται τουλάχιστον τρία εκατ. φτωχοποιημένοι Γερμανοί εργαζόμενοι και χιλιάδες ακόμη στα όρια της ανέχειας. Το 30,8% των ανειδίκευτων εργατών, ηλικίας άνω των 25% βρίσκονται στα όρια της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού, σύμφωνα με νέα στοιχεία που δημοσιεύτηκαν προ ημερών, συνιστώντας μια δεξαμενή πολιτών που τροφοδοτεί τις διογκούμενες ρατσιστικές, ακροδεξιές και ευρωφοβικές τάσεις της γερμανικής κοινωνίας.
Είναι, λοιπόν, άραγε αυτό επιτυχία; Είναι μια επιτυχία που αξίζει να μιμηθούμε και να υιοθετήσουμε για να προοδεύσουμε ως οικονομία για να αποτινάξουμε την ύφεση; Πρέπει να αρκούμαστε στο «κάτι» επειδή φοβούμαστε το «τίποτε»; Η απάντηση προφανώς είναι υποκειμενική...
Βεβαίως, το «κάτι» είναι καλύτερο από το «τίποτε» ή τουλάχιστον αυτό μας έχουν καταντήσει να πιστεύουμε οι πολιτικοί της Ευρώπης. Με την ανεργία να αποτελεί τη κοινωνική μάστιγα της Ευρώπης, μια δουλειά, όποια δουλειά, είναι καλύτερη από την ανεργία, και από την εξαιρετικά πλέον βραχυπρόθεσμη προστασία των ταμείων ανεργίας, με τα ψαλιδισμένα επιδόματα. Όμως, το να φτάνουμε να το πιστέψουμε, επειδή οι πολιτικοί αρέσκονται να το επαναλαμβάνουν είναι, αλήθεια, τραγικό.
Στην προεκλογική Ισπανία, ο Μαριάνο Ραχόι έχει κάνει… σημαία του την οικονομική σταθεροποίηση της χώρας και δη, τη σταθερά καθοδική πορεία της ανεργίας το τελευταίο εξάμηνο. Βεβαίως, ο δείκτης παραμένει ιδιαίτερα ψηλά, στο 22,4%, όμως έχει πέσει στο χαμηλότερο σημείο της τελευταίας τετραετίας, και η πτωτική του τάση επιτρέπει στη κυβέρνηση να πανηγυρίσει ότι πέτυχε την αντιστροφή της τάσης. Είναι, όμως, άραγε έτσι; Είναι επιτυχία ότι οι περισσότερες από τις θέσεις εργασίας που δημιουργούνται είναι προσωρινές και επισφαλείς, ακόμη και σε επαγγέλματα, όπως αυτό των δασκάλων, που θεωρούνταν παραδοσιακά ως μόνιμα και πλήρους απασχόλησης;
Και η κατάσταση δεν είναι καλύτερη ούτε στην Ιταλία του κεντροαριστερού Ματέο Ρέντσι, ούτε στη Γαλλία του Σοσιαλιστή Φρανσουά Ολάντ, δύο πολιτικών που διόλου τυχαία έχουν σχεδόν αποκηρυχθεί από την παραδοσιακή αριστερή πτέρυγα των κομμάτων τους.
Στη λίστα των μεταρρυθμίσεων, ο Ρέντσι έθεσε τα εργασιακά από την αρχή στην κορυφή της ατζέντας του, θεωρώντας την ευελιξία κλειδί για τη τόνωση της ανταγωνιστικότητας της χώρας. Και μπορεί, πράγματι, η ιταλική οικονομία να γλύτωσε για την ώρα τα χειρότερα, όμως ο αριθμός των προσωρινών θέσεων εργασίας διπλασιάστηκε, ειδικά δε, μεταξύ των νέων, όπως και οι θέσεις εργασίας με ευέλικτο ή μερικό ωράριο. Κάτι που επηρεάζει και τα ασφαλιστικά δικαιώματα όσο βέβαια και τα επίπεδα του μισθού τους. Αντιστοίχως, στη Γαλλία οι μόνιμες θέσεις εργασίας αναλογούν πλέον σε λιγότερο από το 16% των νέων συμβολαίων.
Βεβαίως, είναι προφανές ότι οι συγκεκριμένες πολιτικές δεν επινοήθηκαν στις πρωτεύουσες του νότου. Οι ευέλικτες σχέσεις εργασίας είναι σύνηθες προτεινόμενο όπλο στις εργαλειοθήκες των διάφορων θεσμικών οργάνων, όπως το ΔΝΤ ή ο ΟΟΣΑ. Και το ίδιο το Βερολίνο έχει δείξει προ πολλού το δρόμο με την περίφημη Ατζέντα 2010 του επίσης… κεντροαριστερού Γκέρχαρντ Σρέντερ, δημιουργώντας το σημερινό γερμανικό «success story» της χαμηλής ανεργίας. Μόνο που πίσω από το success αυτό κρύβονται τουλάχιστον τρία εκατ. φτωχοποιημένοι Γερμανοί εργαζόμενοι και χιλιάδες ακόμη στα όρια της ανέχειας. Το 30,8% των ανειδίκευτων εργατών, ηλικίας άνω των 25% βρίσκονται στα όρια της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού, σύμφωνα με νέα στοιχεία που δημοσιεύτηκαν προ ημερών, συνιστώντας μια δεξαμενή πολιτών που τροφοδοτεί τις διογκούμενες ρατσιστικές, ακροδεξιές και ευρωφοβικές τάσεις της γερμανικής κοινωνίας.
Είναι, λοιπόν, άραγε αυτό επιτυχία; Είναι μια επιτυχία που αξίζει να μιμηθούμε και να υιοθετήσουμε για να προοδεύσουμε ως οικονομία για να αποτινάξουμε την ύφεση; Πρέπει να αρκούμαστε στο «κάτι» επειδή φοβούμαστε το «τίποτε»; Η απάντηση προφανώς είναι υποκειμενική...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου