Δευτέρα, Ιανουαρίου 19, 2015

Διανοουμενιστικές ονειροβασίες ή αισιόδοξος ρεαλισμός;

η ελληνική ώρα της ευρώπης και η ευρωπαϊκή ώρα της ελλάδας


Αντώνης Λιάκος
Συνέντευξη στον Στρατή Μπουρνάζο
Αναδημοσίευση από τα ΕΝΘΕΜΑΤΑ
https://enthemata.wordpress.com/2015/01/11/liakos-11/

Πριν αρχίσουμε τη συζήτηση, έλεγες ότι τώρα είναι η ελληνική ώρα της Ευρώπης. Ίσως όμως ακούγεται μικρομέγαλο, ελληνοκεντρικό κ.ο.κ.;
Πράγματι, σε πολλούς έτσι θα φανεί. Θα πουν: η Ελλάδα είναι μια μικρή χώρα, πρέπει να προσαρμόζεται στην Ευρώπη. Πώς αλλιώς όμως εξηγείται το ευρωπαϊκό αλλά και το παγκόσμιο ενδιαφέρον για τις ελληνικές εκλογές; Τις συζητήσεις και τα άρθρα, πολιτικά και επιστημονικά, που γράφονται αυτή τη στιγμή για την Ελλάδα;
Δεν είναι το ενδιαφέρον για το τι συμβαίνει σε μια μικρή χώρα. Aφορά τους προσανατολισμούς της σημερινής Ευρώπης. Κάποιοι λένε ειρωνικά, «μα ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μας δίνει απαντήσεις πώς θα αλλάξει την Ελλάδα, και θέλει να αλλάξει την Ευρώπη;». Εδώ είναι το ζήτημα. Η Ελλάδα έρχεται για να συμμετάσχει όχι παθητικά, αλλά ενεργητικά στη διαμόρφωση ενός ευρωπαϊκού γίγνεσθαι. Πότε άλλοτε είχε συμβεί; Οι εκλογές καθορίζονται από τα διλήμματα της σημερινής Ευρώπης. Δείχνουν, από μια αντίστροφη ματιά, πόσο βαθιά βρίσκεται η Ελλάδα στο ευρωπαϊκό παιχνίδι.

Θα ήθελες να αναφερθείς αναλυτικότερα στο ζήτημα στα διλήμματα αυτά;

Στις 10 Νοεμβρίου παρακολούθησα την ομιλία του νομπελίστα οικονομίας (και κάθε άλλο παρά αριστερού βέβαια!) Χριστόφορου Πισσαρίδη στο Χάρβαρντ. Ο Χρ. Πισσαρίδης είπε ότι η ύφεση και η ανεργία στην Ευρώπη θα χειροτερέψει, γιατί η πολιτική που ακολουθείται είναι δομικά ελαττωματική. Επιτίθεται στις αγορές εργασίας με προγράμματα λιτότητας, ενώ εκείνα που θα έπρεπε να λυθούν είναι το ζήτημα του χρέους και ο πολιτικο-οικονομικός γρίφος. Η Ευρώπη φοράει τον κορσέ του ενιαίου νομίσματος, ενώ παράλληλα επιτόκια και όροι δανεισμού διαφοροποιούνται, ώστε άλλοι κερδίζουν, άλλοι χάνουν. Έδωσε μεγάλη έμφαση στο πρόβλημα χρέος προβάλλοντας εμφατικά τον χριστιανικό όρο «forgiveness». Σημαίνει γενική και συμφωνημένη περικοπή χρεών, και συμφωνεί με το πνεύμα, μέσα στο οποίο ο ΣΥΡΙΖΑ προτείνει μια ευρωπαϊκή συνδιάσκεψη για την αντιμετώπιση του χρέους, διασφαλίζοντας βέβαια την μη παραγωγή πρόσθετων μελλοντικών χρεών. Όπως βλέπεις, έχουμε όχι μια έκκεντρη λαϊκίστικη αντιευρωπαϊκή πρόταση, αλλά μια σοβαρή συμμετοχή σε αυτό που αφορά το κατεξοχήν πρόβλημα στην Ευρώπη.

Δεν πρόκειται όμως για επιλογή, αλλά για ανάγκη…
Ναι, πιεστική ανάγκη. Γιατί η πολιτική που ακολουθείται περιέχει μια θεμελιώδη αντίφαση. Αφενός εισάγουν «δομικές μεταρρυθμίσεις» (structural reforms) για να αυξήσουν την ευελιξία και την κινητικότητα της εργασίας (περιορισμός της εργατικής προστασίας) και αφετέρου, εξαιτίας της χρέωσης που αντιμετωπίζεται με προγράμματα λιτότητας, συρρικνώνουν την οικονομία, που υποτίθεται ότι μέσω των δομικών μεταρρυθμίσεων θα συνερχόταν και θα απορροφούσε την ανεργία. Ό,τι κάνουν με το ’να χέρι, το καταστρέφουν με το άλλο. Αυτό επαναλαμβάνεται σε κάθε φάση, που εδώ συμπίπτει με τα Μνημόνια και τα Μεσοπρόθεσμα. Πρόκειται για ανατροφοδοτούμενο καθοδικό φαύλο κύκλο. Η πολιτική αυτή εφαρμόζεται στην Ελλάδα, στον ευρωπαϊκό Νότο αλλά και σε όλη την Ευρώπη. Αν δεν ανακοπεί αυτή η πορεία, θα προκαλέσει περισσότερη ανεργία και μεγαλύτερη λιτότητα. Η Αριστερά, επομένως, δεν προτείνει απλώς καλύτερη διαπραγμάτευση, και δεν έχουν νόημα οι εκκλήσεις των Βενιζέλου και Θοδωράκη για εθνική διαπραγματευτική ομάδα. Προτείνει διαφορετική γραμμή αντιμετώπισης, μια γραμμή τεκμηριωμένη διεθνώς και από mainstream οικονομολόγους. Αλλά για να μπορέσει η Αριστερά να προτείνει και να διαπραγματευθεί πρέπει να αποκτήσει αυτοδυναμία. Αν κάνει κυβέρνηση με άλλες δυνάμεις, με αντίθετες κατευθύνσεις, τότε θα συμβεί ό,τι στη φυσική: όσο πιο μεγάλο είναι το άνοιγμα μιας γωνίας (δηλαδή η απόκλιση των κυβερνητικών συνεταίρων) τόσο μικρότερη η συνισταμένη, δηλαδή η κοινή πολιτική. Και όσο μικρότερη, τόσο μεγαλύτερο το περιθώριο ανάμειξης της Τρόικας. Άρα στόχος, όχι ο μέγιστος, αλλά ο ελάχιστος, είναι η αυτοδυναμία. Αν ο ελληνικός λαός θέλει να δοκιμάσει την Αριστερά, πρέπει να της δώσει την ευθύνη να κυβερνήσει.

Έχεις πει όμως συχνά (όπως στη συζήτηση της Αυγής και των ΑΣΚΙ για τη μεταπολίτευση) ότι το πρόβλημα που θα αντιμετωπίσει μια αριστερή διακυβέρνηση δεν αφορά μόνο τις συνέπειες της κρίσης, αλλά τις ευρύτερες αλλαγές της εποχής. Ότι χρειάζεται μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα.
H στιγμή της Ελλάδας είναι μια στιγμή εργαστηριακής πολιτικής. «Μα θα πειραματιστούμε, δεν θα ακολουθήσουμε αυτό που κάνουν οι άλλοι;» ακούμε συχνά. Ωστόσο, ο πειραματισμός άρχισε με την Τρόικα. Δεν ήρθε να θεραπεύσει το χρέος, αλλά μέσω της θεραπείας να αλλάξει συνολικά την ελληνική κοινωνία. Εδώ έγκειται το πρόβλημα ενός μεσοπρόθεσμου προγράμματος. Το κύριο ζήτημα είναι η ανεργία και η αναδουλειά. Πώς επιτυγχάνεις ανάπτυξη; Ποια ανάπτυξη; Τι ανάπτυξη; Πώς απαντάμε στη νέα εποχή; Ας πάρουμε την αγορά εργασίας. Κατάργηση των μνημονιακών νόμων. Ασφαλώς! Μετά όμως; Επαναφορά των παλιών κανόνων προστασίας που τελικά ευνοούσαν ορισμένες κατηγορίες σε βάρος άλλων; Οι θεωρίες και πρακτικές της ευασφάλειας (flexisecutiry) κατέληξαν σε γενικευμένη ανασφάλεια, σε επικράτηση της προσωρινότητας. Το Podemos στην Ισπανία, αναπτύσσει την επιχειρηματολογία του στην κριτική της ανάπτυξης (βλ. λ.χ. το άρθρο του Γιώργου Καλλή «Ευημερία χωρίς Ανάπτυξη», Χρόνος 21/2015). Ο Τομά Πικετύ, στο εμβληματικό του βιβλίο Το κεφάλαιο στον 21ο αιώνα, μιλάει για την ανάπτυξη όχι ως γενική συνθήκη, αλλά ως εξαίρεση στη μεταπολεμική Δύση, η οποία έχει φτάσει σε όρια. Η ανισότητα μπαίνει στο στόχαστρο ως το κυριότερο εμπόδιο στην ανάπτυξη και βασική αιτία κρίσεων, και εδώ να πούμε ότι η Ελλάδα είναι πρωταθλήτρια παραγωγής ανισότητας στην Ευρώπη στα χρόνια της κρίσης. Η κρίση λειτούργησε συσσωρεύοντας ταυτόχρονα πλούτο για λίγους και φτώχεια για πολλούς.
Όλα αυτά έχουν σημασία για να καταλάβουμε ότι η Ελλάδα έχει μπει σε μια ευρωπαϊκή συζήτηση, η οποία έτσι κι αλλιώς διεξάγεται σε πολλά επίπεδα. Με τη συμμετοχή της πολιτικής, των οικονομικο-κοινωνικών επιστημών, των κοινωνικών κινημάτων. Θα είναι πολύ ενδιαφέρον να ζει κανείς στην Ελλάδα τα επόμενα χρόνια: η δημιουργία ενός μεσοπρόθεσμου προγράμματος της Αριστεράς πρέπει να είναι το αποτέλεσμα αυτής της εργαστηριακής συνθήκης. Αλλά, και πάλι, προϋπόθεση είναι αυτοδύναμη διακυβέρνηση.

Υπάρχει όμως μια αντίληψη, ισχυρή στον κυρίαρχο λόγο και σε κύκλους διανοουμένων και ιστορικών, ότι η Ελλάδα δεν πρέπει να πάει «κόντρα στη μοίρα της». Η Ελλάδα, λένε, συντάχθηκε σε όλες τις αποφασιστικές στιγμές με την Ευρώπη: το 1821 έκανε δυτικό κράτος, τον 19ο αιώνα επέλεξε κοινοβουλευτισμό, στον Εμφύλιο προτίμησε τη Δύση, μετά εντάχθηκε στην ΕΟΚ. Δεν θα είναι μια ανάστροφη πορεία, ένα τραγικό λάθος να στραφεί τώρα εναντίον της Ευρώπης;
Υπάρχει αυτό το «αφήγημα» όπως και το αντίπαλό του: ότι η Ελλάδα ήταν πάντα θύμα των ξένων, από τους Βαυαρούς έως τη Μέρκελ. Δεν είναι δύσκολο να τα αποσυναρμολογήσουμε. Η Ευρώπη δεν είναι ούτε ο θύτης ούτε ο σωτήρας της Ελλάδας. Η Ευρώπη δεν είναι ούτε φιλελληνική ούτε ανθελληνική. Ή, μάλλον, είναι και τα δυο ταυτόχρονα, γιατί οι ελληνικές εξελίξεις είναι διαμορφωτικές, ή προοιωνίζουν ή επηρεάζουν αρνητικά ή θετικά τις εξελίξεις στην υπόλοιπη Ευρώπη, συνυφαίνονται με τις αντιθέσεις της. Η ελληνική Ανεξαρτησία ήταν διαμορφωτική της ευρωπαϊκής εθνικής ιδεολογίας, οι Βαλκανικοί ήταν εισαγωγή στον μεγάλο ευρωπαϊκό πόλεμο, η ανταλλαγή των πληθυσμών το 1922-23 ήταν το μοντέλο για άπειρες και πολύ μεγαλύτερες εθνικές διευθετήσεις, ο Δεκέμβρης του ’44 προειδοποίηση για διλήμματα της απελευθέρωσης της Ευρώπης, ο Εμφύλιος η είσοδος στον Ψυχρό Πόλεμο, η Μεταπολίτευση ανήκει στις μεταβάσεις στη Δημοκρατία του ευρωπαϊκού Νότου, αποτελώντας μια αποφασιστική στιγμή της διαδικασίας ευρωπαϊκής ενοποίησης. Αυτή η πορεία δεν είναι ούτε αυτονόητη ούτε γραμμική. Στρατεύματα ευρωπαϊκών δυνάμεων, πολλές φορές και για διαφορετικούς σκοπούς, ήρθαν στην Ελλάδα, ενώ οι ελληνικές ελίτ στηρίχτηκαν –ιδεολογικά, πολιτικά και στρατιωτικά– στις κυρίαρχες στην Ευρώπη δυνάμεις. Ταυτόχρονα, οι ευρωπαϊκές δημοκρατικές και κοινωνικές κατακτήσεις αποτέλεσαν πρότυπο και επιχείρημα για αντίστοιχες στην Ελλάδα, και η αντίσταση στην Ελλάδα παράδειγμα στην Ευρώπη. Επομένως, και η Ελλάδα είναι μια δύναμη συνδιαμορφωτική της Ευρώπης (ενδεχομένως, λόγω ιστορίας και γεωγραφίας με μεγαλύτερο για το μέγεθός της βάρος), αλλά και η Ευρώπη έχει μια δύναμη καταλυτική για τις εξελίξεις στην Ελλάδα, από τη σύλληψή έως την εφαρμογή τους. Η σχέση δεν είναι γραμμική, επειδή οι σχέσεις ανάμεσα στην Ελλάδα και στην Ευρώπη υπόκεινται σε αναπροσαρμογή, κάθε φορά που αλλάζει μια ιστορική εποχή, το μοντέλο οικονομικής και πολιτικής οργάνωσης. Και οι φάσεις αναπροσαρμογής είναι συγκρουσιακές. Σήμερα βρισκόμαστε σε παρόμοια στιγμή. Η κρίση παρουσιάστηκε ως αποτέλεσμα της ελληνικής «εξαίρεσης» από τον ευρωπαϊκό κανόνα, επομένως οι πολιτικές αντιμετώπισής της ως η πιστή εφαρμογή των κανόνων.

Άλλωστε, «ο μονόδρομος» είναι ένα βασικό επιχείρημα εναντίον της ελληνικής Αριστεράς.
Ναι, «δεν έχετε άλλες επιλογές: θα εφαρμόσετε τους κανόνες ή θα βρεθείτε εκτός». Σ’ αυτό το δίλημμα βασίζεται το επιχείρημα που λέει πως η Ελλάδα διασώζεται κάθε φορά που κάνει την ευρωπαϊκή επιλογή ή, στην αδύναμη εκδοχή του, να σώσουμε μεν τη χώρα, χωρίς όμως να διακινδυνεύσουμε την ευρωπαϊκή επιλογή. Το επιχείρημα έχει ενδιαφέρον: εκφράζει μια βαθύτερη αντίληψη για την Ε.Ε., ως μια τεχνοκρατική διακυβέρνηση στην οποία η πολιτική έχει εξοβελιστεί. Αλλά πολιτική σημαίνει επιλογές. Μπορεί οι ευρωπαϊκές τράπεζες να θεωρούν πως έχουν θωρακιστεί έναντι του Grexit, αλλά ο πολιτικός σεισμός θα είναι καταστροφικός. Αν εξοβελιστεί η αριστερή πολιτική, τι θα μείνει στην Ευρώπη;
Ξέρεις, δεν ήταν καθόλου αυτονόητο ότι μια κοινωνία θα απαντούσε στην κρίση με μια αριστερή επιλογή. Η απάντηση σε άλλες χώρες μονοπωλείται από την φασιστική δεξιά (Γαλλία, Ουγγαρία) ή από μεταπολιτικά κινήματα αγανάκτησης (Γκρίλο). Εκείνος ο παράγοντας που διαμόρφωσε κυρίως την ελληνική Αριστερά ήταν η επεξεργασία μιας πρότασης και μιας θέλησης εξόδου όχι μόνο ως εθνικό, αλλά και ως ευρωπαϊκό διακύβευμα. Αν οι Έλληνες πρόκριναν την έξοδο από την κρίση ως εθνικό διακύβευμα θα είχαμε μια παραλλαγή εθνικιστικών ακροδεξιών κινημάτων. Ίσως για πρώτη φορά, μετά την εποχή της Ανεξαρτησίας, η Ελλάδα αυτή τη στιγμή δεν έρχεται στην Ευρώπη ως ο παθητικός αποδέκτης των ευρωπαϊκών πολιτικών ή φυγόκεντρη δύναμη. Οι εκλογές τούτες αποτελούν μια από τις σημαντικότερες στιγμές της νεοελληνικής ιστορίας. Χωρίς υπερβολές, πρόκειται για την ευρωπαϊκή ώρα της Ελλάδας και την ελληνική ώρα της Ευρώπης. Όχι αλαζονεία, αλλά περίσκεψη και συναίσθηση ευθυνών!

Αναδημοσίευση από τα ΕΝΘΕΜΑΤΑ
https://enthemata.wordpress.com/2015/01/11/liakos-11/
files/chronosmag/themes/theme_one/faviconXronos.png
ΧΡΟΝΟΣ 21 (01.2015)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Πώς η Ρωσία με τους «Βορειοκορεάτες» αποκτά μια νέα δύναμη

  Πώς η Ρωσία με τους «Βορειοκορεάτες» αποκτά μια νέα δύναμη pelop.gr  Πελοπόννησος Newsroom ...