Τετάρτη, Ιανουαρίου 21, 2015

Μοναχικέ κι απρόσιτε μες στην κλειστή σου θλίψη...

1. Ανδρέας Κάλβος - Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα

2. Ανδρέας Κάλβος - Βικιπαίδεια

 
Φανταστικά πορτρέτα του Κάλβου: Παναγιώτης Γράββαλος
***************************************** 
 ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΑΛΒΟΣ


Εκπομπή σε δύο μέρη της σειράς «Εποχές και Συγγραφείς», στην οποία επιχειρείται να σκιαγραφηθεί το πορτρέτο του ποιητή των «Ωδών» ΑΝΔΡΕΑ ΚΑΛΒΟΥ παράλληλα με τα ιστορικά γεγονότα της εποχής του. Το β' μέρος καλύπτει χρονικά την περίοδο από την εγκατάστασή του στη Γενεύη το 1821 μέχρι τον θάνατό του στο Λονδίνο το 1869. Μέσα από επιστολικό υλικό και μαρτυρίες εγγράφων επιχειρείται να ιχνηλατηθούν οι διαδρομές που ακολούθησε και να απαντηθεί το ερώτημα «ποιος ήταν πραγματικά ο ΚΑΛΒΟΣ». Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται στην παραμονή του στη Γενεύη και στην επαφή του με το φιλελληνικό κίνημα, η οποία σηματοδοτεί την ουσιαστική του σύνδεση με τον ελληνικό κόσμο και την ελληνική γλώσσα. Το διάστημα αυτό, εμπνεόμενος από τα γεγονότα της Ελληνικής Επανάστασης, δημοσιεύει στα ελληνικά δέκα Ωδές με τίτλο «Λύρα» (1824), ενώ ακολουθούν άλλες δέκα το 1826, οι οποίες εκδίδονται στο Παρίσι με τον τίτλο «Λυρικά».
Στη διάρκεια της εκπομπής ιστορικοί και μελετητές του έργου του προσεγγίζουν το μυστήριο που καλύπτει τόσο την προσωπική πορεία όσο και την ποιητική παραγωγή του ΚΑΛΒΟΥ. Επισημαίνεται ότι οι «Ωδές» υπήρξαν το αποτέλεσμα μιας ποιητικής έκρηξης την οποία διαδέχτηκε η απόλυτη σιωπή, καθώς δεν ασχολήθηκε ποτέ ξανά με την ποίηση ως τον θάνατό του. Γίνεται αναφορά στην πολυσημία και την πολυπλοκότητά τους, στο γεγονός ότι δεν πρέπει να αντιμετωπίζονται μόνο ως «εθνικά κείμενα», ενώ παράλληλα διερευνώνται οι λόγοι που μας απασχολούν μέχρι σήμερα.
Τέλος αναφέρονται οι λόγοι που ο Α. ΚΑΛΒΟΣ και ο σύγχρονός του Δ. ΣΟΛΩΜΟΣ θεωρούνται οι μεγαλύτεροι ποιητές στην Ελλάδα του 19ου αιώνα, με καταλυτική επίδραση στις επόμενες γενιές.




 ***********************

Ελεγείο μοναχικό του Ανδρέα Κάλβου

Λησμονημένος ταξιδευτής.
Οδοιπορώντας μες από νύχτες κι ασάλευτους ποταμούς
Ήρθες το φλογερό ξημέρωμα, που τ’ άναψαν
Μες στου χειμώνα την καρδιά εντάφια περιστέρια.

Πικρός κ’ αλύγιστος.
Μιλούσες μια γλώσσα κατάστικτη σαν τα σπασμένα μάρμαρα
Και δεν φορούσες παρά μονάχα μαύρα, το πένθος της μοναξιάς.

Αγνάντευες ψηλά τα ηώα κάγκελα και πήδαγε η καρδιά σου
Από κορφή σε κορυφή, από ένα βουνόν εις άλλο
Και γύρευε να πλήξει με κλαγγή γενναίου πουλιού τα σύγνεφα.

Καστάλιε κύκνε.
Μοναχικέ κι απρόσιτε μες στην κλειστή σου θλίψη,
Ποια οδύνη σού έσκαφτε το στήθος και τόκανε να ηχεί,
Όχι σαν ήχος λυπημένου αυλού, σαν πτερωτή βροντή.

(Θανάσιμε τοξότη, που σκοπεύεις μ’ εύστοχον χείρα.
Εραστή του καθαρού γαλάζιου και του ψηλού γκρεμού.
Άσε ν’ αγγίξω την καμπύλη σου σαν ένας βέβηλος
Κι ας μου καούν τα δάχτυλα κ’ η γλώσσα ας μου κοπεί.)

Δεν ήσουνα για να πατάς στη γη.
Να τριγυρνάς ήσουν μ’ αετούς και λέοντες στους κήπους των Πιερίδων
Εκεί που φέγγει ερατεινή η πρώτη αρχή της μέρας
Και που καπνός δεν έθλιψε ποτέ το γαλάζιο των αιθέρων.
Και να χτυπάς και να συντρίβεις μίαν προς μίαν της λύρας τις χορδές όλες
Και να ξυπνάει η Μούσα η Αρετή μες απ’ την κλίνη των ανέμων,
Αμάργαρη κι ολόγυμνη, και να σε παίρνει απάνω
Μέσα εις το χάος αμέτρητο των ουρανίων ερήμων.

***
Μυρτιά φέρνω και κλαδιά κυπαρίσσου.
Μα πού να βρω τον ίσκιο σου, την ταπεινή σου οθόνη,
Που σφιχτοκλεί της στάχτης σου εις ξένην γην τον ύπνο.

Ίσως να την επήρε ένας βοριάς και να την έχει γκόλφι,
Ίσως να την επήρε πίσω η γη σε πέτρινο κρεββάτι
Κάτω από τα ήσυχα, παγωμένα, πτερά της βαθιάς νύχτας,
Να μην ακούει τ’ αφρίζοντα ποτήρια μες σε καπνούς και φλόγας,
Τον βίαιο άνεμο που χτυπά και σχίζει τα παράθυρα.



Αποτέλεσμα εικόνας για Γιώργος Θέμελης Γιώργος  Θέμελης ,  Ποιήματα I (1969)

Γιώργος Θέμελης - Βικιπαίδεια

Δεν υπάρχουν σχόλια:

ΟΥΔΕΝ ΣΧΟΛΙΟΝ

ΣΥΝΘΕΣΗ EIKONAΣ: Gerontakos ΔΙΑΒΑΣΤΕ Νέα Αριστερά για Νετανιάχου / Με το «κανένα σχόλιο» στο Tvxs η κυβέρνηση Μητσοτά...