Ενώπιον μιας κρίσιμης δίκης
Τι σημαίνει αντιφασιστικός αγώνας σήμερα
του Δημήτρη Χριστόπουλου
ΠΗΓΗ: Ενθέματα της Κυριακάτικης Αυγής, 9/11/14
Η δίκη της
Χρυσής Αυγής είναι μια ευκαιρία να ξανασκεφτούμε σοβαρά τι θα κάνουμε με
την Ακροδεξιά στην Ελλάδα. Να αναμετρηθούμε με τις –άλλοτε εύλογες και
άλλοτε όχι– αμηχανίες που προκαλεί η ποινική δίωξη της ηγετικής ομάδας
ενός πολιτικού κόμματος και να δούμε το ζήτημα μιας αντιακροδεξιάς
στρατηγικής αυτοτελώς, ως κεφάλαιο από μόνο του, ενόψει μάλιστα της
επερχόμενης κυβερνητικής αλλαγής. Στην κατεύθυνση ενός τέτοιου
προβληματισμού επιθυμεί να συμβάλει και το άρθρο αυτό.
Ο αντιφασιστικός αγώνας δεν συμψηφίζεται…
Ξεκινώ με
μια θέση αρχής, που δεν σχετίζεται άμεσα με τη δίκη της Χρυσής Αυγής.
Δεν νοείται πολιτικό ή εκλογικό όφελος που μπορεί να προκύπτει για την
Αριστερά εξαιτίας της ενίσχυσης της Άκρας Δεξιάς σε βάρος της Δεξιάς,
επειδή η τελευταία συμβαίνει να είναι ο βασικός ανταγωνιστής στον αγώνα
για την κατάληψη της εξουσίας. Δεν νοείται πολιτικό ή εκλογικό όφελος
που μπορεί να κομίσει η άνοδος της Χ.Α. εμμέσως, εξαιτίας της ζημιάς που
αποφέρει στον κυβερνητικό συνασπισμό εξουσίας. Φαντάζομαι πως λίγοι θα
διαφωνήσουν δημοσίως με αυτήν τη θέση. Ωστόσο, ο πειρασμός είναι
υπαρκτός, καθώς ο πολιτικός στόχος της εκλογικής νίκης του ΣΥΡΙΖΑ
–στόχος σημαντικός και με ευρύτερη σημασία– προϋποθέτει την περαιτέρω
μείωση της εκλογικής επιρροής της Ν.Δ.
Η Αριστερά
δεν μπορεί όχι να επιθυμεί αλλά ούτε καν να ανέχεται την ενίσχυση της
Άκρας Δεξιάς σε βάρος της Δεξιάς — ακόμη και αν η ενίσχυση αυτή την
φέρνει πιο κοντά στην εκλογική νίκη. Δεν είναι αφηρημένο θέμα αρχής,
αλλά υπαρξιακό ζήτημα για την Αριστερά, η οποία, πολύ απλά, δεν μπορεί
να κάνει αλλιώς: οι μεγάλοι αντιφασιστικοί αγώνες του 20ού αιώνα έχουν
αριστερό πρόσημο· ούτε κεντρώο έχουν ούτε δεξιό. Δεν εννοώ, φυσικά, πως
δεν υπάρχουν μη αριστεροί που στρατεύονται εναντίον του φασισμού.
Ασφαλώς υπάρχουν. Δεν υπάρχουν όμως αριστεροί που δεν στρατεύονται στον
αγώνα αυτόν — αλλιώς παύουν να είναι αριστεροί. Η Δεξιά και το Κέντρο,
ιστορικά, μπαίνουν σε δίλημμα και συχνά μεταξύ της «αριστερής απειλής»
και της «ακροδεξιάς εκτροπής» συμβιβάζονται με τη δεύτερη. Η νεότερη
πολιτική ιστορία της Ελλάδας προσφέρει πολλά τέτοια παραδείγματα. Αλλά
και η πιο πρόσφατη ιστορία: το γεγονός ότι το ΠΑΣΟΚ πριμοδότησε ουσιωδώς
το ΛΑΟΣ σε βάρος της Ν.Δ., το οποίο όμως ούτε τον αφανισμό του ΛΑΟΣ
απέτρεψε ούτε τον επερχόμενο δικό του. Αντιθέτως, ένα εξόχως έντιμο αλλά
και πετυχημένο παράδειγμα αντιφασιστικής προεκλογικής στρατηγικής της
Αριστεράς, προσφέρει, κατά την άποψή μου, ο αγώνας της Ανοιχτής Πόλης
για τον Δήμο της Αθήνας το 2014.
…και είναι απροϋπόθετος
Η Αριστερά,
όσο υπάρχει, αγωνίζεται εναντίον του φασισμού. Όσες έριδες και να
υπάρχουν στο εσωτερικό της, σε αυτό a priori συγκλίνει. Μπορεί να
διαφωνεί στην τακτική και στα μέσα, αλλά στην κλίμακα αξιών της ο
αντιφασιστικός αγώνας είναι ο απροϋπόθετος. Ούτε σχετικοποιείται ούτε
κάμπτεται επειδή η Άκρα Δεξιά, στον δικό της αγώνα για πολιτική εδραίωση
εκπέμπει συστηματικά έναν πολιτικό λόγο εναντίον του «σάπιου πολιτικού
κατεστημένου, των προδοτών που κυβερνούν, των ισχυρών διεφθαρμένων»
κ.ο.κ. Ο ακροδεξιός λόγος χαϊδεύει την κοινωνική οδύνη, παλεύοντας να
μεταλλάξει την αγανάκτηση απέναντι στον ισχυρό σε μίσος για τον αδύνατο
και τον διαφορετικό. Για τον λόγο αυτό, η Άκρα Δεξιά δεν έχει τα
αντισυστημικά χαρακτηριστικά που διατείνεται ότι έχει. Κάνει αυτή την
κρίσιμη μετάθεση, διοχετεύοντας την οργή εναντίον του ισχυρού σε βάρος
του πιο αδυνάτου.
Όμως,
προσοχή: η Χρυσή Αυγή είναι κάτι πολύ πιο σύνθετο από το «μακρύ χέρι του
συστήματος» όπως νομίζει ο αριστερός αναγωγισμός. Έχει, όπως κάθε
χώρος, τη σχετική αυτοτέλεια και αυτονομία του. Πουθενά, βέβαια, δεν
αμφισβητεί τις σχέσεις μεταξύ των τάξεων: δεν αμφισβητεί τον
καπιταλισμό, αλλά τη δημοκρατία και τον φιλελευθερισμό. Για τον λόγο
αυτό, πιστεύω, η τομή που χωρίζει την Άκρα Δεξιά από την Αριστερά είναι
ασύγκριτα βαθύτερη από την τομή που χωρίζει τις «μνημονιακές» από τις
«αντιμνημονιακές» δυνάμεις. Εξάλλου, είναι πολύ πιθανό η Δεξιά –στην
αντιπολίτευση μεθαύριο– να ανασύρει πάλι το αντιμνημονιακό προσωπείο που
φορούσε επιτυχώς έως τις αρχές του 2012. Η κυβέρνηση σήμερα επιθυμεί
την παγίδευση του ΣΥΡΙΖΑ στο κοινό «αντιμνημονιακό» μέτωπο με την Άκρα
Δεξιά. Αυτό λέει συνέχεια. Για την εδραίωση αυτής της αντίληψης στην
κοινωνία παλεύει συστηματικά ο δεξιός συνασπισμός εξουσίας, προς
επίρρωση της «θεωρίας των άκρων». Και για τον λόγο αυτό, χρειάζεται
μεγάλη προσοχή. Ένα κοινό «αντιμνημονιακό» μέτωπο εξαγνίζει τον
αντιδημοκρατικό χαρακτήρα της Άκρας Δεξιάς, υποκρύπτει τον βαθύτατα
ταξικό, ωμά εξουσιαστικό προσανατολισμό της πολιτικής της στρατηγικής
και αφαιμάσσει από την Αριστερά την ταυτότητά της. Το απόλυτο αρνητικό
άθροισμα…
Ο νομικός αντιφασιστικός αγώνας είναι κρίσιμος…
Σήμερα στην
Ελλάδα βρισκόμαστε ενώπιον μιας καινοφανούς νομικής κατάστασης που αφορά
τη δίκη της ηγετικής ομάδας και των στελεχών της Χρυσής Αυγής που
εμπλέκονται σε εγκληματικές ενέργειες. Η κατάσταση αυτή δημιουργεί μια
αμηχανία στην Αριστερά, η οποία, για λόγους ιστορικά κατανοητούς βλέπει a
priori τον εαυτό της στη θέση του διωκώμενου· έτσι, στους κόλπους της
κυοφορούνται δύο αντιδράσεις.
Η πρώτη
είναι η υποβάθμιση της σημασίας της δικονομικής διαδικασίας καθώς, κατά
την οικεία παραδοχή, «ο αντιφασιστικός αγώνας δεν δίνεται στα
δικαστήρια». Η παραδοχή αυτή οδηγεί σε ανοικονόμητα και πρόχειρα
συμπεράσματα του τύπου «η υπόθεση δεν είναι “δεμένη”», τα οποία
προδίδουν όχι απλώς αμηχανία απέναντι στη δίκη, αλλά συγκατάβαση στο
επιχείρημα της Χρυσής Αυγής ότι πρόκειται περί πολιτικής δίωξης ενός
κόμματος «εκατομμυρίων Ελλήνων». Περαιτέρω, η χρήση των διατάξεων του
άρθρου 187 που μπήκε στον Ποινικό Κώδικα με τον πρώτο «τρομονόμο» του
2001 (το αδίκημα της σύστασης και συμμετοχής σε εγκληματική οργάνωση)
αντιμετωπίζεται καχύποπτα, ανασύροντας στη μνήμη ότι η ίδια η Αριστερά
καθώς και ο χώρος των δικαιωμάτων, υπήρξαν –και παραμένουν–αντίθετοι με
το εν λόγω νομοθέτημα. Ας μην ξεχνάμε πάντως ότι το συγκεκριμένο άρθρο
έχει χρησιμοποιηθεί έκτοτε σωρηδόν και για περιπτώσεις πολύ πιο χαμηλής
έντασης οργανωμένου εγκλήματος. Όπως έλεγε χαρακτηριστικά ποινικολόγος,
«όταν τρεις κλέβουν ένα περίπτερο, τσιμπάνε και μια κατηγορία για
εγκληματική οργάνωση». Με λίγα λόγια, θα ήταν σκανδαλώδες, για να μην πω
αδύνατο, να μη χρησιμοποιηθεί εναντίον της Χρυσής Αυγής — και αυτό,
πιστεύω, δεν μπορεί να το αρνηθεί ακόμα και ο πιο σφοδρός επικριτής του
άρθρου.
Σήμερα,
λοιπόν, είναι η πρώτη φορά που θα δοκιμαστούν οι αντοχές της ελληνικής
δικαιοσύνης ως προς το αν μια ναζιστική οργάνωση υπάγεται στη διάταξη
του 187. Αντί λοιπόν να αυτομαστιγωνόμαστε διερωτώμενοι για το αν όντως η
Χ.Α. είναι δομή που έχει τα χαρακτηριστικά «εγκληματικής οργάνωσης», θα
βοηθούσε περισσότερο τον αγώνα μας να διαμαρτυρόμαστε γιατί μια ομάδα
που έσπερνε τον τρόμο (σε μετανάστες κυρίως, αλλά όχι μόνο), δεν
υπάγεται και στο επόμενο άρθρο του Ποινικού Κώδικα: το 187Α, που
αναφέρεται ειδικότερα σε «τρομοκρατική οργάνωση», το οποίο ως σήμερα
έχει χρησιμοποιηθεί ως οπλοστάσιο μόνο εναντίον της αριστερής
τρομοκρατίας. Και αυτό, επίσης, είναι ανεξάρτητο από την άποψή μας για
το 187Α. Επιπροσθέτως, μολονότι το πόρισμα Ντογιάκου θεωρήθηκε
δρακόντειο για τη Χρυσή Αυγή –τόσο από τον λόγο των κυρίαρχων μέσων όσο
και φυσικά από την ίδια– η άποψή μου είναι ότι θα μπορούσε να παραπέμπει
κάποια, τουλάχιστον, από τα πρόσωπα της ηγετικής ομάδας της οργάνωσης
για ηθική αυτουργία στις πράξεις βίας που θα δικαστούν από κοινού.
α. Και οι μηχανισμοί αυτοί είναι ισχυροί στην
Ελλάδα της κρίσης και της μνημονιακής διαχείρισής της.[..............]
ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΓΝΩΣΗΣ ΕΔΩ => Ενώπιον μιας κρίσιμης δίκης | ΕΝΘΕΜΑΤΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου