Η Πηνελόπη αναγνωρίζει τον Οδυσσέα
Η όψη του εφώτιζε τον ήλιο.
Τα σκουλαρίκια του έλαμπαν, τα περιδέραιά του.
Τα μακριά του τα μαλλιά. πυκνό δάσος
Του θεοπρόβλητου ανδρισμού του. Κι ήρθε
Η Πηνελόπη σαν καχύποπτη και τον κοιτούσε.
Λίγο πιο πριν, ως ήταν ντυμένος
τα κουρελιάσματά του και δεν είχε
λουστεί και μυρωθεί, τον μελετούσε
συγκρίνοντάς τον με τον άντρα της, γεμάτη πίστη
πως είναι αυτός, μα πάλε κάτι μέσα της
τονε τραβούσε μακριά της. μήπως ήθελε
αυτή να τραβηχθεί; έτρεμε άραγε
τη φοβερή στιγμή; Τι λέει ο Μαρωνίτης*;
ο Κακριδής* πως το ξηγεί; Που ο γιος της
έσπευσε πρώτος να της πει «μάνα κακή!»
΄Ομηρος, μέγας ραψωδός, εκεί,
καθώς ο Πλάτων μαρτυρεί, τον άκουσε
και είδε με τα μάτια του το «δύσμητερ».
Εκείνη γύρισε και φρόνιμη όπως πάντα
τ’ απηλογήθη: « Την καρδιά μου αυτή, που συ
αλύγιστη κι αμάλαγη τη λες, δε βρίσκω,
γιατί παλάβωσε στα στήθη μέσα και χαμένα
τα ’χει τα λόγια της και σκύβει το κεφάλι.
Έτσι, Τηλέμαχε , ας δούμε τι έχει
ο ξένος να μας πει για τα κρυφά σημάδια».
Και όμως! Ομιλούσαν τόσην ώρα,
είχανε συναπαντηθεί κι είχανε σμίξει
ερήμην φιλολόγων, ποιητών
και φιλοσόφων - σίγουροι για τα όσα
θα ακολουθούσαν (θέμα χρόνου), ακίνητοι.
Κι ανάψανε τα φώτα, χύσανε τ’ αρώματα,
ζωστήκανε τα γιορτινά, πιάσαν τις φόρμιγγες
και τραγουδήσαν και χορέψαν, πριν ρωτήσει
ο ένας τον άλλο για το έσχατο, που ήταν
εκεί και τους περίμενε. την κλίνη.
(Περιγραφή, χαρακτηριστικά, θέση και σχήμα
και όλα όσα κινούν το θαυμασμό.)
Κυριάκος Χαραλαμπίδης (1940-)
ΣΗΜΕΙΩΣΗ * Ιωάννης Κακριδής- Δημήτρης Μαρωνίτης: Λαμπροί φιλόλογοι, δεινοί αναλυτές και μεταφραστές του Ομήρου.
Τα σκουλαρίκια του έλαμπαν, τα περιδέραιά του.
Τα μακριά του τα μαλλιά. πυκνό δάσος
Του θεοπρόβλητου ανδρισμού του. Κι ήρθε
Η Πηνελόπη σαν καχύποπτη και τον κοιτούσε.
Λίγο πιο πριν, ως ήταν ντυμένος
τα κουρελιάσματά του και δεν είχε
λουστεί και μυρωθεί, τον μελετούσε
συγκρίνοντάς τον με τον άντρα της, γεμάτη πίστη
πως είναι αυτός, μα πάλε κάτι μέσα της
τονε τραβούσε μακριά της. μήπως ήθελε
αυτή να τραβηχθεί; έτρεμε άραγε
τη φοβερή στιγμή; Τι λέει ο Μαρωνίτης*;
ο Κακριδής* πως το ξηγεί; Που ο γιος της
έσπευσε πρώτος να της πει «μάνα κακή!»
΄Ομηρος, μέγας ραψωδός, εκεί,
καθώς ο Πλάτων μαρτυρεί, τον άκουσε
και είδε με τα μάτια του το «δύσμητερ».
Εκείνη γύρισε και φρόνιμη όπως πάντα
τ’ απηλογήθη: « Την καρδιά μου αυτή, που συ
αλύγιστη κι αμάλαγη τη λες, δε βρίσκω,
γιατί παλάβωσε στα στήθη μέσα και χαμένα
τα ’χει τα λόγια της και σκύβει το κεφάλι.
Έτσι, Τηλέμαχε , ας δούμε τι έχει
ο ξένος να μας πει για τα κρυφά σημάδια».
Και όμως! Ομιλούσαν τόσην ώρα,
είχανε συναπαντηθεί κι είχανε σμίξει
ερήμην φιλολόγων, ποιητών
και φιλοσόφων - σίγουροι για τα όσα
θα ακολουθούσαν (θέμα χρόνου), ακίνητοι.
Κι ανάψανε τα φώτα, χύσανε τ’ αρώματα,
ζωστήκανε τα γιορτινά, πιάσαν τις φόρμιγγες
και τραγουδήσαν και χορέψαν, πριν ρωτήσει
ο ένας τον άλλο για το έσχατο, που ήταν
εκεί και τους περίμενε. την κλίνη.
(Περιγραφή, χαρακτηριστικά, θέση και σχήμα
και όλα όσα κινούν το θαυμασμό.)
Κυριάκος Χαραλαμπίδης (1940-)
ΣΗΜΕΙΩΣΗ * Ιωάννης Κακριδής- Δημήτρης Μαρωνίτης: Λαμπροί φιλόλογοι, δεινοί αναλυτές και μεταφραστές του Ομήρου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου