Ο φασισμός χωρίς να αποτελεί νέο φαινόμενο, στον ΚΑ΄ φαίνεται να παίρνει νέες διαστάσεις. Παρά τα ιστορικά διδάγματα ένα μέρος των πολιτών τείνουν να τον αγκαλιάζουν πολιτικά και να τον στελεχώνουν. Παρά τα όσο βλέπουμε να αποκαλύπτονται σε ιστοσελίδες και ειδησεογραφικά δελτία, η δυναμική του να παραμένει ισχυρή. Και το φαινόμενο δεν είναι ελληνικό. Καταγράφεται σε όλη την Ευρώπη και άλλες χώρες. Στη χώρα μας απλά κατάφερε να εκπροσωπηθεί στη Βουλή λόγω της αδυναμίας της πολιτικής ελίτ να νομοθετήσει απαγορευτικά για ίδρυση και λειτουργία κομμάτων και φορέων με ρατσιστικό σκοπό.
Η δημοκρατία όμως δεν είναι απλά ένα ηθικό πολιτικό σύστημα. Αποτελεί μια πολιτειακή πραγματικότητα που βιώνει τις αλλαγές των κοινωνιών και εξελίσσεται ή οπισθοδρομεί βάσει αυτών. Σε μία κοινωνία που καταρρέει ψυχικά και αναζητά μια νέα ταυτότητα, παράλληλα με τον αγώνα για επιβίωση, ο νεοφασισμός αποτελεί μία πρόταση.
Στο όνομα μια ηθικής αντίληψης για τη δημοκρατία, η ίδια η δημοκρατία δεν κατάφερε να οχυρώσει τον εαυτό της νομοθετικά και να προστατεύσει την κοινωνία. Η ΝΔ που δεκαετίες τώρα φλερτάρει με την ακροδεξιά αγκαλιάζοντας ψηφοφόρους και συμπεριλαμβάνοντας σε ψηφοδέλτιά της ακροδεξιές φωνές (ή έστω που εκφέρουν ακροδεξιό λόγο), δεν υποστήριξε ποτέ μια τέτοια νομοθετική ενέργεια. Ο δε προοδευτικός χώρος είτε φάνηκε αδύναμος να συγκροτήσει μια ενιαία άποψη είτε αποφεύγει τις απαγορεύσεις.
Ακόμα και σήμερα 4 στους 10 πολίτες (που καλύπτει με διαφορές από όλους τους κομματικούς σχηματισμούς) δε θέλουν ή φοβούνται μία πρωτοβουλία που θα θέσει τη Χρυσή Αυγή εκτός νόμου. Ουσιαστικά μία ισχυρότατη μειοψηφία φοβάται την απαγόρευση.
Οι φόβοι σίγουρα δεν είναι αβάσιμοι ούτε και παράλογοι. Κάποιοι φοβούνται τη δημιουργία ενός προηγούμενου στο πολίτευμα απαγόρευσης κομμάτων με οποιαδήποτε αφορμή (σήμερα η αντικοινωνική βία, στο μέλλον ίσως η κινηματική δράση κατά του πολιτεύματος ή με αφορμή την τρομοκρατία μία ακροδεξιά κυβέρνηση να στραφεί εναντίον κομμάτων της αριστεράς). Και δυστυχώς το παρελθόν του ελληνικού πολιτικού βίου έχει να δώσει πολλά δείγματα αντιδημοκρατικής συμπεριφοράς και απαγορεύσεως κομμάτων.
Ένα άλλο τμήμα του πληθυσμού θεωρεί ότι ο φασισμός μπορεί να καταπολεμηθεί μέσα από το διάλογο (δεδομένου του προαναφερθέντος φόβου για τις απαγορεύσεις), γιατί η δημοκρατία ενυπάρχει στο διάλογο.
Σε όλες τις αιτιολογήσεις της άρνησης όμως παραβλέπεται ότι ο φασισμός δεν είναι μια απλή ιδεολογία. Αποτελεί μία υπαρκτή συνειδητή πολιτική αντίληψη (πράξη κι όχι θεωρία) με αντικοινωνικές ενέργειες που καταπατά θεμελιώδη ανθρώπινα και πολιτικά δικαιώματα. Οι απαγορεύσεις εκ των πραγμάτων αποτελούν το βασικό πυρήνα ενός πολιτεύματος και της λειτουργίας των κοινωνιών. Χωρίς τούτες δε αποτρέπονται βαρύτατα εγκλήματα και δεν προστατεύεται ο πληθυσμός από κακουργηματικές πράξεις.
Ο φασισμός διακρίνεται όμως από μία διττή φύση: αποτελεί πολιτική εγκληματική δράση, με ιδεολογικό υπόβαθρο το μίσος για τον Άλλο, το Διαφορετικό, τον Ξένο, τον Αριστερό. Και ως πολιτική εγκληματική στάση δεν αντιμετωπίζεται μόνο ποινικά. Άλλωστε, ο ιδεολογικός του πυρήνας μεταφέρεται σε μορφώματα και κομματικά σχήματα -όπως ο ιός αλλάζει ξενιστή. Ως ιδεολογία έχει εμποτίσει και τις τρεις ζώσες γενιές και εύκολα μία ποινική καταδίκη θα τις επιτρέψει να κινηθούν προς γειτονικούς χώρους, ακόμα κι αν δεν φτάνουν σε βίαιες ενέργειες.
Ας μην παραβλέπουμε φυσικά τις κοινωνικές κι οικονομικές συνθήκες που ενίσχυσαν το φασισμό στη χώρα μας. Το μεγάλο νεοφιλελεύθερο πείραμα στο νότο των ιδεολογικών συγκρούσεων (κοντά στην Ανατολή, δίπλα σε μετακομμουνιστικά εθνικιστικά κινήματα, σε καθεστώς νόμιμης αντιπροσώπευσης και λειτουργίας και με ένα ισχυρότατο παρελθόν ακροδεξιών αντιλήψεων) βρήκε λειτούργησε ως λίπασμα στα περιθωριακά φυτώρια του εθνικισμού (που συγχέει το μίσος με τον πατριωτισμό, τη βία με τον εθνισμό), του μίσους και της αντίδρασης. Εξάλλου, ανάλογη φασίζουσα αντίληψη διαπνέει και την πολιτική ελίτ της χώρας. Ο κυβερνητικός αυταρχισμός συμπλέκεται με τον οικονομικό φασισμό των νεοφιλελεύθερων επιλογών της, η βία, η καταπίεση και η εκδικητικότητα του κράτους (δικαστήρια, απολύσεις, καταστολή, υπερφορολόγηση) καταδεικνύουν την ακροδεξιά λογική της υπεράσπισης των πολιτικών επιλογών.
Η ακροδεξιά ρητορεία εναντίον μεταναστών, νεκρών και ζωντανών, η πολιτική προστασία προς τις δυνάμεις ασφαλείας όταν εμπλέκονται σε παράνομες ενέργειες σε βάρος των Άλλων (διαμαρτυρομένων, κοινωνικών κινημάτων, αντιεξουσιαστών, μεταναστών, προσφύγων), είναι χαρακτηριστικά ενός φασίζοντος τρομοκρατικού καθεστώτος. Και το χειρότερο είναι ότι η λογική αυτή διαχέεται σε όλο τον κοινωνικό πλάτος καθώς φαίνεται να υπερασπίζεται την εκδικητικότητα, τη βία, το μίσος, πάντα προς τον αδύναμο κρίκο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου