Παρασκευή, Ιανουαρίου 24, 2014

Ο «μαιτρ του φάλτσου»

Ο «μαιτρ του φάλτσου» και η clownerie του Μεσοπολέμου




Κατερίνα Κωστίου
Πηγή: "ΧΡΟΝΟΣ online magazine



Clowns seem to me to have arrived at true wisdom.I should be a clown; I have missed my calling.

(Œuvres complètes de Jules Laforgue, IV, Paris, 1925, 123.)



Εξετάζοντας συστηματικά την ποίηση των κυριότερων εκπροσώπων του μετασυμβολισμού (ή νεοσυμβολισμού ή νεορομαντισμού), στους οποίους εντάσσεται και ο Σκαρίμπας (μαζί με τους Τέλλο Άγρα, Ρώμο Φιλύρα, Ναπολέοντα Λαπαθιώτη, Μαρία Πολυδούρη, Κώστα Ουράνη και Κ. Γ. Καρυωτάκη), η έρευνα έχει εύστοχα παρατηρήσει ότι οι ποιητές αυτοί «άδοξοι και αυτοκαταστροφικοί» «κομίζουν στην ελληνική ποίηση την αίσθηση του ακατόρθωτου και του ατελέσφορου, την έλλειψη αυτάρκειας» δημιουργώντας «μια ποιητική άβολη, επώδυνη, νεωτερική».1 Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ανάμεσά τους λιγότερο αυτοκαταστροφικός είναι ο Σκαρίμπας, χάρη στον εντελή αυτοσαρκασμό του. Το ηχόχρωμα της φωνής του ορίζεται όχι τόσο από τα σημεία επαφής με τους συγκαιρινούς του (σύγκρουση με τον κοινωνικό περίγυρο, αιώρηση μεταξύ ονείρου και πραγματικότητας, απογοήτευση λόγω της αναποτελεσματικής φύσης του λόγου και του ρυθμού), όσο από την κατεξοχήν ειδοποιό διαφορά της ποιητικής του: την ειρωνεία.2 Μοναδικός «μαιτρ του φάλτσου», ο αιρετικός Χαλκιδαίος, εκφράζει τη συγκρουσιακή σχέση του με την πραγματικότητα, εξωτερική και εσωτερική, συμπεριλαμβανομένου και του ποιητικού του λόγου, και συνάμα ξεπερνάει τα αδιέξοδά του με ένα «φάλτσο»: το έργο του.

Βασική θεματική της Γενιάς των Νέο- ή Μετα-συμβολιστών στην οποία ανήκει ο Σκαρίμπας, και προεξάρχων της οποίας ήταν ο Καρυωτάκης, υπήρξε η αναζήτηση της ταυτότητας του μεσοπολεμικού ανθρώπου, ο οποίος, δέσμιος των αδιεξόδων του, βιώνει μια διπλή εξορία τόσο από την πραγματικότητα την οποία διαρκώς επικρίνει όσο και από ένα αλλού το οποίο επιθυμεί αλλά όπου είναι αδύνατον να φτάσει. Το τοπίο που δεσπόζει στη Γενιά αυτή είναι το εσωτερικό τοπίο, το οποίο, διαχρονικό και πανανθρώπινο, διατηρεί το αποτύπωμα των πραγμάτων πάνω στην ανθρώπινη ψυχή. Το αδιέξοδο των κοινωνικών συμβάσεων, η μοναξιά, η φυγή, η φθορά, η απώλεια, το ανέφικτο του έρωτα, το πεπερασμένο της ανθρώπινης φύσης, συνιστούν κάποια βασικά θέματα της ποίησής τους. Η αντίθεσή τους προς την κοινωνία συχνά εκφράζεται σπασμωδικά και παράφωνα, ενώ η ένταση της φωνής τους παραμένει πάντα χαμηλή. Ο ποιητικός λόγος αποδεικνύεται ατελέσφορος λόγω της δέσμευσής του από τις λέξεις οι οποίες αδυνατούν να συλλάβουν το εύρος τόσο της πραγματικότητας όσο και της φαντασίας. Η γλώσσα, προδοτική από τη φύση της, παρεμποδίζει αυτό τον οποίο είναι προορισμένη να πραγματώνει: την επικοινωνία. Ακατάλληλη να συλλάβει το βάθος των νοημάτων, επομένως, η γλώσσα είναι αδύνατον να αποδώσει τις λεπτές αποχρώσεις των ποιητικών συλλήψεων. Μένει έτσι ο ποιητικός λόγος διαρκώς στο μεταίχμιο, μεταξύ ρητού και άρρητου, μεταξύ διατύπωσης και σιωπής, αλλά και ο ποιητής έρμαιο της αναπόφευκτης υποτέλειάς του στην αναγκαιότητα του λόγου.

Ανάμεσα στους ποιητές αυτούς που αιωρούνται μεταξύ πραγματικότητας και φαντασίας και παλινδρομούν ανάμεσα στην ανάγνωση του εξωτερικού κόσμου και την ενδοσκόπηση, ο Σκαρίμπας προτείνει με την ποιητική του μια άλλη θέαση της ίδιας πραγματικότητας. Η αιώρηση και η ταλάντευση μεταξύ γήινου και υπερβατικού, το ανικανοποίητο και η οδύνη που απορρέει από την επαφή με το πραγματικό σε όλους τους ποιητές αυτής της γενιάς, στον Σκαρίμπα διυλίζονται μέσα από το πρίσμα της έως αυτοσαρκασμού ειρωνείας.

Ένας γόνιμος τρόπος για να διαπιστώσει κανείς αυτή τη διαφορά στην προσέγγιση της ποιητικής ύλης είναι να αναγνώσει από κοντά ομόθεμα ποιήματα των ποιητών αυτής της γενιάς αναζητώντας τις μεταμορφώσεις των κοινών μοτίβων και τις λεκτικές τους αποτυπώσεις. Για τις ανάγκες της παρούσας εργασίας έχω επιλέξει ένα παράδειγμα που αποτελεί κοινό τόπο του Μεσοπολέμου και έλκει την καταγωγή από τον ρομαντισμό: τον πιερότο.3 Ο πιερότος στις ποικίλες μεταμορφώσεις του αντανακλά την αντίληψη του Μπερξόν για το γέλιο το οποίο συνδέεται με τον κλόουν που ταλαντεύεται ανάμεσα στην τέχνη και τη ζωή. Ξεκινώντας από τη γελοιότητα της δυσμορφίας, την παραμόρφωση, την υπερβολή και τον αυτοματισμό ο Μπερξόν φτάνει στον φορμαλιστικό ορισμό ότι το κωμικό είναι το ζωντανό επιστρωμένο με μηχανικό. Η ιδέα που υπόκειται σ’ αυτόν τον ορισμό είναι ότι η μηχανική ακαμψία του σώματος συμπαρασύρει τη νόηση και τις αισθήσεις. Στην ουσία ο Μπερξόν θεώρησε ότι η υλικότητα του σώματος γίνεται κωμική όταν αμφισβητεί το ηθικό μέρος του ανθρώπου και βάσισε το κωμικό στην αρχή της επανάληψης η οποία παραπέμπει στην αρχετυπική μορφή του κλόουν που με τη δυσκίνητη επανάληψή του μετατρέπεται από άνθρωπο σε ανδρείκελο.4 Η εξέλιξη του λογοτεχνικού μοτίβου δεν είναι άσχετη με την πορεία της φιγούρας του Αρλεκίνου στο θέατρο από την Commedia dell’ Arte έως το πολιτικό θέατρο του 20ού αιώνα.5 Το όλο θέμα σχετίζεται με τις διπολικές έννοιες ταυτότητα-διαφορά ή πρωτότυπο-αντίγραφο και η ουσία του βρίσκεται στη διπολική αντίθεση «ελευθερία της βούλησης»-«προδιαγεγραμμένη μοίρα». Η αντίθεση αυτή ανάγεται στο ρομαντισμό και αποτυπώνεται στην εικόνα της μαριονέτας που κινείται με σπάγκους και του κλόουν που συνοψίζει τη σχέση κωμικού και τραγικού μέσα από την πτώση και την αυτοαποδόμηση. Αυτό που κλονίζεται εντέλει είναι η παραδοσιακή έννοια του εαυτού ως ελεύθερης οντότητας και αυθεντικής ενότητας. Κοινός τόπος που επανέρχεται εμμονικά είναι η σκηνή της πτώσης, που προκαλεί τον κλαυσίγελο, το «δακρυόεν γελάν», το «μαύρο τριαντάφυλλο» κατά τον Σκαρίμπα, δηλαδή «η κωμική όψι και η προς τις αστειότητες έφεση ακόμα και στα πιο δραματικά πράγματά μας», όπως το όρισε ο ίδιος, απόρροια του μπωντλαιρικού «απόλυτου κωμικού», η χιουμοριστική απόσταση που επιτρέπει να γελάει κανείς με το πάθημά του. Η αντίληψη του Σκαρίμπα βρίσκεται πολύ κοντά στη θεωρία του Μπερξόν.6

ΟΛΟΚΛΗΡΟ ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΕΔΩ:

Δεν υπάρχουν σχόλια: