Κυριακή, Νοεμβρίου 16, 2008

ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΟΝΤΟΣ : "Το αίνιγμα"

MAN RAY (1890 – 1976) :The enigma of Isidore Ducasse 1920

*

ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΟΝΤΟΣ

"Το αίνιγμα"
«Σκυθρωπή περηφάνια που είχαν εκείνες οι λέξεις» Τάκης Σινόπουλος
Στην Αννα Βαγενά
Ολα άρχισαν στα δέκα με έντεκά μου από κάτι σπασμένες παιδικές εικόνες που βγαίνανε από τα κλασικά εικονογραφημένα. Από τον Ταρζάν, από τις ταινίες του Ερολ Φλιν, από τον «Μικρό Ηρωα», από τον «Τομ Σόγιερ» του Μαρκ Τουέιν, από τα βιβλία του Ιουλίου Βερν, από ανακατεμένα διαβάσματα που αργότερα πήραν οργανωμένη μορφή και μια φαντασία που δεν βολευόταν με τίποτα.
Από τότε και για πολλά χρόνια έπεσα με τα μούτρα στις εγκυκλοπαίδειες και ταξίδεψα πολύ. Μετά διάβασα πολύ ιστορία. Συνεχώς αφηρημένος αλλά και πολλές φορές πρακτικός. Εβλεπα να μεγαλώνει το σώμα μου και κοιτούσα τα δέντρα και τους δρόμους που μαστίγωναν την πόλη. Η Αθήνα γεμάτη ώχρες και η επαρχία άγρια και φοβισμένη μετά τον Εμφύλιο. Και παντού στρατός, χακί ποτάμι οι μέρες. Το ραδιόφωνο ήταν η καλύτερη συντροφιά για ένα μοναχοπαίδι.
Ποτέ δεν ξεχνώ το Μπολερό του Ραβέλ και τα τραγούδια του Τσιτσάνη που μου δημιουργούσαν ένα ρίγος αλλόκοτο. Μικρός ζωγράφιζα. Γι' αυτό κόλλησα αργότερα στη ζωγραφική μαζί με τα ποιήματα. Χωρίς να πω ότι θα γίνω συγγραφέας, άρχισα να γράφω. Αντιγράφοντας τον Λόρκα, τον Ελύτη, τον Σεφέρη, τον Ρίτσο, τον Γκάτσο και άλλους. Πώς να βρεις τον δρόμο σου; Οργισμένος και ήρεμος μαζί, ουσιαστικά βάδιζα στα τυφλά. Και διάβαζα. Σκάβοντας στα ξένα ποιήματα να βρω τον θησαυρό μου. Εβλεπα ατελείωτες ταινίες, που νόμιζα θα γίνω ηθοποιός ή σκηνοθέτης. Αργότερα κατάλαβα πως με βοήθησαν στο μοντάζ των εικόνων και των λέξεων. Σε πολλά σκάλωσα, αλλά στον Μπέργκμαν κόλλησα. Και διάβαζα, διάβαζα. Αυτό το αίνιγμα και το μυστήριο δεν το εξήγησα ποτέ. Δεν ξέρω ποια σκοτεινά σημεία του εαυτού μου με πήγαν σε αυτόν τον τρόπο ζωής. Αλλά δεν θα κάνουμε και ψυχανάλυση. Ποτέ δεν ξεχνώ τον αγαπημένο μου Γιώργο Χειμωνά που μου έλεγε: «Γιάννη, οι συγγραφείς δεν πρέπει να κάνουν ψυχανάλυση». Σε μια ακροθαλασσιά καθόμουνα και φοβόμουνα να μπω στη θάλασσα. Υστερα από λίγο μπήκα γυμνός για πάντα και μάλιστα περπάτησα επί των υδάτων. Ποιήματα έβρισκα παντού. Σαν ταχυδακτυλουργός τα έβγαζα από τα πιο απίθανα, κρυφά σημεία: από τις ομιλίες του δρόμου, του ραδιοφώνου, τις καταστάσεις που δημιουργούσα, τα απρόοπτα της καθημερινότητας, τα χρώματα, τα φιλιά, τις υποσχέσεις, τον χειμώνα, τις βροχές, την πίστη σε πρόσωπα και άλλα πολλά. Που τα ανακαλύπτεις, τα ξεχνάς και επανέρχεσαι. Αργότερα, σε βυζαντινές εκκλησίες ταυτίστηκα απόλυτα με αγιογραφίες και αρχιτεκτονική.
Από παιδί αγαπούσα το Βυζάντιο. Σιγά σιγά μετατοπιζόμουνα στον μοναχισμό της Τέχνης. Οι γονείς μου τα έβλεπαν όλα αυτά αλλά ουσιαστικά δεν με ενόχλησαν ποτέ. Μάλλον προσαρμόστηκαν. Οι άνθρωποι που γνώρισα (παλιοί και νέοι) με βοήθησαν τα μάλα να υπάρχω και να ποιώ μουσική. Εβλεπα τον τρόπο ζωής μου φυσικό και δεν με ενδιέφεραν τα χρήματα, η εξουσία και άλλα βλακώδη. Στα νιάτα μας έτυχε και η λαίλαπα της 21ης Απριλίου. Τότε γνώρισα ποιητές, συγγραφείς και πολιτικούς που με διαμόρφωσαν. 'Η συμπλήρωσαν τα κενά μου. Πέρασα ατελείωτες ώρες να σκέπτομαι ένα πρόσωπο. Τίποτα δεν πήγε χαμένο. Ολα γίνονται λίπασμα για τα ποιήματα. Λέει ο φίλος μου ο Θανάσης ότι πολλές φορές δημιουργούμε καταστάσεις για να φυτρώσει η δυστυχία. Μπορεί. Μάλλον έχει δίκιο. Φαντάστηκα καλλιτέχνες και όταν τους γνώρισα, πάλι τους φανταζόμουν. Και ας ήτανε από πηλό, θειάφι και φωτιά. Ζω την καθημερινότητα, θέλω τους ανθρώπους - έτσι υπάρχω και γράφω. Υπάρχουν τρόποι να απομονωθείς μέσα στο πλήθος. Αρκεί να είσαι πιστός και ήρεμος με τον στόχο σου. Εδώ όμως αναδύεται πάλι το αίνιγμα. Πώς, ποια δύναμη, τι σε έσπρωξε σε αυτόν τον δρόμο, σε αυτές τις καταστάσεις. Και εγώ που σας εξομολογούμαι, δεν το κατάλαβα ποτέ. Τι έκανε τον πρωτόγονο άνθρωπο να δημιουργήσει κόσμους, να βρει γλώσσα, να τα πει, να τα παίξει, να τα γράψει. Δεν θα το μάθουμε ποτέ. Είναι μυστήριο. Οπως μυστήριο είναι η ζωή. Ας μείνουμε στο φως που εκπέμπει η ποίηση. Θα μπορούσα να γράψω χίλιες σελίδες με αυτό το θέμα. Αλλά η πραγματικότητα είναι τα ποιήματα. Το αίνιγμα όμως παραμένει άλυτο και φωλιάζει στις ψυχές μας. Ποτέ δεν μπορεί να εξηγηθεί μια γραμμή στη ζωγραφική του Πικάσο. Πώς και γιατί και από ποια ανάγκη έγινε. Γι' αυτό ύστερα από σαράντα χρόνια γράφοντας έμαθα από μόνος μου να βάζω τις λέξεις πλάι πλάι για να χτίσω το δωμάτιο της ποίησης όπου θα κατοικήσουν άνθρωποι και μόνον άνθρωποι. Ενα άλλο παράδειγμα για τη στιγμή της αλήθειας. Ξέρω τους χρόνους (που γράφεται ένα ποίημα), την τοποθεσία, τον καιρό και άλλα πολλά γύρω από τη μέρα που γράφτηκε. Ακόμη και την ψυχική κατάσταση η οποία δεν επανέρχεται. Εχω κάνει άπειρα πειράματα να επαναφέρω τη μοναδική στιγμή του ποιήματος στα ίδια σημεία, στον ίδιο δρόμο, στη μεγάλη πόλη, την ίδια ώρα του απογεύματος ή της νυχτός, ή πρωί πρωί που χαράζει και δεν επανέρχεται ποτέ. Δυστυχώς ή ευτυχώς, η στιγμή αυτή είναι μοναδική και ανεπανάληπτη. Το αίνιγμα όμως παραμένει παρ' όλα όσα σας λέω και σας γράφω. Πολλές φορές ήθελα να φύγω από το σπίτι, ποτέ δεν έφυγα ούτε τώρα φεύγω. Μόνο έσκαβα στα θεμέλια να βρω λέξεις και οστά προγόνων ποιητών. Και κάτι άλλο. Ο χρόνος ούτε ζυγίζεται ούτε συναλλάσσεται ούτε πάει στα χαμένα, τρέχει λιωμένο σίδερο σε ακανόνιστο καλούπι.
"ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ" της ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑΣ- 14/11/2008 ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΜΙΣΕΛ ΦΑΪΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια: