Δεν σ’ αγαπώ
Δεν σ’ αγαπώ, σε θέλω: η αγάπη πηγάζει απ’ την ψυχή.
Και στη δική μου την ψυχή – η γαλήνη επικρατεί,
μία γαλήνη μακαριστή.
Ωχ! Όχι, δεν σ’ αγαπώ.
Δεν σ’ αγαπώ, σε θέλω: η αγάπη είναι ζωή.
Και τη ζωή – τη δίχως αίσθηση,
την κουβαλώ ήδη μαζί.
Ωχ! Όχι, δεν σ’ αγαπώ!
Ωx! Όχι, δεν σ’ αγαπώ° σε θέλω μοναχά,
με μία θέληση κτηνώδη και άγρια
που το αίμα μου καταβροχθίζει,
μα την καρδιά μου διόλου αγγίζει.
Δεν σ’ αγαπώ. Είσαι όμορφη, μα δεν σ’ αγαπώ, ω πλάσμα όμορφο!
Ποιος ν΄αγαπήσει ένα αστέρι δύστυχο
που μες τη δική του την κακομοιριά
επάνω σου ρίχνει τη φεγγιά;
Και σε θέλω και δεν σ’ αγαπώ,
θαρρείς το ξόρκι της κακοτυχίας μ’ εξωθεί
με μια ανάξια οργή.
Αλλά ω! Όχι, δεν σ’ αγαπώ.
Και έχω φήμη κακή, γιατί σε θέλω ° τόσο πολύ
που κι ο εαυτός μου ακόμη απορεί,
φόβος για σένα και τρόμος…
Αλλά ν’ αγαπάς!… Δεν σ’ αγαπώ όμως.
Não te amo
Não te amo, quero-te: o amor vem d’alma.
E eu n’alma – tenho a calma,
A calma – do jazigo.
Ai! não te amo, não.
Não te amo, quero-te: o amor é vida.
E a vida – nem sentida
A trago eu já comigo.
Ai! não te amo, não!
Ai! não te amo, não; e só te quero
De um querer bruto e fero
Que o sangue me devora,
Não chega ao coração.
Não te amo. És bela; e eu não te amo, ó bela.
Quem ama a aziaga estrela
Que lhe luz na má hora
Da sua perdição?
E quero-te, e não te amo, que é forçado,
De mau, feitiço azado
Este indigno furor.
Mas oh! não te amo, não.
E infame sou, porque te quero; e tanto
Que de mim tenho espanto,
De ti medo e terror…
Mas amar!… não te amo, não.
Λίγα λόγια για τον ποιητή από τον μεταφραστή
Ο Almeida Garrett (Aλμέιδα Γκαρέτ, 1799-1854) υπήρξε μία εξέχουσα προσωπικότητα της πορτογαλικής λογοτεχνίας, η οποία άφησε ανεξίτηλο το σημάδι της στον πολιτισμό της χώρας και ιδιαίτερα της Λισαβόνας. Η λογοτεχνική του ευφυΐα εκτείνετο από τις παρυφές της ρομαντικής ποίησης έως τις κορυφές της μυθιστοριογραφίας και της θεατρικής πρόζας.
Από νεαρή ηλικία έδειξε τη βαθύτερη κλίση του στη λογοτεχνία, αλλά και τον ουσιαστικό του επηρεασμό από τη ζωντανή ατμόσφαιρα της πρωτεύουσας και τις ποικίλες επιρροές της. Σπούδασε νομικά στο φημισμένο Πανεπιστήμιο της Κοΐμπρα, όπου και ήρθε για πρώτη φορά σε επαφή με τον ευρωπαϊκό ρομαντισμό. Με την άνοδο ωστόσο του απολυταρχικού καθεστώτος στην Πορτογαλία, εξορίστηκε το 1823 στην Αγγλία και εν συνεχεία στη Γαλλία, οι οποίες του χάρισαν τη στενή επαφή με τη ζωντανή ρομαντική λογοτεχνική και πολιτιστική σκηνή. Αυτές του οι εμπειρίες τροφοδότησαν τις φιλελεύθερες ιδέες του και εμβάθυναν την αγάπη του για τον Ρομαντισμό, επηρεάζοντας καθοριστικά το μεταγενέστερο έργο του.
Στα ώριμά του πλέον χρόνια μετουσίωσε τη Λισαβόνα σε ένα ευφάνταστο σκηνικό για πολλά από τα διάσημα έργα του (Camões και Frei Luis de Sousa), επιτρέποντας στους αναγνώστες του να εντρυφήσουν στην υπαρξιακή ουσία της πόλης, μέσα από τις ζωντανές περιγραφές και τις σαγηνευτικές αφηγήσεις του. Το λογοτεχνικό του στυλ χαρακτηριζόταν από τη γλωσσική σαφήνεια και ευελιξία, με μια αξιοσημείωτη όμως έμφαση στην ατομικότητα, στην κομψότητα και στην πρωτοτυπία του λόγου. Τα μυθιστορήματά του είχαν έντονο δραματικό χαρακτήρα, ενώ συμμετείχε ενεργά και στην πολιτική, γράφοντας κυρίως ιστορικά, κριτικά και διπλωματικά κείμενα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου