Κυριακή, Σεπτεμβρίου 29, 2024

Το πορτρέτο ενός αμφιλεγόμενου παρανόμου της Σικελίας. Πώς ο Σαλβατόρε Τζουλιάνο από λαϊκός ήρωας της Αντίστασης έγινε δολοφονικό όργανο των Αμερικανών και Άγγλων κατά της Ιταλικής Αριστεράς

 


Σαλβατόρε Τζουλιάνο: Ο αινιγματικός ληστής

τουBibliography GR | Άρης Μαλανδράκης Άρη Μαλανδράκη

Το 1961, τρεις ται­νί­ες γυ­ρί­στη­καν σχε­δόν ταυ­τό­χρο­να στην Ιτα­λία, έχο­ντας ίδιο θέ­μα: τη λη­στο­κρα­τία στα χω­ριά της Σαρ­δη­νί­ας και της Σι­κε­λί­ας. «Οι λη­στές του Ορ­γκό­ζο­λο» σε σκη­νο­θε­σία Βι­τό­ριο Ντε Σέ­τα, ιστο­ρού­σε τη ζωή ενός φτω­χού βο­σκού στην ορει­νή Σαρ­δη­νία, ο οποί­ος ανα­γκά­ζε­ται να γί­νει λη­στής όταν του κλέ­βουν τα πρό­βα­τα και κα­τη­γο­ρεί­ται εσφαλ­μέ­να από τις αρ­χές. «Ο λη­στής», του Ρε­νά­το Κα­στε­λά­νι, γυ­ρι­σμέ­νη στην Κα­λα­βρία, πα­ρου­σί­α­ζε μια πα­ρό­μοια ιστο­ρία με έναν άν­δρα που κα­τη­γο­ρεί­ται άδι­κα για φό­νο, και γί­νε­ται λη­στής για να επι­βιώ­σει. Η τρί­τη ται­νία θε­ω­ρεί­ται η πιο ση­μα­ντι­κή. Σε αντί­θε­ση με τις άλ­λες δύο στις οποί­ες πρω­τα­γω­νι­στού­σαν φα­ντα­στι­κοί χα­ρα­κτή­ρες, αυ­τή ανα­φε­ρό­ταν σε ένα υπαρ­κτό πρό­σω­πο που συν­δέ­θη­κε, αρ­νη­τι­κά, με τη νε­ό­τε­ρη ιστο­ρία της Σι­κε­λί­ας. Η ται­νία, σε σκη­νο­θε­σία του Φραν­τσέ­σκο Ρό­ζι έφε­ρε ως τί­τλο το ονο­μα­τε­πώ­νυ­μο ενός δια­βό­η­του λη­στή, ο οποί­ος απα­σχό­λη­σε την ιτα­λι­κή επι­και­ρό­τη­τα λί­γο με­τά το τέ­λος του Β΄ Πα­γκο­σμί­ου Πο­λέ­μου. Το «Σαλ­βα­τό­ρε Τζου­λιά­νο», (ελλ. τί­τλος «Τζου­λιά­νο ο Αρ­χι­λη­στής») έθι­γε καί­ρια το πρό­βλη­μα της λη­στεί­ας και τα κοι­νω­νι­κο­πο­λι­τι­κά αί­τια του φαι­νο­μέ­νου στη Σι­κε­λία, ανα­δει­κνύ­ο­ντας τις ασα­φείς και πε­ρί­πλο­κες δια­συν­δέ­σεις με­τα­ξύ των κυ­βερ­νη­τι­κών δυ­νά­με­ων και της Μα­φί­ας.
Οι ρί­ζες αυ­τής της σκο­τει­νής ιστο­ρί­ας απλώ­νο­νται πο­λύ πέ­ραν της επο­χής στην οποία ανα­φέ­ρε­ται η ται­νία. Από τον 16ο μέ­χρι τον 18ο αιώ­να, ομά­δες αγρο­τών που δεν άντε­χαν τους φό­ρους και την κα­τα­πί­ε­ση των γαιο­κτη­μό­νων, εγκα­τέ­λει­παν τα χω­ριά τους, κα­τέ­φευ­γαν στα βου­νά και λε­η­λα­τού­σαν ό,τι μπο­ρού­σαν, έχο­ντας την υπο­στή­ρι­ξη των τα­πει­νών τά­ξε­ων. Οι λη­στεί­ες και οι λαϊ­κές ανα­τα­ρα­χές κο­ρυ­φώ­θη­καν την πε­ρί­ο­δο που ακο­λού­θη­σε το δη­μο­ψή­φι­σμα της 4ης Νο­εμ­βρί­ου 1860, με το οποίο επι­ση­μο­ποι­ή­θη­κε η προ­σάρ­τη­ση των συ­νι­στω­σών όπως η Σι­κε­λία, στο νε­ο­σύ­στα­το Βα­σί­λειο της Ιτα­λί­ας. Η ιτα­λι­κή ενο­ποί­η­ση, ωστό­σο, δεν κα­τά­φε­ρε να δη­μιουρ­γή­σει μια ενιαία εθνι­κή ταυ­τό­τη­τα, στοι­χείο που αντα­να­κλά­ται στις από­πει­ρες ανε­ξαρ­τη­σί­ας των Σι­κε­λών. Το πά­λαι πο­τέ κρα­ταιό Βα­σί­λειο της Σι­κε­λί­ας απο­τέ­λε­σε πα­ρελ­θόν στο νέο ιτα­λι­κό κρά­τος, αλ­λά ήταν διαρ­κώς πα­ρόν στον ψυ­χι­σμό των Σι­κε­λών, που βί­ω­ναν την πα­ρακ­μή και τη φτώ­χεια. Οι λη­στές που έδρα­σαν εκεί­να τα χρό­νια, απεί­χαν ως επί το πλεί­στον από κοι­νω­νι­κές διεκ­δι­κή­σεις. 

Αντί­θε­τα, ση­μειώ­νει ο ιστο­ρι­κός Σαλ­βα­τό­ρε Λού­πο που θε­ω­ρεί­ται από τους κο­ρυ­φαί­ους ει­δι­κούς στα θέ­μα­τα της μα­φί­ας, η σι­κε­λι­κή λη­στεία με­τα­τρά­πη­κε σε όρ­γα­νο της εκ­κο­λα­πτό­με­νης μα­φί­ας, μέ­σω της δια­πλο­κής που εδραιώ­θη­κε με­τα­ξύ του λη­στή και του γκα­μπε­λό­το (ενοί­κου με­γά­λων φέ­ου­δων, αλ­λά και έκ­φρα­ση για το­πι­κό συμ­μο­ρί­τη). Το 1877, ανα­φε­ρό­με­νος στις πο­λι­τι­κές και διοι­κη­τι­κές συν­θή­κες της Σι­κε­λί­ας, ο οι­κο­νο­μο­λό­γος και γε­ρου­σια­στής του νε­ο­σύ­στα­του Βα­σι­λεί­ου της Ιτα­λί­ας, Λε­ο­πόλ­ντο Φραν­κέ­τι, έγρα­φε: «…Κυ­ρί­ως ακού­με να μι­λά­νε για λη­στές. Ακό­μη και ο αριθ­μός των λη­στών, με την αυ­στη­ρή έν­νοια της λέ­ξης, σε σύ­γκρι­ση με εκεί­νο άλ­λων κα­κο­ποιών κά­θε εί­δους, εί­ναι ελά­χι­στος. Αυ­τή τη στιγ­μή υπάρ­χουν το πο­λύ πέ­ντε-έξι αρ­χη­γοί συμ­μο­ριών σε όλο το νη­σί. Οι στα­θε­ρές ομά­δες τους, λι­γό­τε­ρο ή πε­ρισ­σό­τε­ρο πο­λυά­ριθ­μες, ανά­λο­γα με τις συν­θή­κες, ου­δέ­πο­τε εί­ναι πο­λύ με­γά­λες. Η δρά­ση τους όμως συν­δέ­ε­ται άρ­ρη­κτα με εκεί­νη άλ­λων τα­ρα­χο­ποιών, ώστε εί­ναι αδύ­να­τη η διά­κρι­σή τους». Οι τα­ρα­χο­ποιοί που ανέ­φε­ρε ο γε­ρου­σια­στής του νε­ο­σύ­στα­του Βα­σι­λεί­ου της Ιτα­λί­ας, Λε­ο­πόλ­ντο Φραν­κέ­τι, ήταν οι πρώ­ι­μοι κι­νη­μα­τί­ες για την ανε­ξαρ­τη­σία της Σι­κε­λί­ας. Ενός κι­νή­μα­τος που πή­ρε ορι­στι­κή μορ­φή και ενερ­γο­ποι­ή­θη­κε τον επό­με­νο αιώ­να.
Το Κί­νη­μα για την Ανε­ξαρ­τη­σία της Σι­κε­λί­ας ιδρύ­θη­κε το Σε­πτέμ­βριο του 1942, με­σού­ντος του Β΄ πα­γκο­σμί­ου πο­λέ­μου, συ­γκε­ντρώ­νο­ντας ετε­ρο­γε­νείς πο­λι­τι­κούς εκ­προ­σώ­πους, δια­νο­ού­με­νους και ορ­κι­σμέ­νους αυ­το­νο­μι­στές. Έδρα­σε την πε­ρί­ο­δο 1943 – 1951, έχο­ντας ως βα­σι­κή επι­δί­ω­ξη τη δη­μιουρ­γία ενός κρά­τους χω­ρι­στού από το ιτα­λι­κό, Σε αυ­τό το κλί­μα των ση­μα­ντι­κών προσ­δο­κιών ασκή­θη­κε με­γά­λη πί­ε­ση τό­σο από τις αμε­ρι­κα­νι­κές όσο και από τις αγ­γλι­κές μυ­στι­κές υπη­ρε­σί­ες, που προ­σπα­θού­σαν να προ­σελ­κύ­σουν, κα­θε­μία στη σφαί­ρα της επιρ­ρο­ής της, τους εκ­κο­λα­πτό­με­νους κι­νη­μα­τί­ες. Τρία χρό­νια αρ­γό­τε­ρα, με την ει­σβο­λή των συμ­μά­χων στη Σι­κε­λία, την κα­τάρ­ρευ­ση του φα­σι­στι­κού κα­θε­στώ­τος και την απε­λευ­θέ­ρω­ση της υπό­λοι­πης χώ­ρας, έγι­νε το επό­με­νο βή­μα του κι­νή­μα­τος, στο οποίο έμελ­λε να παί­ξει ση­μα­ντι­κό ρό­λο ο Σαλ­βα­τό­ρε Τζου­λιά­νο. Υπό την πί­ε­ση της εξ­τρε­μι­στι­κής πτέ­ρυ­γας, σχη­μα­τί­στη­κε μια πα­ρα­στρα­τιω­τι­κή μο­νά­δα, ο Εθε­λο­ντι­κός Στρα­τός για την Ανε­ξαρ­τη­σία της Σι­κε­λί­ας (ΕΛ­ΒΙΣ), για την αντι­με­τώ­πι­ση του οποί­ου η κυ­βέρ­νη­ση έστει­λε μο­νά­δες του ιτα­λι­κού στρα­τού. Αυ­τό εί­χε ως απο­τέ­λε­σμα τη σύ­να­ψη μιας συμ­μα­χί­ας του ΕΛ­ΒΙΣ με τη συμ­μο­ρία του Σαλ­βα­τό­ρε Τζου­λιά­νο, με τον ίδιο να κά­νει την «επί­ση­μη» εμ­φά­νι­σή του στο σκο­τει­νό πα­ρα­σκή­νιο της με­τα­πο­λε­μι­κής Ιτα­λί­ας.
Ο Σαλ­βα­τό­ρε, πιο γνω­στός με το σι­κε­λι­κό υπο­κο­ρι­στι­κό Του­ρί­ντου, γεν­νή­θη­κε το 1922 στο χω­ριό Μο­ντε­λέ­πρε. Εξ αυ­τού, θα ονο­μα­ζό­ταν στη με­τέ­πει­τα δια­βό­η­τη δρά­ση του ως ο Βα­σι­λιάς του Μο­ντε­λέ­πρε. Τα πρώ­τα δείγ­μα­τα αυ­τού που θα γι­νό­ταν αρ­γό­τε­ρα έδω­σε το 1943, όταν ήταν 21 ετών. Δύο μή­νες με­τά την από­βα­ση των Συμ­μά­χων στη Σι­κε­λία, ο Σαλ­βα­τό­ρε Τζου­λιά­νο συ­νέ­χι­σε να κά­νει αυ­τό που γνώ­ρι­ζε κα­λά, με­τα­φέ­ρο­ντας με το άλο­γό του σα­κιά με σι­τά­ρι για τη μαύ­ρη αγο­ρά. Όταν τον στα­μά­τη­σαν σε ένα ση­μείο ελέγ­χου των κα­ρα­μπι­νιέ­ρων αντέ­δρα­σε και, χρη­σι­μο­ποιώ­ντας το πι­στό­λι που του εί­χε δώ­σει ένας στρα­τιώ­της με αντάλ­λαγ­μα μια φιά­λη κρα­σί, σκό­τω­σε ένα νε­α­ρό κα­ρα­μπι­νιέ­ρο, τραυ­μά­τι­σε σο­βα­ρά ένα αξιω­μα­τι­κό και κα­τό­πιν ακο­λού­θη­σε το μό­νο δρό­μο που του απέ­μει­νε: τη φυ­γή στα βου­νά.

 Επα­νεμ­φα­νί­στη­κε λί­γους μή­νες αρ­γό­τε­ρα, ξε­κι­νώ­ντας την αι­μα­τη­ρή του δια­δρο­μή.
Το 1944, αφού συ­νέ­βα­λε στην από­δρα­ση αρ­κε­τών συγ­γε­νών από τις φυ­λα­κές, σχη­μά­τι­σε μα­ζί με άλ­λους κρα­τού­με­νους που τον ακο­λού­θη­σαν τον πρώ­το πυ­ρή­να της συμ­μο­ρί­ας του. Στην αρ­χή διέ­πρατ­ταν κυ­ρί­ως λη­στεί­ες και απα­γω­γές γαιο­κτη­μό­νων, επι­χει­ρη­μα­τιών και εμπό­ρων, με σκο­πό τα λύ­τρα. Εξαρ­χής επέ­δει­ξε ιδιαί­τε­ρη ψυ­χρό­τη­τα και αγριό­τη­τα στον τρό­πο που εξο­λό­θρευε τους αντι­πά­λους του, ει­δι­κά τους έν­στο­λους που τον κα­τα­δί­ω­καν, ή όσους θε­ω­ρού­σε ύπο­πτους για συ­νερ­γα­σία με τις αρ­χές. Εί­ναι εν­δει­κτι­κός ο συ­νο­λι­κός αριθ­μός των θυ­μά­των που απο­δί­δο­νται στη συμ­μο­ρία του Τζου­λιά­νο, ο οποί­ος υπο­λο­γί­στη­κε στους 430. Σύμ­φω­να με τον ιστο­ρι­κό Φραν­τσέ­σκο Πε­τρό­τα, εί­ναι τεκ­μη­ριω­μέ­νο γε­γο­νός ότι η εγκλη­μα­τι­κή δρά­ση του Τζου­λιά­νο συν­δε­ό­ταν με την Κό­ζα Νό­στρα και οι άν­δρες του δρού­σαν υπό τον αυ­στη­ρό έλεγ­χο των δια­φό­ρων ηγε­τών της ορ­γά­νω­σης στις πε­ριο­χές που δρού­σε η συμ­μο­ρία.
Την άνοι­ξη του 1945, οι ηγέ­τες του Κι­νή­μα­τος Ανε­ξαρ­τη­σί­ας της Σι­κε­λί­ας συ­να­ντή­θη­καν με τον Τζου­λιά­νο και του πρό­τει­ναν να εντα­χθεί στην πα­ρα­στρα­τιω­τι­κή ομά­δα τους, τον ΕΛ­ΒΙΣ. Ο Τζου­λιά­νο ζή­τη­σε δέ­κα εκα­τομ­μύ­ρια λι­ρέ­τες που του δό­θη­καν, μα­ζί με την υπό­σχε­ση για όπλα και πυ­ρο­μα­χι­κά, ενώ ο ίδιος διο­ρί­στη­κε συ­νταγ­μα­τάρ­χης. 

Με­τά από αυ­τή τη συμ­φω­νία ξε­κί­νη­σε ανταρ­το­πό­λε­μο κα­τά των αρ­χών, πραγ­μα­το­ποιώ­ντας επι­θέ­σεις στους στρα­τώ­νες και στις πε­ρι­πό­λους των κα­ρα­μπι­νιέ­ρων. Σε αυ­τή την πε­ρί­ο­δο, η προ­πα­γάν­δα του κι­νή­μα­τος κα­τά­φε­ρε να οι­κο­δο­μή­σει μια ει­κό­να γύ­ρω από τον Τζου­λιά­νο όμοια με εκεί­νη του Ρο­μπέν των Δα­σών, φτά­νο­ντας στο ση­μείο να δι­καιο­λο­γή­σει τα εγκλή­μα­τα που δια­πρά­χθη­καν από τον ίδιο και τους συ­ντρό­φους του. 

Την ίδια πε­ρί­ο­δο, ο δη­μο­σιο­γρά­φος Τζά­κο­πο Ρί­τζα, δη­μο­σί­ευ­σε στο πε­ριο­δι­κό Tempo μια συ­νέ­ντευ­ξη του Σαλ­βα­τό­ρε Τζου­λιά­νο με τί­τλο «Για πρώ­τη φο­ρά ο Τζου­λιά­νο προ­σεγ­γί­στη­κε, φω­το­γρα­φή­θη­κε και έδω­σε συ­νέ­ντευ­ξη» δη­μιουρ­γώ­ντας με­γά­λη αί­σθη­ση και κα­θι­στώ­ντας τον ευ­ρύ­τε­ρα γνω­στό. Ο Ρί­τζα πή­γε στη Σι­κε­λία συ­νο­δευό­με­νος από ένα φω­το­γρά­φο και, με τη με­σο­λά­βη­ση ενός αφε­ντι­κού της Κό­ζα Νό­στρα, κα­τά­φε­ρε να συ­να­ντή­σει τον Τζου­λιά­νο σε ένα απο­μο­νω­μέ­νο ση­μείο και να του πά­ρει συ­νέ­ντευ­ξη, που συ­νο­δεύ­τη­κε από πολ­λές φω­το­γρα­φί­ες.

 https://hartis-ad7b.kxcdn.com/assets/generalUploads/Malandrakis-69-08.jpghttps://hartis-ad7b.kxcdn.com/assets/generalUploads/Malandrakis-69-07.jpg
Ένα χρό­νο αρ­γό­τε­ρα, τα πράγ­μα­τα θα έπαιρ­ναν μια κρί­σι­μη στρο­φή. Με την αμνη­στία που δό­θη­κε το 1946 για πο­λι­τι­κά εγκλή­μα­τα, και την πα­ράλ­λη­λη προ­κή­ρυ­ξη εκλο­γών, το Κί­νη­μα Ανε­ξαρ­τη­σί­ας απο­φά­σι­σε να λά­βει επί­ση­μα μέ­ρος, γυ­ρί­ζο­ντας την πλά­τη στον Τζου­λιά­νο και τη συμ­μο­ρία του. Χω­ρίς την αί­γλη, πλέ­ον, του αντάρ­τη αυ­το­νο­μι­στή, η κοι­νή γνώ­μη άρ­χι­σε να τον αντι­με­τω­πί­ζει ως κοι­νό εγκλη­μα­τία. Το όνο­μά του πα­ρέ­μει­νε με­λα­νά συν­δε­δε­μέ­νο με τη σφα­γή της Πορ­τέ­λα ντέ­λα Τζι­νέ­στρα, την Πρω­το­μα­γιά του 1947. Κα­τά τη διάρ­κεια της συ­γκέ­ντρω­σης για τον εορ­τα­σμό της νί­κης του Λαϊ­κού Μπλοκ στις πε­ρι­φε­ρεια­κές εκλο­γές, η συμ­μο­ρία επι­τέ­θη­κε ανοί­γο­ντας πυρ και προ­κα­λώ­ντας πολ­λούς θα­νά­τους και τραυ­μα­τι­σμούς. Υπο­κι­νη­τές αυ­τής της προ­βο­κά­τσιας ήταν μυ­στι­κοί πρά­κτο­ρες των Αμε­ρι­κα­νών και των Βρε­τα­νών, σε αγα­στή συ­νερ­γα­σία με την Κό­ζα Νό­στρα, με σκο­πό να δια­λύ­σουν την ανερ­χό­με­νη εκλο­γι­κή δύ­να­μη των αρι­στε­ρών. Μέ­σω ενός κυ­βερ­νη­τι­κού αξιω­μα­τού­χου υπο­σχέ­θη­καν στον Τζου­λιά­νο ότι θα έδι­ναν στον ίδιο και τα μέ­λη του την αμνη­στία που εί­χαν στε­ρη­θεί ως ποι­νι­κοί. Η συμ­μο­ρία επι­τέ­θη­κε στο πλή­θος σκο­τώ­νο­ντας 11 άτο­μα (ανά­με­σά τους και παι­διά) και τραυ­μα­τί­ζο­ντας 37 δια­δη­λω­τές. Η απο­στρο­φή που προ­κά­λε­σε η αι­μα­το­χυ­σία άλ­λα­ξε εντε­λώς τα δε­δο­μέ­να. Έχο­ντας επί­γνω­ση ότι εί­χε γί­νει ενο­χλη­τι­κός και εν πολ­λοίς επι­κίν­δυ­νος για τους πρώ­ην συ­νερ­γούς του, ο Τζου­λιά­νο επι­χεί­ρη­σε να κα­λύ­ψει τα νώ­τα του με μια επι­στο­λή που έστει­λε στη l'Unità, κά­νο­ντας νύ­ξεις για τις σχέ­σεις που εί­χε με γνω­στούς πο­λι­τι­κούς. Η δη­μο­σί­ευ­ση τά­ρα­ξε τα νε­ρά, ση­μαί­νο­ντας ταυ­τό­χρο­να το επερ­χό­με­νο τέ­λος του. https://hartis-ad7b.kxcdn.com/assets/generalUploads/Malandrakis-69-03.jpgΣτις 5 Ιου­λί­ου 1950, ο 28χρο­νος Σαλ­βα­τό­ρε Τζου­λιά­νο βρέ­θη­κε νε­κρός στην αυ­λή ενός σπι­τιού στο χω­ριό Κα­στελ­βε­τρά­νο.Μια από τις πιο συγκλονιστικές σκηνές της ταινίας είναι η αναγνώριση του σώματος του ληστή από τη μητέρα του. Η επί­ση­μη δή­λω­ση της Διοί­κη­σης των Δυ­νά­με­ων Κα­τα­στο­λής Λη­στών ανέ­φε­ρε ότι εί­χε σκο­τω­θεί κα­τά τη διάρ­κεια ανταλ­λα­γής πυ­ρών με μια μο­νά­δα κα­ρα­μπι­νιέ­ρων. Από την αρ­χή, ωστό­σο, υπήρ­ξαν αρ­κε­τές αντι­φά­σεις στην εκ­δο­χή των ερευ­νη­τών για το θά­να­το του λη­στή. Ο δη­μο­σιο­γρά­φος Το­μά­ζο Μπε­σό­τζι δη­μο­σί­ευ­σε μια έρευ­να με τί­τλο «Το μό­νο σί­γου­ρο εί­ναι ότι ο Τζου­λιά­νο εί­ναι νε­κρός», στην οποία τό­νι­σε τις αντι­φά­σεις της επί­ση­μης εκ­δο­χής, ενώ ένα άλ­λο άρ­θρο, του δη­μο­σιο­γρά­φου Νι­κό­λα Αντέλ­φι, κα­το­νό­μα­σε ως δο­λο­φό­νο το συ­νερ­γά­τη και δε­ξί χέ­ρι του Τζου­λιά­νο, Γκα­σπά­ρε Πι­σιό­τα. https://upload.wikimedia.org/wikipedia/it/archive/a/a0/20160311110409%21Salvatore_Giuliano_e_Pisciotta.jpg
Το δη­μο­σί­ευ­μα απο­δεί­χθη­κε αλη­θές. Κα­τά τη διάρ­κεια της ακρο­α­μα­τι­κής δια­δι­κα­σί­ας στη δί­κη για την σφα­γή της Πορ­τέ­λα ντέ­λα Τζι­νέ­στρα, ο Γκα­σπά­ρε Πι­σιό­τα πα­ρα­δέ­χτη­κε τη συμ­με­το­χή του στην επί­θε­ση και κα­τη­γό­ρη­σε μο­ναρ­χι­κούς και Χρι­στια­νο­δη­μο­κρά­τες βου­λευ­τές ως εμπνευ­στές της προ­βο­κά­τσιας, δη­λώ­νο­ντας ότι εκεί­νοι τον έστει­λαν να πυ­ρο­βο­λή­σει το πλή­θος. Το δι­κα­στή­ριο έκρι­νε αβά­σι­μες τις κα­τη­γο­ρί­ες του, κα­θώς εί­χε ήδη δώ­σει εν­νέα δια­φο­ρε­τι­κές εκ­δο­χές για τους πο­λι­τι­κούς υπο­κι­νη­τές της σφα­γής. Όπως προ­έ­κυ­ψε, ο Πι­σιό­τα έπαι­ζε δι­πλό ρό­λο, έχο­ντας γί­νει έμπι­στος της Διοί­κη­σης των Δυ­νά­με­ων Κα­τα­στο­λής. Ο Τζου­λιά­νο δο­λο­φο­νή­θη­κε από τον Πι­σιό­τα, ενώ κοι­μό­ταν σε ένα σπί­τι- κρυ­ψώ­να στο Κα­στελ­βε­τρά­νο. Το σώ­μα του με­τα­φέρ­θη­κε κα­τό­πιν στην αυ­λή του σπι­τιού, όπου οι κα­ρα­μπι­νιέ­ροι σκη­νο­θέ­τη­σαν ένα επει­σό­διο με ανταλ­λα­γή πυ­ρο­βο­λι­σμών, για να επι­τρέ­ψουν στον Πι­σιό­τα να δρα­πε­τεύ­σει και να συ­νε­χί­σει τη δου­λειά του ως έμπι­στος της αστυ­νο­μί­ας. Η υπό­θε­ση, όμως, δεν έκλει­σε εκεί. Ακο­λού­θη­σε το τε­λι­κό ξε­κα­θά­ρι­σμα, με το κλεί­σι­μο των ενο­χλη­τι­κών στο­μά­των. Τέσ­σε­ρα χρό­νια αρ­γό­τε­ρα, ο Γκα­σπά­ρε Πι­σιό­τα φυ­λα­κί­ζε­ται και πε­θαί­νει στο κε­λί του, έχο­ντας πιει κα­φέ με στρυ­χνί­νη αντί ζά­χα­ρης. Άλ­λοι λη­στές που ανή­καν στη συμ­μο­ρία του Τζου­λιά­νο και γνώ­ρι­ζαν πρό­σω­πα και κα­τα­στά­σεις, πέ­θα­ναν χτυ­πη­μέ­νοι από μυ­στη­ριώ­δη χέ­ρια. Ο φά­κε­λος της υπό­θε­σης κα­τέ­λη­ξε στο αρ­χείο, χω­ρίς να έχει λυ­θεί το αί­νιγ­μα του θα­νά­του του Τζου­λιά­νο. Ώσπου, το 1962, ο Φραν­τσέ­σκο Ρό­ζι απο­φά­σι­σε να ασχο­λη­θεί με αυ­τή τη σκο­τει­νή σε­λί­δα της ιτα­λι­κής ιστο­ρί­ας, προ­σφέ­ρο­ντας πα­ράλ­λη­λα ένα τρα­χύ πορ­τρέ­το της ίδιας της Σι­κε­λί­ας.[..............................................]

Σαλβατόρε Τζουλιάνο: Ο αινιγματικός ληστής

 https://hartis-ad7b.kxcdn.com/assets/generalUploads/Malandrakis-69-04.jpg

**********************

Δείτε τη σπουδαία ταινία του   Φραντσέσκο Ρόσι.

https://hartis-ad7b.kxcdn.com/assets/generalUploads/Malandrakis-69-01.jpg

Ελληνική Βικιπαίδεια - ΒικιπαίδειαΤζουλιάνο, ο αρχιληστής (1962)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Traffic (2000): ο κολασμένος χώρος της διακίνησης των ναρκωτικών στα σύνορα Μεξικού-ΗΠΑ

Το Traffic ( ελληνικά : Κυκλοφορία ) είναι μια κινηματογραφική αμερικανική ταινίου είδους εγκληματικού δράματος του 2000 σε σκηνοθεσία του ...