Τετάρτη, Σεπτεμβρίου 01, 2021

“Η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός είχαν μια ευκαιρία να διορθώσουν προβλήματα. Κατάφεραν να χρεωθούν ένα πολιτικό φιάσκο. Γιατί σκέφτηκαν με όρους «εικόνας» και όχι ουσίας”

 bras de fer kafkaien | fabien lombard | Flickr


Mano a mano/ Οι παρενέργειες της περίπτωσης Αποστολάκη


Η περίπτωση της υπουργοποίησης Αποστολάκη συνιστά εκ του αποτελέσματος επικοινωνιακό φιάσκο ενός ανασχηματισμού στον οποίον επενδύθηκαν προσδοκίες διαφυγής από το βαρύ κλίμα μετά τις καταστροφές του καλοκαιριού και το αποτύπωμα των πρώτων δημοσκοπήσεων. Επ΄ αυτού συμφωνούν χαμηλοφώνως ακόμα και κυβερνητικά στελέχη.

Αυτή την εξέλιξη δεν μπορεί να ακυρώσει η εκ των υστέρων προσπάθεια να αμαυρωθεί ο ίδιος ο πρώην αρχηγός ΓΕΕΘΑ και πρώην υπουργός Άμυνας. Όχι πως δεν φταίει. Ένας ακμαίος ναύαρχος που δεν επαναπαύεται στην αποστρατεία κολακεύτηκε από την πρόταση του πρωθυπουργού και χειρίστηκε, δυστυχώς, την υπόθεση ως άπειρος ναυτόπαις. Εξέρχεται αναμφίβολα “βρεγμένος” από το ναυάγιο, εισπράττοντας οργή, και από το Μέγαρο Μαξίμου, και από την Κουμουνδούρου. Από φίλα προσκείμενα στην κυβέρνηση μιντιακά κέντρα εκπορεύεται η επιχείρηση διασυρμού του (κακώς), με τον ΣΥΡΙΖΑ έχει διαρραγεί η σχέση εμπιστοσύνης που υπήρχε τα τελευταία χρόνια.

Το κεντρικό ζήτημα, ωστόσο, δεν αφορά (μόνο) τον Βαγγέλη Αποστολάκη. “Η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός είχαν μια ευκαιρία να διορθώσουν προβλήματα. Κατάφεραν να χρεωθούν ένα πολιτικό φιάσκο. Γιατί σκέφτηκαν με όρους «εικόνας» και όχι ουσίας”, γράφει ο Λευτέρης Χαραλαμπόπουλος στο in.gr του Ομίλου Μαρινάκη και δεν έχει άδικο. Το Μέγαρο Μαξίμου χειρίστηκε πλημμελώς έναν σημαντικό πολιτικό συμβολισμό λόγω της βεβαιότητας πως όλα στην πολιτική μπορεί να μετατρέπονται σε υγιεινούς επικοινωνιακούς περιπάτους όταν αισθάνεσαι κυρίαρχος του παιχνιδιού.

Η γραμμή είναι λεπτή. Χθες το πρωί η κυβέρνηση ετοιμαζόταν να ανακοινώσει έναν ανασχηματισμό, που αν υλοποιούνταν κατά τον σχεδιασμό θα αποτελούσε μεγάλη επικοινωνιακή ήττα για το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης και προσωπικά τον αρχηγό του, λίγες ώρες μετά βρισκόταν αντιμέτωπη με ένα δικό της πολιτικό φιάσκο. “Mano a mano”, η αντιπαράθεση μεταξύ του Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Αλέξη Τσίπρα, με νικητή εν προκειμένω τον δεύτερο.

Ο δεύτερος κατόρθωσε να περιχαρακώσει το κόμμα του απέναντι στην προσπάθεια “εισπήδησης” και να στείλει το μήνυμα πως μπορεί ο πρωθυπουργός να προσεταιρίζεται όποτε θέλει έναν Χρυσοχοϊδη, μια Μενδώνη, πιθανώς έναν Φλωρίδη, μια Διαμαντοπούλου, ακόμα και τον Βενιζέλο και όποιους άλλους από το ΚΙΝ.ΑΛ, δεν μπορεί, ωστόσο, να το κάνει με τον ΣΥΡΙΖΑ. Μπορεί να αφορούν όλα αυτά έναν μικρόκοσμο της πολιτικής, τελικά, όμως, δημιουργούν ένα (χρήσιμο) πολιτικό και επικοινωνιακό φορτίο για τον Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος τον τελευταίο καιρό επιχειρεί να ξαναμπεί δυναμικά στο παιχνίδι της πόλωσης με εκλογικό ορίζοντα.

Στην υπόθεση Αποστολάκη, το Μέγαρο Μαξίμου έκανε πολλά λάθη. Πρωτίστως, στο αίτημα περί συναίνεσης ή έστω συνεννόησης μετά το καλοκαίρι της καταστροφής δεν απάντησε θεσμικά αλλά επικοινωνιακά. Προκάλεσε σύγχυση σχετικά με τις προθέσεις του. Ο στόχος ήταν μια δομική αλλαγή στην πολιτική προστασία που θα λειτουργούσε υπερκομματικά, ή μια tailor made κυβερνητική θέση που θα προσέλκυε ένα πολύ σημαντικό στέλεχος της προηγούμενης κυβέρνησης και εξ απορρήτων σύμβουλο του Αλέξη Τσίπρα; Φαίνεται πως υπερίσχυσε το δεύτερο.

Επίσης, στην κυβέρνηση δεν κατανόησαν πως μια ουσιαστικά συναινετική επιλογή δεν υλοποιείται στο παρασκήνιο, μέσω εξωθεσμικών αγγελιοφόρων, αλλά ευθέως. Απαιτείτο απευθείας επικοινωνία με τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Μόνο τότε η άρνηση του Αλέξη Τσίπρα θα αλλοίωνε τις κατά καιρούς θέσεις του περί συνεννοήσεως και ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα είχε κάθε δίκιο να μεμφθεί τις προθέσεις του ως ψευδείς, υποκριτικές και ανυπόστατες.

Ακόμα και την τελευταία στιγμή (όπως αποκαλύπτει στο ρεπορτάζ του στο libre ο Σωτήρης Μπολάκης), ο πρωθυπουργός επικοινώνησε τηλεφωνικά με την Φώφη Γεννηματά, απέφυγε, όμως, να μιλήσει με τον Αλέξη Τσίπρα. Συναίνεση, όμως, δι’ αντιπροσώπων δεν νοείται. Κι εδώ αποκαλύπτεται πως η “χημεία” των δύο ανδρών έχει βαρύτατο αρνητικό φορτίο από το παρελθόν ώστε να μην είναι (προσώρας) εφικτή οιαδήποτε σύγκλιση.

Προσπερνώντας όλα τα παραπάνω προβάλλει το ερώτημα: Πόσο ειλικρινείς είναι οι προθέσεις του πρωθυπουργού για ένα αυτόνομο υπουργείο πολιτικής προστασίας που θα εξασφαλίσει στρατηγική, επιχειρησιακές πολιτικές και μέτρα έναντι των συνεπειών της κλιματικής κρίσης; Εφόσον ο σκοπός δεν ήταν μόνο η “μεταγραφή” Αποστολάκη, ο Κυριάκος Μητσοτάκης οφείλει άμεσα να το αποδείξει. Και το κατάλληλο πρόσωπο να βρει, και την κεντρική πολιτική του απόφαση να υλοποιήσει τάχιστα.

Δεν υπάρχουν σχόλια: