Ο Αντώνης Βακιρτζής γεννιέται στις 12 Σεπτεμβρίου 1950 στη Ζάκυνθο από Κωνσταντινουπολίτες γονείς, ενώ ο αδελφός του Στέφανος είναι αγιογράφος. Ως παιδί τού αρέσει να παρατηρεί τη φύση και τα αντικείμενα προσπαθώντας να δει τι μπορεί να υπάρχει πίσω από την ορατή εικόνα, ενώ βλέπει τον σιδερά παππού του να σμιλεύει το μέταλλο.
Το 1968 βρίσκεται στην Αθήνα σπουδάζοντας γλυπτική στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών στο εργαστήριο του σημαντικού εικαστικού Γιάννη Παππά -από το 1973 έως το 1979- ενώ εργάζεται επί δύο χρόνια ως βοηθός του γλύπτη Τάκι. Οι φίλοι τον περιγράφουν ως ένα χαρούμενο και κεφάτο δημιουργό που του αρέσει να αυτοσαρκάζεται. Όταν δεν δημιουργεί στο νεοκλασικό σπίτι που μένει στα Εξάρχεια στην οδό Θεμιστοκλέους 98, στήνει με τον σουρεαλιστή εικαστικό Γρηγόρη Σεμιτέκολο θεατρικά δρώμενα στους δρόμους. Απόλυτα ενταγμένος στην αντισυμβατικότητα της εποχής, εμφανίζεται πολλές φορές στη Σχολή του μεταμφιεσμένος ως καμπούρης ή γριά, κυκλοφορεί με μια παλιά BMW μηχανή που τη μαστιγώνει στη σέλα για να τρέξει περισσότερο, ενώ συμμετέχει στις αντιχουντικές δράσεις της εποχής και στην εξέγερση του Πολυτεχνείου. Η ζωή γι αυτόν είναι ένα υλικό που περιμένει να πλαστεί στα χέρια του όπως αναφέρει σε ποίημα του το 1971:
Σαν είμαστε παιδιά
επιχειρήσαμε να παίξουμε θέατρο,
Σαίξπηρ, Τένεσι Ουίλιαμς, Πιραντέλο.
Αποτύχαμε.
Δεν μπορούσαμε να υποκριθούμε
τους ρόλους.
Σήμερα είμαστε έτοιμοι.
Η παράσταση αρχίζει.
Συγκεντρώνει στο εργαστήριό του μεταχειρισμένα σίδερα, μέταλλα, κομμάτια από οικοδομές, εξαρτήματα από μηχανές, έπιπλα, αντικείμενα άχρηστα για τους πολλούς, τα οποία αναδημιουργεί και ανασυνθέτει δίνοντάς τους νέα ζωή, μετατρέποντάς τα σε γλυπτά, πίνακες, μάσκες και θεατρικά κοστούμια. Παρόλα αυτά λέει ότι αν δεν ήταν γλύπτης και ζωγράφος θα ήθελε να είναι αρχιτέκτονας γιατί «…είναι συγκλονιστικό να φτιάχνεις ανθρώπινο χώρο».
Όμως παράλληλα με τα έργα του σχεδιάζει την απρόσμενη εκούσια έξοδο του, πρώτα στο χαρτί
Ελάτε μην φοβάστε, δεν βγάζει
καπνό η φωτιά που με φύλλα
ξερά είναι θρεμμένη.
Δέστε πως θέριεψε !
Θα πηδήξω πρώτος.
Και εν συνεχεία εκτελεί την κορυφαία περφόμανς «παράστασή» του: αυτοπυρπολείται τον Σεπτέμβριο του 1981 στα Εξάρχεια σε ηλικία μόλις 31 ετών …
Εκτός από το, ημιτελές, εικαστικό του έργο, που παρουσιάζεται και σε Έκθεση στο Μουσείο Μπενάκη, ο Βεζιρτζής «πρωταγωνιστή», ακούσια, σε δύο σημαντικά μουσικά έργα κορυφαίων μουσουργών. Του Χάρη Κατσιμίχα και του Δήμου Μούτση.
Κάναμε συντροφιά και η Ρενέ ξανά ήρθε την επομένη μόνη. Το βράδυ με τον Αντώνη γοητευμένοι και οι δύο από την νέα γνωριμία πίναμε και συζητούσαμε ως μύστες του ωραίου προσπαθώντας να προσδιορίσουμε την γοητεία της. Ο Αντώνης που ήταν εικαστικός, εκείνα τα χρόνια δούλευε κάτι σχεδιαστικές φόρμες που ήταν πότε κοίλες και πότε κυρτές ανάλογα στο φως και την εσωτερική διάθεση του παρατηρητή. Μ’ αρέσει γιατί είναι «ήτο δεν ήτο» δήλωσε. Είναι θελκτική αλλά χωρίς σεξισμό. Είναι κορίτσι με την αθωότητα αγοριού. Είναι άφυλα ερωτική. Είναι νεράιδα αλλά και του κόσμου τούτου συμπλήρωσα εγώ. Η Ρενέ είχε βαφτιστεί πλέον από τον Βεζιρτζή ως «ήτο δεν ήτο». Έτσι δεν έμαθα ποτέ το επίθετό της».
Η Ρενέ εμφανίζεται λίγο διάστημα μετά με τον Σφακιανάκη σε ένα μπαρ της οδού Χάρητος στο Κολωνάκι που ονομάζεται «Λούκι», όπου ο τελευταίος τη γνωρίζει στους Χάρη Κατσιμίχα και Νίκο Ζιώγαλα. Αρκετά χρόνια αργότερα ο Σφακιανάκης μαθαίνει από τον Χάρη Κατσιμίχα πως η μυστηριώδης γοητευτική κοπέλα που παρουσιάζεται στο κλασικό πλέον τραγούδι «Μια βραδιά στο Λούκι» είναι ή Ρενέ, ή η βαφτισμένη ως «ήτο δεν ήτο» από τον Αντώνη Βεζιρτζή…
Δεν γνωρίζουμε τη σχέση που είχε ο Αντώνης Βεζιρτζής με τον Δήμο Μούτση, αλλά το βέβαιο είναι ότι ο κορυφαίος συνθέτης, μετά την τραγική αυτοπυρπόληση του Βεζιρτζή, δύο χρόνια μετά, στο πρώτο του δίσκο ως συνθέτη και ερμηνευτή («Ενέχυρο»1983) του αφιερώνει ένα συγκλονιστικό τραγούδι σε στίχους και μουσική δική του, που αξίζει τον κόπο να το ακούσετε.
Ο ΑΝΤΩΝΗΣ Β.
Ούτε καιρός για τελετές
στεφάνια και λουλούδια
για ψαλμωδίες χριστιανικές
με πένθιμα τραγούδια
μόνο γενναίοι τυμπανιστές
να' ρθουν να παίξουν ως αρμόζει -εδώ-
μπροστά σ' αυτό το θάνατο
που δε ζητάει συγγνώμη.
Φωτιά!
Μια παντοδύναμη φωτιά
που καίει και με παγώνει
κι είσαι μακριά πολύ μακριά
μ' από το νου κι απ’ την καρδιά
κι από το βάθος της ψυχής
που στ' άπειρο ζυγώνει
τα λόγια αυτά τα σκοτεινά
τα λόγια αυτά
σου τραγουδάω, Αντώνη.
Σαν έτοιμος από καιρό
που αναβολή δεν παίρνει
σαν έτοιμος για εκδίκηση
-το νόημα με βαραίνει-
μέγα ανατρίχιασμα βουβό
σαν πύρινο σεντόνι -σε τύλιξε-
που η λάμψη του ως τα μάτια μου
φτάνει και με τυφλώνει.
Κι όπως η σκέψη μου γυρνάει
σαν φλογισμένη ρόδα
εκεί βαθειά στου λογισμού
τ' απόκρυφα λημέρια
σ' αιώνες πίσω σκοτεινούς με πας
καθώς ακίνητος μοιάζεις
αρχαίο φλεγόμενο άγαλμα
στων χριστιανών τα χέρια.
Φωτιά!
Μια παντοδύναμη φωτιά
που καίει και με παγώνει
κι είσαι μακριά πολύ μακριά
μ' από το νου κι απ’ την καρδιά
κι από το βάθος της ψυχής
που στ' άπειρο ζυγώνει
τα λόγια αυτά τα σκοτεινά
τα λόγια αυτά
σου τραγουδάω, Αντώνη.
Στο ξεκίνημα της, σύντομης, εικαστικής του πορείας.
Μια από τις μεταμφιέσεις του στη Σχολή Καλών Τεχνών.
Προσωπογραφία. Αντώνης Βεζιρτζής 1950-1981…
Ο καλός του συμπατριώτης Κώστας Κιτσίκης έφτιαξε ένα μπλογκ για τον Αντώνη – εδώ.
Έργο του όπως εμφανίζεται στο εξώφυλλο της έκδοσης που έκανε το Μουσείο Μπενάκη γι αυτόν.
Αφηρημένο τοπίο από γύψο και ξύλο, ένα από τα 60 έργα του Αντώνη Βεζιρτζή που εκτέθηκαν στο Μουσείο Μπενάκη, το 2008
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου