
Τάκης Γραμμένος
Ερμηνεία της πόλης
Συγγραφέας: Τάκης Γραμμένος
Αθήνα, 1999
ISBN: 978-960-7949-64-6
Κυκλοφορεί
Τάκης Γραμμένος, Ερμηνεία της πόλης (ΙI)
Ούτε το φεγγάρι των Σάρδεων
μια νύχτα στην οδό Ολύμπου
τον έκανε να εννοήσει την τέχνη ως ηδονή.
Συνήθως εκεί ήταν δυνάμεις που το λιγόστευαν
και βρεμένα κοστούμια ριγέ στο δρόμο
και όλα έχουν αλλάξει. Καλύτερα ίσως.
Άλλη ήταν η πλατεία, άλλα τα σπίτια
ήταν απόβροχα της χρηστομάθειας
αρχαίων επιγραμμάτων
στις πολυκατοικίες της οδού Ολύμπου
ερωτιδείς, Φαέθωνες, κάτι γύψινες διακοσμήσεις
όλα τα αποβράσματα της αρχαιότητας.
Από τη συλλογή Ερμηνεία της πόλης (1999)
Τάκης Γραμμένος, Ερμηνεία της πόλης (Ι)
Κατασκευάζει ο καιρός προοπτικές αθανασίας
με τη μορφή αιμάτινων παραπετασμάτων στις πεδιάδες
άνοιξη νωρίς το απόγευμα
κυρίως στο ύψος των ανθέων του ηλίου
υπό την επήρειαν του βλέμματος του Θεού
και των ανθρώπων που φωνάζουν τις απόψεις τους.
Κάθε τι εξηγεί τα πάντα
και ό,τι αποκαλείται νόημα ή λέξη
είναι πέταλο άνθους που τρέμει
και απορεί για την καταστροφή του καιρού.
(Άνοιξη ’92)
Από τη συλλογή Ερμηνεία της πόλης (1999)
III
Τάκης Γραμμένος, Οι άγιοι λυχνούχοι των Βαλκανίων
Σα βασιλιάδες μέσα σε δωμάτιο σκοτεινό
συζητάνε χαμηλά οι συνειδήσεις των πόλεων.
Έξω στους δρόμους πάνω σε κολόνες
άγιοι λυχνούχοι φέγγουνε για τους περαστικούς.
Δεν έχω να πω για καμιά μυθολογία
ήρεμη σαν τους καιρούς
καθώς γυρνάν τα φύλλα.
Αλλά αυτές τις Κυριακές του φθινοπώρου που θα ’ρθουν
θα πάρω και πάλι το κατασκότεινο τρένο
με κινήσεις σαν έκρηξη άστρων
να πάω να βρω τα κύματα των ανθρώπων
στους κεντρικούς δρόμους και στις αγορές
την κατάνυξη των διαφανειών στης θάλασσας το πρωινό
τη μελαγχολία των κίτρινων φύλλων
την συγκίνηση των αγαλμάτων
που ο χαλκός τους μια μέρα θα λιώσει
και θα γενεί ποτάμι με φωτιές στους δρόμους
ή και ψυχές, όπου θα ξεγλιστράν σαν τους αέρηδες
μέσ’ από τις πτυχώσεις των παλτών
τις ράγες των τραμ
και τους αρχιτεκτονικούς ρυθμούς.
Τότε, γυναίκες σαν τις μακεδόνισσες
θα με κεράσουνε κρασί
να ραντίσω τριγύρω να ’ρθουν οι νεκροί
σ’ ένα χωριό του βορρά πλάι στις ράγες των τρένων
όλο ομίχλες.
Κολοσσικοί ρυθμοί με ξετινάζουνε
σε τούτες τις πόλεις και τα χωριά
και πέφτω σα σκουπίδι στους δρόμους
από ψηλά
χορεύοντας με χίλιους ήλιους μπλε
χωρίς σελήνες
πιάνοντας παρέα με παραδείσια πουλιά
και πέφτω σα σκουπίδι στους δρόμους
πάνω στα μαρμαρένια αλώνια
καθώς τρία μαύρα πουλιά ρίχνουνε σκιές
στο λιμάνι της αποικίας.
Τρία μαύρα πουλιά
άγριοι δολοφόνοι των ημερών μου
μαυρίσανε τα κύματα
Ίσως γιατί εμείς, δε μεγαλώσαμε σε εποχή
όπου μοντάρουνε δύο και τρεις ιδεολογίες
αλλά σε μία εποχή
όπου μοντάραν πολυκατοικίες
κι όπου τ’ αγάλματα, άμα μιλούσαν
λέγανε πράγματα ποιητικά
μέσα σε ακάλυπτους χώρους και σε σύννεφα
μιας πόλης προσιτής μονάχα σε κηδείες.
Μιαν άλλη μέρα θα πάρω το τρένο
και θ’ ανέβω πλάι στο φεγγάρι σχεδόν
ν’ ανακαλύψω τις ιδιορρυθμίες και το μεγαλείο
των ποιητών που καίγονται στους γαλαξίες
και τη ζοφερή ιεραρχία
της αρρυθμίας των πόλεων
Από τη συλλογή Τρίτη ιστορία (1981)
Τάκης Γραμμένος, Οι άγιοι λυχνούχοι των Βαλκανίων
Σα βασιλιάδες μέσα σε δωμάτιο σκοτεινό
συζητάνε χαμηλά οι συνειδήσεις των πόλεων.
Έξω στους δρόμους πάνω σε κολόνες
άγιοι λυχνούχοι φέγγουνε για τους περαστικούς.
Δεν έχω να πω για καμιά μυθολογία
ήρεμη σαν τους καιρούς
καθώς γυρνάν τα φύλλα.
Αλλά αυτές τις Κυριακές του φθινοπώρου που θα ’ρθουν
θα πάρω και πάλι το κατασκότεινο τρένο
με κινήσεις σαν έκρηξη άστρων
να πάω να βρω τα κύματα των ανθρώπων
στους κεντρικούς δρόμους και στις αγορές
την κατάνυξη των διαφανειών στης θάλασσας το πρωινό
τη μελαγχολία των κίτρινων φύλλων
την συγκίνηση των αγαλμάτων
που ο χαλκός τους μια μέρα θα λιώσει
και θα γενεί ποτάμι με φωτιές στους δρόμους
ή και ψυχές, όπου θα ξεγλιστράν σαν τους αέρηδες
μέσ’ από τις πτυχώσεις των παλτών
τις ράγες των τραμ
και τους αρχιτεκτονικούς ρυθμούς.
Τότε, γυναίκες σαν τις μακεδόνισσες
θα με κεράσουνε κρασί
να ραντίσω τριγύρω να ’ρθουν οι νεκροί
σ’ ένα χωριό του βορρά πλάι στις ράγες των τρένων
όλο ομίχλες.
Κολοσσικοί ρυθμοί με ξετινάζουνε
σε τούτες τις πόλεις και τα χωριά
και πέφτω σα σκουπίδι στους δρόμους
από ψηλά
χορεύοντας με χίλιους ήλιους μπλε
χωρίς σελήνες
πιάνοντας παρέα με παραδείσια πουλιά
και πέφτω σα σκουπίδι στους δρόμους
πάνω στα μαρμαρένια αλώνια
καθώς τρία μαύρα πουλιά ρίχνουνε σκιές
στο λιμάνι της αποικίας.
Τρία μαύρα πουλιά
άγριοι δολοφόνοι των ημερών μου
μαυρίσανε τα κύματα
Ίσως γιατί εμείς, δε μεγαλώσαμε σε εποχή
όπου μοντάρουνε δύο και τρεις ιδεολογίες
αλλά σε μία εποχή
όπου μοντάραν πολυκατοικίες
κι όπου τ’ αγάλματα, άμα μιλούσαν
λέγανε πράγματα ποιητικά
μέσα σε ακάλυπτους χώρους και σε σύννεφα
μιας πόλης προσιτής μονάχα σε κηδείες.
Μιαν άλλη μέρα θα πάρω το τρένο
και θ’ ανέβω πλάι στο φεγγάρι σχεδόν
ν’ ανακαλύψω τις ιδιορρυθμίες και το μεγαλείο
των ποιητών που καίγονται στους γαλαξίες
και τη ζοφερή ιεραρχία
της αρρυθμίας των πόλεων
Από τη συλλογή Τρίτη ιστορία (1981)

[Φωτογραφία Γιάννη Βανίδη]
Ο Τάκης Γραμμένος γεννήθηκε το 1947 στη Θεσσαλονίκη, στην αρχαιολογική υπηρεσία της οποίας εργάστηκε μετά το 1973. Είναι διδάκτωρ προϊστορικής αρχαιολογίας (ΑΠΘ), επίτιμος Έφορος Αρχαιοτήτων και πρώην διευθυντής του Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης. Το επιστημονικό του έργο αναφέρεται κατά κύριο λόγο στη νεολιθική εποχή της Μακεδονίας και της Βαλκανικής Χερσονήσου. Από τις αρχές της δεκαετίας του '80 εξέδωσε συνολικά τέσσερις ποιητικές συλλογές, που περιλαμβάνονται όλες στην έκδοση "Ιωνικά και βόρεια ποιήματα" (Μελάνι, 2016).
Συνεργάστηκε με πολλά περιοδικά, εξέδωσε έναν τόμο με δοκιμιακά και άλλα κείμενα (Αναδρομή, University Studio Press 2000) και έναν τόμο με κείμενα ημερολογιακού-βιογραφικού χαρακτήρα (Σελίδες για ημερολόγιο, Αλτιντζής 2002). Αρθρογραφεί τακτικά στο hartismag.gr. Είναι μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου