Όλοι ίσοι, έστω μετά θάνατον
Ντανίλο Κις, «Η εγκυκλοπαίδεια των νεκρών», μετάφραση Μαρία Κεσίνη, εκδόσεις Καστανιώτης, 2018
Ο Ντανίλο Κις, βαλκάνιος συγγραφέας με κεντροευρωπαϊκές και μπορχικές επιρροές, αποτύπωσε στο έργο του τη βιαιότητα της Ιστορίας μέσα από μια ασυνήθιστη λογοτεχνική φωνή, πάντα πολιτική, βασισμένη στην ιστορία του 20ού αιώνα η οποία χτίστηκε πάνω στο θάνατο εκατομμυρίων ανθρώπων.
Στα ελληνικά μεταφράστηκαν τα περισσότερα γραπτά του, αρκετά βρίσκονται εκτός κυκλοφορίας. Θα άξιζε να ξεκινήσουμε από την «τριλογία της μαθητείας»: «Πρώιμα βάσανα», «Κήπος, στάχτες», «Κλεψύδρα» (Κέδρος) που σχετίζεται με την παιδική ηλικία του συγγραφέα και τη δραματική ιστορία του πατέρα του. Η απλοϊκή ματιά του παιδιού καθορίζει αφηγηματικά τα δύο πρώτα βιβλία ενώ στην Κλεψύδρα ο συγγραφέας περνάει στην επικράτεια του Τζόις κάτι που θα παραδεχθεί και ο ίδιος σε συνεντεύξεις του.
Με τον Τζόις μοιραζόταν μια εκπληκτική σύμπτωση: «Ο πατέρας μου είδε το φως στη Δυτική Ουγγαρία και αποφοίτησε από την Εμπορική Ακαδημία στον τόπο γεννήσεως κάποιου κυρίου Βίραγκ, ο οποίος με την ευλογία του κυρίου Τζέιμς Τζόις, θα γίνει ο περίφημος Λέοποντ Μπλουμ» («Σύντομη αυτοβιογραφία» στην πρώτη έκδοση της Εγκυκλοπαίδειας στον Εξάντα, το 1992). Η μετέπειτα επιρροή του Μπόρχες θα τον μεταμορφώσει ριζικά όπως και ο Μπρούνο Σουλτς («Ο Σουλτς είναι ο Θεός μου», είπε κάποτε στον Τζόν Άπντάικ).
Ο πατέρας του πέθανε στο Άουσβιτς το 1944 και κάποια γράμματα που άφησε πίσω του αποτέλεσαν για τον Ντανίλο Κις ένα είδος λογοτεχνικής παρακαταθήκης, υλικό βαρύτιμο για τον κόσμο των Εβραίων της Ουγγαρίας και των Ούγγρων φασιστών που κατέλαβαν τη Γιουγκοσλαβία κατά τη διάρκεια του πολέμου.
Το εργαστήριο της βιωματικής του γραφής
Ο Ντανίλο Κις γεννήθηκε το 1935 στην Σουμπότιτσα της Σερβίας κοντά στα ουγγρικά σύνορα. Έζησαν εκεί οικογενειακά μέχρι το 1942 χρονιά της σφαγής Εβραίων και Σέρβων από τους Ούγγρους φασίστες με εκατόμβες θυμάτων. Ο Ντανίλο Κις είδε πτώματα να πλέουν στο ποτάμι και να σωριάζονται στους δρόμους, είδε φίλους και γείτονες κατακρεουργημένους. Αυτό αποτέλεσε το εργαστήριο της βιωματικής βασανιστικής του γραφής.
Μετά τις σφαγές διέφυγαν στην επαρχία της Ουγγαρίας όπου έζησαν σε απόλυτη φτώχεια. Ο Ντανίλο δούλεψε σαν εργάτης στα χωράφια και, όταν πήραν τον πατέρα του στο Άουσβιτς, επέστρεψαν στο Μοντενέγκρο και πήγε στο γυμνάσιο. Είχαν γλυτώσει λόγω της Μαυροβούνιας Χριστιανής μητέρας του που βάπτισε τον Ντανίλο στα πέντε του Ορθόδοξο Χριστιανό.
Τελειώνοντας το λύκειο γράφτηκε στο Πανεπιστήμιο του Βελιγραδίου και ήταν ο πρώτος απόφοιτος της νέας έδρας της Συγκριτικής Λογοτεχνίας. Έζησε στο Παρίσι από το 1962 και το 1968 βίωσε τον γαλλικό Μάη. Σαν τον Ναμπόκοφ, τον οποίο εκτιμούσε πολύ, προτίμησε τη γραφή παρά το δρόμο, το θεωρούσε εμπόδιο στη συγγραφική του εξέλιξη.
Προσωπική μνήμη χωρίς τη γενίκευση της Ιστορίας
Σε ένα άρθρο του που δημοσιεύτηκε το 1978, ο Ντανίλο Κις διαχώρισε το διήγημα στην «πριν τον Μπόρχες και μετά τον Μπόρχες» εποχή. «Η εγκυκλοπαίδεια των νεκρών» ανήκει στη δεύτερη περίοδο όπου οι μυθοπλασίες εμπλέκονται με τη φαντασία, τη μεταφυσική, τα ντοκουμένα, τα αρχεία. Χωρίς κραυγαλέες καταγγελίες στο υπόστρωμα της μυθοπλασίας του βρίσκεται το Ολοκαύτωμα και ο Σταλινισμός.
Τα διηγήματα της συλλογής «Η εγκυκλοπαίδεια των νεκρών» βασίζονται στη Βίβλο, στο Κοράνι, σε μεσαιωνικές αφηγήσεις, στη συνωμοσιολογία του 20ού αιώνα. Η παράθεση των τίτλων είναι ενδεικτική της θεματολογίας: Σίμων ο Μάγος, Επικήδειες τιμές, Η εγκυκλοπαίδεια των Νεκρών, Ο θρύλος των κοιμωμένων, Ο καθρέπτης του αγνώστου, Η ιστορία του Δασκάλου και του μαθητή, Είναι ένδοξος ο υπέρ πατρίδος θάνατος, Το βιβλίο των βασιλέων και των ανόητων, Τα κόκκινα γραμματόσημα με τη μορφή του Λένιν. Ας παραμείνουμε σε ένα πολύ σημαντικό:
Το διήγημα «Η εγκυκλοπαίδεια των νεκρών» δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στο Βελιγράδι το 1981 στο περιοδικό Knjizevnost και ένα χρόνο αργότερα στο New Yorker. Αποσκοπεί στη διάσωση της προσωπικής μνήμης και της ατομικότητας αποδεσμευμένων από τη γενίκευση της Ιστορίας. Πώς να διασωθεί η ατομικότητα, πώς να διατηρηθεί το αρχείο όλου του κόσμου που να εμπεριέχει τα ονόματα και τις ζωές όλων των νεκρών;
Η αφηγήτρια, ερευνήτρια θεατρικών σπουδών, επισκέπτεται τη Βασιλική Βιβλιοθήκη της Σουηδίας, όπου της δίνεται η δυνατότητα να παραμείνει μέσα μέχρι το πρωί. Ανακαλύπτει ένα δαιδαλώδη τομέα με τη μεγαλύτερη εγκυκλοπαίδεια του κόσμου εκείνων που πέθαναν μετά το 1789 και, ανάμεσα στους άπειρους τόμους, εντοπίζει τη βιογραφία του πατέρα της που είχε πεθάνει δύο μήνες πριν.
Ένα όραμα ισότητας του κόσμου
Καθώς η ανάγνωση θα κρατούσε ως το χάραμα έπρεπε να επιλέξει πληροφορίες συγκροτώντας μια βασική περίληψη της ζωής του. Όμως όλα είναι γραμμένα τόσο μοναδικά! Οι τόποι, τα συναισθήματα, τα ταξίδια, οι χειρονομίες, οι στιγμές που δεν θα τις διάβαζες σε μια «αυθεντική» βιογραφία. Διαβάζει όσα δεν γνώριζε πριν γεννηθεί, εντοπίζει σκηνές που βίωσε και η ίδια από παιδί. Ο πατέρα της αντιμετωπίζεται, όπως και οι άλλοι νεκροί, με κάθε ιδιαιτερότητα γιατί πληροί τον όρο της καταχώρισης σε αυτήν τη μεγαλειώδη έκδοση: να μην αναφέρεται σε καμία άλλη εγκυκλοπαίδεια. Η εγκυκλοπαίδεια «εκφράζει ένα όραμα ισότητας του κόσμου... με σκοπό να διορθωθεί η επίγεια ανθρώπινη αδικία και να δοθεί σε όλα τα πλάσματα του θεού μια θέση ισοτιμίας στην αιωνιότητα». (σ.50).
Το λήμμα του πατέρα της είναι ολιγοσέλιδο αλλά συμπυκνωμένο: απόηχοι του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, χωρίς χρονολογική σειρά, ονόματα, ημερομηνίες, επιστολές, αποσπάσματα από εφημερίδες, εικόνες που ξεπηδούν ενώ διαβάζει και τις «βλέπει». Βλέπει τον πατέρα της νεότερο και ξεσπάει σε κλάματα (σαν να ξυπνάει από ένα αγχωτικό ανεκπλήρωτο όνειρο που θα μπορούσε να είναι το υπόβαθρο όλης αυτής της αφήγησης), προαισθανόμενη πόσο αφόρητη θα ήταν η απώλειά του. Ήταν τοπογράφος ο πατέρας της, διέσχισε την ενδοχώρα της Σερβίας, έφτιαξε κτηματολογικά και τοπογραφικά σχέδια που –ιδωμένα από το σήμερα– φαντάζουν σαν μια ανώφελη χαρτογράφηση της μετέπειτα διαλυμένης χώρας.
Στο καταπληκτικό αυτό διήγημα, που αξίζει να διαβαστεί πολλές φορές, αναφέρεται και η στιγμή που ο πατέρας γνωρίζει τη μέλλουσα μητέρα της. Συνεχίζοντας καταχωρούνται σημειώσεις από τα προσωπικά του τετράδια. Και η πιο ασήμαντη λεπτομέρεια αλλάζει νοηματικά από άνθρωπο σε άνθρωπο παραμένοντας ανεπανάληπτη, όπως ανεπανάληπτη είναι η ζωή του κάθε ανθρώπου, η μοναδικότητα κάθε όντος που έζησε πάνω στη γη.
Στην πορεία του πατέρα παρεμβάλλονται και οι δικές της μνήμες. Το βασανιστικό τέλος του πατέρα της από καρκίνο, το «λουλούδι» που ζωγράφιζε ως μοτίβο (ένα αινιγματικό Rosebud), ταυτιζόταν με το μακάβριο σάρκωμα που «άνθιζε» μέσα του.
Άρχισε να μεγαλώνει μετά το θάνατό του
Η φήμη του Ντανίλο Κις, ως ενός από τους σημαντικότερους μεταπολεμικούς Ευρωπαίους συγγραφείς, άρχισε να μεγαλώνει μετά το θάνατό του, το 1989 από καρκίνο στο Παρίσι σε ηλικία μόλις 54 ετών. Το 2015 ήταν ο πρώτος συγγραφέας από τη νοτιανατολική Ευρώπη που εκδόθηκε στην σειρά Penguin Modern Classics.
Η ποιητικότητα και πυκνότητα της γραφής του Ντανίλο Κις ενδεχομένως, στην εποχή των αλγορίθμων, να φαντάζει παράδοξη για έναν απαίδευτο αναγνώστη. Έγραφε ανοίκειες ιστορίες, μελετούσε τους άλλους συγγραφείς αναζητώντας την προσωπική του φωνή. Στάθηκε τυχερός που ανήκει στην προ-διαδικτυακή περίοδο της λογοτεχνίας γιατί σήμερα ακόμη και η Εγκυκλοπαίδεια των νεκρών θα αποθηκευόταν σε ένα μικροσκοπικό ψηφιακό αρχείο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου