Βέμπερ, Καρλ Μαρία Φρίντριχ φον- (Karl Maria Friedrich von Weber,
Ούτιν 1786 – Λονδίνο 1826). Γερμανός μουσικοσυνθέτης. Διδάχτηκε τα πρώτα
στοιχεία μουσικής από τον πατέρα του, Φραντς Άντον (θείο της γυναίκας
του Μότσαρτ, Κωνστάντιας Βέμπερ), πρώην αξιωματικό, που αφοσιώθηκε
αργότερα στη διεύθυνση της ορχήστρας. Μελέτησε πιάνο στο Σάλτσμπουργκ με
τον Μίκαελ Χάιντν. Ξεκίνησε την καριέρα του ως πιανίστας εργαζόμενος
παράλληλα, για βιοποριστικούς λόγους, ως λιθογράφος. Διακρίθηκε νωρίς
χάρη στην επιτυχία που είχε σημειώσει το έργο του Η κόρη του δάσους, το
1800. Ύστερα από μετακινήσεις ανάμεσα στο Σάλτσμπουργκ και στο Αμβούργο,
όπου έμεινε έως το 1803, πήγε στη Βιέννη και ύστερα στο Μπρεσλάου
(σημερινό Βρότσλαβ της Πολωνίας), ως μουσικός διευθυντής του δημοτικού
θεάτρου της πόλης αυτής. Στην Καρλσρούη υπήρξε μουσικός έφορος του δούκα
της Βυρτεμβέργης. Το 1807 πήγε στη Στουτγάρδη όπου έμεινε τρία χρόνια.
Έπειτα, εκδιώχτηκε από το δουκάτο και πήγε στη Φρανκφούρτη, όπου
παρουσίασε το μελόδραμα Σιλβάνα (1810). Συνέχισε τις μετακινήσεις του σε
διάφορες πόλεις, με κάποια ανάπαυλα ως διευθυντής ορχήστρας του Εθνικού
Θεάτρου της Πράγας. Η φήμη του τον έφερε στη Δρέσδη, όπου εγκαταστάθηκε
το 1817. Εκεί εμπνεύστηκε το αριστούργημά του, το μελόδραμα Ελεύθερος
σκοπευτής, που παρουσιάστηκε στο Βερολίνο το 1821 με εξαιρετική
επιτυχία. Στο έργο αυτό διαμορφώνεται μια αποφασιστική στιγμή στην
ιστορία της ευρωπαϊκής μουσικής· ο Ελεύθερος σκοπευτής είναι το πρώτο
νεότερο μελόδραμα μετά το Φιντέλιο του Μπετόβεν και μπορεί να θεωρηθεί η
απαρχή του ρομαντικού μουσικού θεάτρου και της εθνικής γερμανικής
σχολής.
Η φυματίωση, που τον οδηγούσε σε μια ακατάσχετη κατάπτωση
δυνάμεων, τον ανάγκασε, ύστερα από την αποτυχία της Ευρυάνθης (1823), να
αναπαυθεί για ένα χρονικό διάστημα στο Μαρίενμπαντ. Εκεί ξεκίνησε να
εργάζεται στη σύνθεση του Όμπερον, που του είχε παραγγείλει το Κόβεντ
Γκάρντεν του Λονδίνου και το οποίο με κόπο ολοκλήρωσε και διηύθυνε την
πρώτη του παράσταση τον Απρίλιο του 1826. Δύο μήνες αργότερα πέθανε.
Κατά τη μετακομιδή των οστών του στη Δρέσδη, που έγινε με επισημότητα το
1844, ο Βάγκνερ εκφώνησε τον επικήδειο λόγο.
Στη συμπάθεια που
αισθανόταν ο Μπετόβεν για τη μουσική του Β. και στην αποστροφή του νέου
συνθέτη για τον Μπετόβεν βρίσκεται ίσως το νόημα του νεωτεριστικού
μουσικού στοιχείου που χαρακτηρίζει το έργο του Β. Απαλλαγμένος από
τυπικούς περιορισμούς, έφερε τη μουσική κοντά στις ρομαντικές κορυφές
των μύθων και των φυσικών θρύλων. Η μουσική του, χρησιμοποιώντας έναν
νέο τρόπο ενορχήστρωσης, πάλλεται από τους μυστηριώδεις κραδασμούς του
φυσικού και του φανταστικού κόσμου· προπορεύεται της ορχήστρας του
Μπερλιόζ και του Βάγκνερ φωτίζοντας τον δρόμο της μουσικής μέχρι και την
εμφάνιση της λεγόμενης Ομάδας των Πέντε της ρωσικής σχολής. Στον Β.
ανάγονται, άλλωστε, η υιοθέτηση και η επινόηση λαϊκών μελωδιών ή άλλων
που κυλούν με μια φρεσκάδα ξένη από κάθε ρητορικό ακαδημαϊσμό. Συνθέτης
με πλούσιο έργο, άφησε θρησκευτικές, συμφωνικές, χορωδιακές και πολλές
συνθέσεις μουσικής δωματίου. Έγραψε επίσης την αυτοβιογραφία του, Ζωή
καλλιτέχνη, και τρεις τόμους ποικίλου περιεχομένου που δημοσιεύτηκαν στη
Δρέσδη το 1828.
Tracklist:
1. Concerto 1 Opus 73 - Alegro
2. Concerto 1 Opus 73 - Adagio
3. Concerto 1 Opus 73 - Rondo
4. Opus 79 Fá Menor
5. Oberon
6. Der Freischutz
7. Convite a Dança
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου