Θούλη/ Βικιπαίδεια
Ο βασιλιάς της Θούλης
Συγγραφέας:
Μεταφραστής: Κωνσταντίνος Χατζόπουλος
Es war ein König in Thule,
Gar treu bis an das Grab,
Dem sterbend seine Buhle
einen goldnen Becher gab.
Es ging ihm nichts darüber,
Er leert' ihn jeden Schmaus;
Die Augen gingen ihm über,
So oft er trank daraus.
Und als er kam zu sterben,
Zählt' er seine Städt' im Reich,
Gönnt' alles seinen Erben,
Den Becher nicht zugleich.
Er saß beim Königsmahle,
Die Ritter um ihn her,
Auf hohem Vätersaale,
Dort auf dem Schloß am Meer.
Dort stand der alte Zecher,
Trank letzte Lebensglut,
Und warf den heiligen Becher
Hinunter in die Flut.
Er sah ihn stürzen, trinken
Und sinken tief ins Meer,
die Augen täten ihm sinken,
Trank nie einen Tropfen
Του βασιλιά της Θούλης
πεθαίνοντας χρυσό
του χάρισε η καλή του
ποτήρι έναν καιρό.
Όλα για κείνο δίνει
του κόσμου τα καλά.
όταν με κείνο πίνει
το δάκρυ του κυλά.
Σαν είταν να πεθάνει,
τις χώρες του μετρά
και χάρισμα τις κάνει
και μόνο αυτό κρατά.
Και τους ιππότες κράζει
στη σάλα την ψηλή,
στο πατρικό παλάτι
στο ακροθαλάσσι εκεί.
Και μπρος στο παραθύρι
φλόγα στερνή ρουφά
και το άγιο το ποτήρι
στο πέλαγο πετά.
Τα κύματα το αρπούνε,
το βλέπει να βυθά,
τα μάτια του σφαλούνε,
και δεν ξανάπιε πια.
____________________
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου