Επίθεση στο περιβαλλοντικό κεκτημένο, με εκκωφαντική απουσία περιβαλλοντικής πολιτικής, διαπιστώνει η 11η, κατά σειρά, ετήσια έκθεση του WWF για την εφαρμογή της περιβαλλοντικής νομοθεσίας, η οποία καλύπτει την περίοδο από τον Ιούλιο του 2014 έως τον φετινό Ιούλιο. Ως τρανταχτό "αποδεικτικό" στοιχείο της επίθεσης, η έκθεση παρουσιάζει τη ραγδαία αύξηση των ανοιχτών εκκρεμοτήτων για την παραβίαση της κοινοτικής νομοθεσίας περιβάλλοντος, η οποία ενίοτε καταλήγει στην επιβολή δυσβάσταχτων χρηματικών προστίμων (π.χ. χωματερές). Οι υποθέσεις, από 25 το 2013, έφτασαν τις 36 το 2014, με την Ελλάδα να αποκτά την αρνητική πρωτιά και τις χειρότερες επιδόσεις ανάμεσα στα 28 κράτη - μέλη της Ε.Ε.
Όπως υπογράμμισε ο διευθυντής του WWF Ελλάς Δ. Καραβέλλας κατά τη χθεσινή συνέντευξη Τύπου, όπου δημοσιοποιήθηκε η έκθεση, το περιεχόμενό της αναφέρεται σε περίοδο με δύο διαφορετικές κυβερνήσεις, πριν και μετά τις εκλογές της 25ης Ιανουαρίου, αλλά, εκ του αποτελέσματος, χωρίς ποιοτικές διαφοροποιήσεις στην πολιτική. Ανέφερε ενδεικτικά: τη δραματική υποβάθμιση της νομοθετικής διαδικασίας με πλήθος φωτογραφικών διατάξεων, την επιμονή στα ορυκτά καύσιμα (αδειοδότηση νέας λιγνιτικής μονάδας Πτολεμαΐδα V), την εξαφάνιση της στήριξης των ΑΠΕ, αλλά και τη διαγραφή της ανάγκης για εξοικονόμηση ενέργειας.
Ιδιαίτερη έμφαση έδωσε στα ευρήματα μελέτης του ΟΟΣΑ, η οποία τεκμηριώνει ότι οι αυστηροί περιβαλλοντικοί κανόνες δεν αποτελούν εμπόδιο στην ανάπτυξη, αλλά σταθερή βάση. Είπε χαρακτηριστικά ότι η φετινή έκθεση γκρεμίζει τον μύθο του "βάρους" των περιβαλλοντικών περιορισμών για την προσέλκυση επενδύσεων, προσθέτοντας πως το φυσικό περιβάλλον αποτελεί το μοναδικό συγκριτικό πλεονέκτημα της χώρας και πρέπει να βρίσκεται στο επίκεντρο κάθε σοβαρής και βιώσιμης αναπτυξιακής πολιτικής.
Στα χαρακτηριστικά των δύο εξαμήνων εστίασε η υπεύθυνη πολιτικής της οργάνωσης Θ. Νάντσου, εκκινώντας από τα κοινά σημεία: Μεταξύ αυτών, η σχεδόν απόλυτη παράλυση των φορέων διαχείρισης προστατευόμενων περιοχών, οι οποίοι δεν έχουν λάβει ευρώ από τον κρατικό προϋπολογισμό και η χρηματοδότησή τους με κοινοτικά κονδύλια λήγει στο τέλος της χρονιάς, ενώ δεν έχει αναληφθεί καμιά σχετική πρωτοβουλία για τη διασφάλιση της ομαλής λειτουργίας τους. Επίσης η χαλάρωση της αδειοδότησης δραστηριοτήτων χωρίς προληπτικό περιβαλλοντικό έλεγχο.
Χαρακτήρισε δε σκανδαλώδη την υποβάθμιση των επιθεωρητών Περιβάλλοντος στη δομή του υπουργείου και τη μετατροπή της σε μια οποιαδήποτε υπηρεσία, σε συνδυασμό με την τραγική υποστελέχωση, παρ' ότι αποτελεί τον μοναδικό μηχανισμό ελέγχου του περιβαλλοντικού εγκλήματος, υπενθυμίζοντας ότι οι έλεγχοι των παραβάσεων αποτελούν πηγή εσόδων για τον κρατικό κορβανά. Εξειδικεύοντας, σημείωσε ότι το πρώτο εξάμηνο συνοδεύτηκε από καταβαράθρωση της νομοθετικής λειτουργίας, κυρίως λόγω της σωρείας από εμβόλιμες διατάξεις φωτογραφικής εξυπηρέτησης συγκεκριμένων ομάδων συμφερόντων και διαρκούς προσανατολισμού προς τη νομιμοποίηση βεβαιωμένων παρανομιών. Επιπλέον εκδηλώθηκε άλλη μια χρονική και χωρική επέκταση "της κόκκινης γραμμής" νομιμοποίησης παρανομιών μέσα από τους νόμους για τα αυθαίρετα, αλλά και επίθεση στα δασικά οικοσυστήματα με νόμους που επιτρέπουν ανάπτυξη οικισμών μέσα στα δάση.
Για την περίοδο μετά τις εκλογές του Ιανουαρίου, το δεύτερο εξάμηνο, με κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝ.ΕΛΛ., η Θ. Νάντσου, βάσει των συμπερασμάτων της έκθεσης, έκανε λόγο για την πολιτική εξαφάνιση του υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής και τη συγχώνευσή του με τους τομείς της αγροτικής παραγωγής και της βιομηχανίας στο γιγάντιο νέο υπουργείο Παραγωγικής Ανασυγκρότησης. Στηλίτευσε την πρακτική έκδοσης πλήθους αποφάσεων παραχώρησης χρήσης αιγιαλού και παραλίας σεμπάρ, καντίνες κ.λπ. εντός περιοχών Natura, κατά παράβαση της απόφασης του ΣτΕ, ενώ χαρακτήρισε ανησυχητική την απόπειρα αλλαγής της νομοθεσίας για τη φύση δεδομένου ότι το πρόβλημα εντοπίζεται στην έλλειψη εφαρμογής του ισχύοντος θεσμικού πλαισίου. Αξιόλογα σημεία εντοπίζει στον νέο Εθνικό Σχεδιασμό για τη διαχείριση των αποβλήτων, αρκεί να εφαρμοστεί.
Η ομιλήτρια, όσον αφορά τις διατάξεις του τρίτου Μνημονίου για την επανεξέταση του θεσμικού πλαισίου που κατήργησε τον ολοκληρωμένο χωρικό σχεδιασμό, αλλά και των δασοκτόνων νόμων, σχολίασε ότι αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο κατάργησης καταστροφικών νομοθετικών πρωτοβουλιών των προηγούμενων ετών. Για τις αποκρατικοποιήσεις εξέφρασε ερωτήματα, καθώς δεν υπάρχει το σχετικό παράρτημα στο Μνημόνιο.
 
Λ. ΣΤΑΥΡΟΓΙΑΝΝΗ