Μ. Γ. ΜΕΪΝΤΑΝΗ
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, 06/06/2011
«Ποιος θα μας σώσει από τις τράπεζες;», θα μπορούσε να είναι ο τίτλος του δοκιμίου του βραβευμένου γερμανού δημοσιογράφου Ντιρκ Κουρμπιουβέιτ, που φιλοξενείται στην ιστοσελίδα του «Der Spiegel» με τίτλο «Δραπετεύοντας από τα νύχια των χρηματοπιστωτικών αγορών» και υπέρτιτλο «Αξιοπρέπεια και δημοκρατία».
Σκλάβοι των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων και των αγορών έχουν καταστεί οι πολιτικοί, σημειώνει ο Κουρμπιουβέιτ, διαπιστώνοντας ότι σήμερα οι λαοί στην Ευρώπη βρίσκονται εκτός ελέγχου.
Στην ανάλυσή του διαπιστώνει πως, την ώρα που οι τράπεζες εγγράφουν όλο και περισσότερα κέρδη (3,5 δισεκατομμύρια € τα κέρδη προ φόρων της Deutsche Bank το πρώτο τρίμηνο και μέχρι τέλος του τρέχοντος έτους υπολογίζεται να αγγίξουν το ρεκόρ των 10 δισ. €), οι κυβερνήσεις στην Ευρώπη πιέζονται από τα διεθνή χρηματοπιστωτικά ιδρύματα για ακόμη περισσότερα αντιλαϊκά και δυσβάσταχτα μέτρα κατά των λαών τους.
Η οργή εναντίον των πολιτικών ξεχειλίζει σε όλη την Ευρώπη, που ακόμη και στη συγκρατημένη και λιγότερο πληττόμενη Γερμανία φαίνεται να χάνουν τη νομιμοποίησή τους.
Οι ίδιοι οι πολιτικοί που έδωσαν γενναιόδωρη βοήθεια προς τα χρηματωπιστωτικά ιδρύματα, προκειμένου να τα διασώσουν από την κρίση, σήμερα εμφανίζονται «ανήμποροι και ανίκανοι να αντιμετωπίσουν την κρίση του ευρώ», σημειώνει. Συνεδριάζουν στις Βρυξέλλες, μιλούν, υποστηρίζουν και εγκρίνουν ψηφίσματα, όμως τίποτα δεν βελτιώνεται. Η Ελλάδα υπό κατάρρευση, στα πρόθυρα Ιρλανδία και Πορτογαλία, ενώ Ισπανία και Ιταλία είναι υπερχρεωμένες σε επικίνδυνο βαθμό και κανένας πολιτικός δεν μπορεί να κάνει τίποτα απέναντι στο στυγνό εκβιασμό των τραπεζών.
Στα νύχια των αγορών
«Έχουμε ξεχάσει», επισημαίνει ο Κουρμπιουβέιτ, πόσο υπερβολικά άπληστες είναι οι επενδυτικές τράπεζες που προκάλεσαν τη χρηματοπιστωτική κρίση. Όπως τονίζει, η «Deutsche Bank» διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στη διαδικασία αυτή. Η κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών έχει μηνύσει θυγατρική της γερμανικής τράπεζας κατηγορώντας την για «αλόγιστες πρακτικές στα ενυπόθηκα δάνεια». Ωστόσο ο διοικητής της τράπεζας Τζότζεφ Άκερμαν με άρθρο του τον περασμένο Νοέμβριο είχε κατηγορηματικά αντιταχθεί σε οποιαδήποτε συμμετοχή των τραπεζών στην αντιμετώπιση της κρίσης δημοσιονομικού χρέους που στραγγίζει λαούς και έθνη και εξακολουθεί να παραμένει ένας από τους σημαντικούς παράγοντες παγκοσμίως στις χρηματοπιστωτικές αγορές που καθορίζουν εάν και υπό ποιες συνθήκες τα κράτη θα μπορούν να δανειστούν χρήματα.
Οι διεθνείς οργανισμοί αξιολόγησης επίσης συνεχίζουν φαινομενικά ατάραχοι να μετέχουν στην παγκόσμια οικονομική πολιτική εκδίδοντας αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας, από τις οποίες κρίνεται η τύχη ολόκληρων λαών, καθορίζοντας επιτόκια για τα κρατικά ομόλογα. Το Βέλγιο κινδυνεύει να υποβαθμιστεί από ΑΑ+ και η Fitch Ratings μόλις αναθεώρησε την προοπτική της οικονομίας του Βελγίου από «σταθερή» σε «αρνητική».
Φαίνεται να έχουμε ήδη ξεχάσει ότι οι μεγάλες αυτές διεθνείς εταιρείες αξιολόγησης είναι εν μέρει υπεύθυνες για την οικονομική κρίση λόγω της θετικής αποτίμησης των περιουσιακών στοιχείων που περιεχόταν στα τοξικά ομόλογα.
Αυτά είναι τα νέα αφεντικά, τονίζει, αυτοί είναι που ρυθμίζουν τις οικονομίες των κρατών, αυτοί που καθορίζουν την πολιτική, χωρίς να απαλλάσσονται από την ευθύνη που άφησαν τα πράγματα να οδηγηθούν μέχρι εδώ. Μία κατάσταση που, όπως έχει διαμορφωθεί, είναι επικίνδυνη για την ίδια τη δημοκρατία.
«Το καθήκον είναι η πολιτική να ξανακερδίσει την πρωτοκαθεδρία. Οι τράπεζες δεν έχουν κανέναν λόγο να είναι αλαζονικές. Σώθηκαν και οφείλουν την επιβίωσή τους στους πολιτικούς. Αν οι πολιτικοί δεν είχαν ενεργήσει το 2008, ίσως οι περισσότερες να είχαν καταρρεύσει. Τώρα η οικονομική βιομηχανία πρέπει να αναλάβει το ρόλο διάσωσης των απειλούμενων εθνών», καταλήγει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου