ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΣΟΥΡΗΣ
(1853-1919)
Η ΔΙΑΘΗΚΗ ΜΟΥ
Αν και δεν πιστεύω πως θε να πεθάνω,
αν και μες στο άνθος είμαι της ζωής μου,
διαθήκη όμως σκέπτομαι να κάνω,
για να με με τύπτει η συνείδησίς μου.
Ποιος γνωρίζει τάχα τι του ξημερώνει!
ενώ πας στο δρόμο ξένοιαστος...τι φρίκη!
άμαξα ή κάρο σε καταπλακώνει,
κι έτσι ξεμπερδεύεις δίχως διαθήκη.
Πένα στη θανή μου ύμνους να μη γράψει,
ούτε δάκρυ θέλω να χυθεί κανένα,
κι ούτε αυτός ακόμη θέλω να με κλάψει,
που ελπίζει ψήφο να 'χει από μένα.
Εις το Ουεστμίνσερ θέλω να με θάψουν,
αλλ' αφού βεβαίως τούτο δεν θα γίνει,
όπους σας αρέσει, τάφο ας μου σκάψουν,
κι όλη μου η δόξα κτήμα σας ας μείνει.
Γύρω μου να στέκουν μούτρα χαρωπά,
όχι σκέπες, μαύρα και κραυγαί οδύνης,
να μην έλθει ράσο και για με παπά,
κι ούτε ο Αναγνώστης της Αγιάς Ειρήνης.
Να με παν οι φίλοι έξω στα θυμάρια
με κρασί και μπίρα όλοι των κουρούνα
και αντί παπάδων θλιβερά τροπάρια
την Μασκότ να ψάλουν και την Παπαρούνα.
Κανείς φίλος λόγο να μην απαγγείλει,
κι αν στο νου του τέτοιο έγκλημα περάσει,
να τον σακατέψουν στις σβερκιές οι φίλοι,
κι είθε τη μιλιά του στη στιγμή να χάσει.
Και τ' ακίνητά μου και τα κινητά
τα χαρίζω όλα στην καλή πατρίδα,
όχι για να κάμει πόλεμο μ' αυτά,
αλλά ν' αγοράσει λίγη δαμαλίδα.
Τούτη μου την κόμη την ποιητική
από τώρα δίνω για κληρονομιά
εις τον Λεονάρδο κι εις τον Ψιακή...
δεν θα βρουν βαμμένη ούτε τρίχα μια.
Τέλος το κρανίο το ποιητικό
στους κρανισοσκόπους μποναμάς ας μείνει,
να τον ψάχνουν μέσα κι έξω με φακό,
για να βρουν ποια βίδα είναι χαλασμένη.
(1853-1919)
Η ΔΙΑΘΗΚΗ ΜΟΥ
Αν και δεν πιστεύω πως θε να πεθάνω,
αν και μες στο άνθος είμαι της ζωής μου,
διαθήκη όμως σκέπτομαι να κάνω,
για να με με τύπτει η συνείδησίς μου.
Ποιος γνωρίζει τάχα τι του ξημερώνει!
ενώ πας στο δρόμο ξένοιαστος...τι φρίκη!
άμαξα ή κάρο σε καταπλακώνει,
κι έτσι ξεμπερδεύεις δίχως διαθήκη.
Πένα στη θανή μου ύμνους να μη γράψει,
ούτε δάκρυ θέλω να χυθεί κανένα,
κι ούτε αυτός ακόμη θέλω να με κλάψει,
που ελπίζει ψήφο να 'χει από μένα.
Εις το Ουεστμίνσερ θέλω να με θάψουν,
αλλ' αφού βεβαίως τούτο δεν θα γίνει,
όπους σας αρέσει, τάφο ας μου σκάψουν,
κι όλη μου η δόξα κτήμα σας ας μείνει.
Γύρω μου να στέκουν μούτρα χαρωπά,
όχι σκέπες, μαύρα και κραυγαί οδύνης,
να μην έλθει ράσο και για με παπά,
κι ούτε ο Αναγνώστης της Αγιάς Ειρήνης.
Να με παν οι φίλοι έξω στα θυμάρια
με κρασί και μπίρα όλοι των κουρούνα
και αντί παπάδων θλιβερά τροπάρια
την Μασκότ να ψάλουν και την Παπαρούνα.
Κανείς φίλος λόγο να μην απαγγείλει,
κι αν στο νου του τέτοιο έγκλημα περάσει,
να τον σακατέψουν στις σβερκιές οι φίλοι,
κι είθε τη μιλιά του στη στιγμή να χάσει.
Και τ' ακίνητά μου και τα κινητά
τα χαρίζω όλα στην καλή πατρίδα,
όχι για να κάμει πόλεμο μ' αυτά,
αλλά ν' αγοράσει λίγη δαμαλίδα.
Τούτη μου την κόμη την ποιητική
από τώρα δίνω για κληρονομιά
εις τον Λεονάρδο κι εις τον Ψιακή...
δεν θα βρουν βαμμένη ούτε τρίχα μια.
Τέλος το κρανίο το ποιητικό
στους κρανισοσκόπους μποναμάς ας μείνει,
να τον ψάχνουν μέσα κι έξω με φακό,
για να βρουν ποια βίδα είναι χαλασμένη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου