Σάββατο, Ιανουαρίου 11, 2025

Κατερίνα Χανδρινού, νέο βιβλίο : «Χωλ», μικροϊστορίες για την κοινωνική διάσταση της ποιητικής του χώρου

 


Οικιακή δυστοπία

author-imgΚώστας Καραβίδας*

Κατερίνα Χανδρινού , «Χωλ», εκδόσεις Κείμενα, 2024https://www.epohi.gr/Uploads/articles/big/241208175543696.jpg

Στην ελληνική πεζογραφία, σε αντίθεση ίσως με την ποίηση όπου το σύμβολο παραμένει ισχυρό, τα σπίτια σπανίως αποτελούν κάτι παραπάνω από έναν διάκοσμο της αφήγησης. Κι όμως, ήδη από τον Φουκό και τον Ντε Σερτό ξέρουμε πως η πολύτροπη τέχνη του πράττειν και οι σχηματισμοί λόγου θεμελιώνονται συχνά στην υλική πραγματικότητα και μάλιστα στις κτιριακές της διαστάσεις. Το σπίτι ως κατοικία υποτίθεται πως είναι ο χώρος όπου το άτομο δεν υπόκειται σε κοινωνικές δεσμεύσεις και πειθαρχήσεις (όπως σε ιδρυματικά κτίρια, φυλακές, νοσοκομεία, ψυχιατρεία κ.λπ.), αλλά μπορεί να αυτοπροσδιορίζεται εκφράζοντας ελεύθερα τη βούλησή του. Το Χωλ της Κατερίνας Χανδρινούσύντομα παραβολικά αφηγήματα ποιητικής ιδιοσυγκρασίας, δείχνει ότι σήμερα τα πράγματα δεν είναι ακριβώς έτσι.

Η ιστορία της αρχιτεκτονικής έχει φυσικά δώσει τις δικές της απαντήσεις. Από τη μελέτη, για παράδειγμα, του Ρόμπιν Έβανς [Robin Evans] για την ιστορία των δωματίων μάθαμε πώς οι διάδρομοι, που άρχισαν να κυριαρχούν στον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό των κατοικιών μετά την Αναγέννηση (16ος αιώνας), σήμαναν το τέλος μιας εποχής ελευθεριότητας του σώματος και την υποταγή στους περιορισμούς ενός ασφυκτικότερου ελέγχου. Τι απαντήσεις όμως μπορεί να δώσει η λογοτεχνία σε ερωτήματα που αφορούν την κοινωνική διάσταση της ποιητικής του χώρου; Τι σημαίνει, ας πούμε, για τη δική μας εποχή η ενοποίηση των εσωτερικών οικιακών χώρων και το τέλος του χωλ;

Ωδή στο χωλ

Σχεδόν όλες οι μικροϊστορίες του βιβλίου της Χανδρινού, που συνεχίζουν τη θεματική της Κόρκυρας (Κείμενα, 2019), αναφέρονται στον οικιακό χώρο· στο σπίτι ως «δοχείο ζωής», όπως θα έλεγε ο Άρης Κωνσταντινίδης, εκεί όπου ενσωματώνεται το κοινωνικό habitus κάθε εποχής. Στο επίκεντρο του ποιητικού, και όχι ποιητικίζοντος, πυρήνα της αφήγησης της συγγραφέα τίθεται ο παραμελημένος χώρος του χωλ που τα τελευταία χρόνια εξαφανίζεται λόγω της τάσης για υπερμεγέθη σαλόνια και της κατάργησης των εσωτερικών διαχωριστικών ορίων ανάμεσα στα δωμάτια. Αυτός ο μικρός, ιερός προθάλαμος ή πρόναος, όπως προσφυώς τον χαρακτηρίζει η συγγραφέας, στα διαμερίσματα της μικροαστικής νεoτερικότητας είχε πολλαπλές χρήσεις και λειτουργούσε ως απαραίτητος χώρος υποδοχής, αναμονής, αναπνοής, περισυλλογής και απορρόφησης των εξωτερικών κραδασμών.

Σήμερα πια, στην εποχή που διευκολύνει τη διάχυση και εμποδίζει τη συγκέντρωση, «τα χωλ κρίθηκαν περιττά, και οι αρχιτέκτονες έδωσαν έμφαση στο σαλόνι […] Τώρα πια κατευθείαν στη σαλοκουζίνα» (σ. 17). Η συγγραφέας με ευθύβολο και ειρωνικά ρεαλιστικό τρόπο βρίσκει τρόπο να σχολιάσει ένα σύμπτωμα της σύγχρονης ζωής που συχνά περνά απαρατήρητο: την αποδιάρθρωση των σαφών οριοθετήσεων ανάμεσα στο έξω και το μέσα, στην υπαίθρια και την οικιακή ζωή, στον δημόσιο και τον ιδιωτικό χώρο. Η βία και η βρομιά του έξω εισβάλλει με μεγαλύτερη ευκολία και δραστικότητα στο μέσα. Στα σύγχρονα ενδιαιτήματα «υπάρχει άπλα, μα δεν υπάρχει χώρος» και το κυριότερο «δεν είσαι ποτέ απομονωμένος, αλλά αλίμονο. Ούτε ποτέ μαζί» (σ. 19). Στα χωλ και τα διαμερίσματα των ιστοριών της η συγγραφέας αναζητά τους ανθρώπους, οικείους, δικούς της ή μυθοπλαστικούς, συνδέοντας την υλικότητα των τοίχων με την ανθρώπινη ανάσα.

Η Χανδρινού διαθέτει προσωπικό ύφος, γράφει με χάρη, ρυθμό και ευφυία, χωρίς να ρέπει προς την ελαφρότητα ή την επίδειξη. Το περιεχόμενο των επεισοδίων που αφηγείται θα μπορούσε να είναι και βιωματικό, χαρακτηρίζεται από γλυκόπικρη, ενίοτε νοσταλγική, διάθεση και υποτάσσεται σε συναισθηματικές εναλλαγές, αφήνοντας πλούσιο χώρο (αν και μικρότερο από το προηγούμενο βιβλίο της) στις αναμνήσεις της παιδικής-εφηβικής ηλικίας (του ’80 και του ’90) και των οικογενειακών σχέσεων. Εξάλλου, οικία και οικογένεια μοιράζονται την ίδια ετυμολογική ρίζα. Πολύ ενδιαφέρουσες είναι και οι άμεσες (κινηματογραφικές) και έμμεσες (λογοτεχνικές) διακειμενικές αναφορές του βιβλίου, κατοπτρίζοντας στο βλέμμα και τη φωνή της συγγραφέα τη ματιά των Βέντερς, Όζου, Μουντζίου, Λιντς, Άντε, Γιοντορόφσκι αλλά και απόηχους των Χειμωνά, Παπαδημητρακόπουλου, Κάφκα.

Το αθέατο που κατοικούμε

Οι θρυμματισμένες μικροαφηγήσεις του Χωλ επεκτείνονται με υπαινικτική διάθεση στον σουρεαλισμό της καθημερινότητας (όπως αποτυπώνεται στην ενσωμάτωση διαλόγων, ήχων, λαθρακουσμάτων και άλλων καθημερινών στιγμών). Παράλληλα, σχολιάζουν και τις υπόλοιπες χρήσεις και λειτουργίες χώρων εντός ή πέριξ του σπιτιού (είσοδος της πολυκατοικίας, κουδούνια, ασανσέρ, αποθήκη, πιλοτή, μπάνιο, κρεβατοκάμαρες, μπαλκόνι, ταράτσα, ακάλυπτος κ.ά.), οι οποίες αποτυπώνουν εντέλει τους χαρακτήρες των ανθρώπων. Το πώς παρκάρεις ας πούμε ή το πώς αναγράφονται τα ονόματα στα κουδούνια είναι μέρος της απόκρυφης σημειολογίας της καθημερινότητας. Κοινή συνισταμένη είναι η αίσθηση ότι τα σπίτια, με τον σχεδιασμό, τις χρήσεις και τις διαρρυθμίσεις τους, λένε πολλά για τους ενοίκους και τις ζωές τους. Οι χωροθετικές διατάξεις της κατοίκησης, οι σχεδιαστικές αναρχίες και οι επιμερισμοί των εσωτερικών χώρων συντονίζονται με νοοτροπίες και αντιλήψεις που έχουμε για το σώμα, το φύλο, τη σεξουαλικότητα, την οικογένεια, την κοινωνία, το άτομο αλλά και για καθημερινές πρακτικές όπως το φαγητό, η σωματική υγιεινή, ο ύπνος, η ανάγνωση, η οικιακή διασκέδαση.

Η Χανδρινού δείχνει εντυπωσιακά υποψιασμένη για το πώς στη μικρή κλίμακα της κατοικίας εμπεδώνονται νοοτροπίες και πειθαρχίες της πρακτικής τέχνης του ζην. Με ποιητική πυκνότητα και υπόκωφη ένταση, με παρατηρητικό στιλ και δραματικό πυρήνα αλλά και με επιμονή στις λεπτομέρειες που μας διαφεύγουν, κατορθώνει και προσλαμβάνει ευφάνταστα την ποιητική του οικιακού χώρου και φωτίζει την αθέατη και ασύνειδη πίσω όψη των πραγμάτων. Νομίζω μάλιστα πως τιθασεύει ακόμη καλύτερα από την Κόρκυρα τη ροπή της προς τη νοσταλγική διάθεση και συντηρεί την αφήγηση σε μια εξαιρετικά λειτουργική θερμοκρασία. Κλείνοντας το βιβλίο θες κι εσύ να τσεκάρεις αν ζεις σε «κρεβατοκάμαρες για νάνους» (σ. 29), αναζητάς τις «συνδικαλισμένες γάτες της πιλοτής» (σ. 125) και συνειδητοποιείς πως πράγματι «δεν μπορείς σε κανέναν άλλο χώρο ν’ ακούσεις Άκη Πάνου» παρά μόνο στην κουζίνα και μόνο στο τρανζίστορ (σ. 32).

Σε μια εποχή που ο δυτικός κόσμος αντιμετωπίζει το οξύ κοινωνικό πρόβλημα της στεγαστικής κρίσης, το βιβλίο καλύπτει μια άλλη, υποφωτισμένη διάσταση. Περιγράφει με έκκεντρο και ποιητικά ανατρεπτικό τρόπο τη σύγχρονη υπαρξιακή ανεστιότητα. Οι σχέσεις μας με τα σπίτια που κατοικούμε —το έδειξε και η πανδημία του Covid 19— πιστοποιούν τα γνώριμα αλλά συσκοτισμένα αδιέξοδα της ιδιωτικότητας των ζωών μας.

*Καραβίδας Κώστας

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Η Κατερίνα Χανδρινού μιλάει για το «Χωλ», το τέταρτο βιβλίο της, που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Κείμενα.

https://www.athensvoice.gr/images/120x120/3/jpg/sites/default/files/giorgos-florakis.webpΓιώργος Φλωράκης/athensvoice.gr :«Κατερίνα Χανδρινού: Από το ανύπαρκτο Xωλ στην κρεβατοκάμαρα για νάνους»--..Μια συζήτηση για το νέο της βιβλίο «Χωλ»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Η ΜΑΓΕΙΑ ΤΟΥ ΜΠΑΡΟΚ: The Lyrical Tragedy: French Baroque Operas with the soprano Véronique Gens

Η Véronique Gens, μια διάσημη σοπράνο, ζωντανεύει τη γαλλική μπαρόκ μουσική με το Les Surprises Ensemble και τον μαέστρο Louis-Noël Bestion...