O Κάρολος Τσίζεκ και η πνευματική Θεσσαλονίκη
Πριν
από εννιά χρόνια, στις 14 Δεκεμβρίου 2013, πέθανε σε ηλικία 91 ετών ο
Κάρολος Τσίζεκ**, γέννημα της Τσεχίας, θρέμμα της Θεσσαλονίκης, της πόλης
όπου μεγάλωσε και αναδείχθηκε σε μια από τις πιο γνωστές πνευματικές
προσωπικότητες της συμπρωτεύουσας.
Ο
Κάρολος Τσίζεκ γεννήθηκε το 1922 στη Μπρέσια της Ιταλίας, όπου οι
τσέχοι γονείς του είχαν μεταναστεύσει εκεί για επαγγελματικούς λόγους.
Το 1929 η οικογένεια Τσίζεκ αναχώρησε από την Τσεχία και εγκαταστάθηκε
οριστικά στη Θεσσαλονίκη. Ο ίδιος φοίτησε στο Ιταλικό Σχολείο και στη
συνέχεια στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, όπου πήρε
πτυχίο ιστορίας-αρχαιολογίας και κατόπιν ιταλικής φιλολογίας. Εκτός από
τα τσεχικά, που ήταν η μητρική του γλώσσα, έμαθε από μικρός ιταλικά,
ελληνικά, γαλλικά και αργότερα αγγλικά. Εργάστηκε ως καθηγητής ιταλικών,
γραφίστας και μεταφραστής. Δίδαξε επίσης στο Τμήμα Ιταλικής Γλώσσας και
Φιλολογίας του ΑΠΘ.
Καθ’
όλη τη διάρκεια του βίου του παρέμεινε ιδιαίτερα συνεσταλμένος και
αθόρυβος. Αναδείχτηκε όμως σε μια εμβληματική φυσιογνωμία της
πνευματικής ζωής της Θεσσαλονίκης, από τα χρόνια της Κατοχής μέχρι τις
μέρες μας. Εντάχθηκε στον κύκλο της παρέας του Νίκου Γαβριήλ Πεντζίκη
και του ποιητή Ντίνου Χριστιανόπουλου.
Τσίζεκ-Πεντζίκης_Χριστιανόπουλος
Στο κοινό της Θεσσαλονίκης θα
μείνει γνωστός ως γραφίστας, ζωγράφος, δάσκαλος των ιταλικών,
μεταφραστής και προς τη δύση της ζωής του, επίσης ποιητής και
πεζογράφος.
Από
το 1958 έως το 1983 ήταν ο καλλιτεχνικός υπεύθυνος του περιοδικού
Διαγώνιος, καθώς και του ομώνυμου εκδοτικού οίκου, όπου είχε την
επιμέλεια των εξώφυλλων και της εσωτερικής διακόσμησης βιβλίων και
περιοδικών. Το μεταφραστικό του έργο συνδέεται επίσης με την Διαγώνιο
και τον Κοχλία, όπου παρουσίασε μεταφράσεις κυρίως από Τσέχους και Σλοβάκους ποιητές και λογοτέχνες. Προς το τέλος της ζωής του άρχισε να
δημοσιεύει σε διάφορα περιοδικά μικρά ποιήματα, καθώς και πεζογραφήματα
τα οποία αντλούσαν κυρίως από τη ζωή του στη Θεσσαλονίκη και τις
εξελίξεις στην πρώην Τσεχοσλοβακία. Τα μεν ποιήματά του εκδόθηκαν το
2005 στη συλλογή Στίχοι έρωτα και αγάπης (εκδόσεις Μπιλέτο), ενώ μία και
μοναδική συλλογή πεζών αφηγημάτων του εκδόθηκε λίγο πριν τον θάνατό του
με τον τίτλο Η λιμνοθάλασσα της Γεωργικής Σχολής και άλλες αφηγήσεις
από τις εκδόσεις Κίχλη.
Ο
Κάρολος Τσίζεκ διατήρησε την τσεχοσλοβάκικη υπηκοότητα μέχρι το 1987,
οπότε και πολιτογραφήθηκε Έλληνας πολίτης, χωρίς να καταφέρει να
επισκεφτεί τη χώρα καταγωγής του ούτε μία φορά μέχρι το τέλος του
περασμένου αιώνα. Πρώτη φορά ήρθε την Πράγα τον Μάιο του 2002, με
πρόσκληση του τσεχικού υπουργείου Εξωτερικών, προκειμένου να παραλάβει
μια διάκριση που του απονεμήθηκε για τη συμβολή του στη διάδοση των
τσεχικών γραμμάτων στην Ελλάδα.
Ρίχνοντας
μια ματιά στην εργογραφία, και ειδικά στο μεταφραστικό έργο του Κάρολου
Τσίζεκ, μένουμε έκπληκτοι από την πυκνότητα και την ακρίβεια των
πληροφοριών του για την πνευματική κίνηση στη μεταπολεμική
Τσεχοσλοβακία. Αυτό το κατόρθωσε διατηρώντας μια πυκνή αλληλογραφία με
εξέχουσες πνευματικές προσωπικότητες της χώρας, όπως π.χ. με τον
συνομήλικό του ποιητή Γιαν Σκάτσελ, τον ιστορικό Πάβελ Χράντετσνι ή την
γνωστή ελληνίστρια και βυζαντινολόγο Ρούζενα Ντοστάλοβα.
Οι
αφηγήσεις του Καρόλου Τσίζεκ δεν αποτελούν μόνο μια σημαντική μαρτυρία
για τη ζωή και την πνευματική κίνηση στην προπολεμική και μεταπολεμική
Θεσσαλονίκη, αλλά και μια μοναδική στο είδος της επισκόπηση της πορείας
των ελληνο-τσεχοσλοβάκικων σχέσεων, ειδικότερα κατά τη μετεμφυλιακή
περίοδο, τότε που ο Τσίζεκ, ως τσεχοσλοβάκος υπήκοος, θεωρούνταν ύποπτος
όχι μόνο από τις ελληνικές αρχές αλλά και από τις τσεχοσλοβάκικες
υπηρεσίες και τους ίδιους τους συμπατριώτες του.
Είναι
χαρακτηριστικά αυτά που γράφει ο ίδιος στον επίλογο της αφήγησής του «Ο
θείος Τσάις και το τέλος του συμπατριωτισμού» (σελ. 89-90): «Έτυχε να
συναντήσω και άλλες φορές συμπατριώτες και συμπατριώτισσες, στην Ελλάδα
και στο εξωτερικό. Κανένας δεν έδειξε την παραμικρή προθυμία ν’
ανταλλάξει μαζί μου έστω και δυο κουβέντες. Απεναντίας, έδειχναν συχνά
ότι το απρόσμενο συναπάντημά μας, στην καλύτερη περίπτωση, δεν τους ήταν
και τόσο ευχάριστο. Ακόμα κι όταν, για να διαλύσω την καχυποψία, τους
τόνιζα ότι βρίσκομαι στην Ελλάδα από μικρό παιδί (οι πρόσφυγες ήταν
εκείνοι που μπορούσαν να αποδειχθούν ακόμα και πράκτορες), παρέμειναν
ασυγκίνητοι και ανέκφραστοι... Είχε περάσει, αν όχι για πάντα,
τουλάχιστο για πολύν καιρό η χαρά της συνάντησης δυο συμπατριωτών σε μια
ξένη χώρα».
Στις
αφηγήσεις του ο Κάρολ Τσίζεκ, με έναν γλαφυρό αλλά αρκετά ρεαλιστικό
και ιδιαίτερα προσωπικό τρόπο, διηγείται τις μεγάλες στιγμές της
Θεσσαλονίκης (τον αφανισμό της εβραϊκής κοινότητας, την Κατοχή και τον
Εμφύλιο), αλλά και τα σημαντικά γεγονότα που συντάραξαν την
Τσεχοσλοβακία: τη μετάβαση στον κομμουνισμό, την αιματηρή καταστολή της
Άνοιξης της Πράγας, τη βελούδινη επανάσταση. Παράλληλα με αυτά, ο
Τσίζεκ παραθέτει σπάνιες πληροφορίες για τον τσέχο εφευρέτη της προπέλας
Γιόζεφ Ρεσλ, την ορθόδοξη μητρόπολη Κυρίλλου και Μεθοδίου στην Πράγα ή
τη γνωριμία του με τον γνωστό φωτογράφο Γιόζεφ Κόουντελκα.
*
Ο Κώστας Τσίβος είναι είναι επίκουρος καθηγητής στο Τμήμα Νεοελληνικών
Σπουδών του Πανεπιστημίου του Καρόλου της Πράγας και μεταφραστή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου