Ιστορικά, ο έκτος τόμος των χρονογραφημάτων του Κώστα Βάρναλη
Νίκος Σαραντάκος |
Μόλις κυκλοφόρησε, από τις εκδόσεις Αρχείο όπως πάντα, και σε δική μου επιμέλεια, ο τόμος Ιστορικά, με 153 χρονογραφήματα του Κώστα Βάρναλη, δημοσιευμένα σε αθηναϊκές εφημερίδες την περίοδο 1939-1958.
Είναι ο έκτος τόμος με χρονογραφήματα του Βάρναλη που εκδίδω από τις εκδόσεις Αρχείο. Προηγήθηκαν, το 2016 τα «Αττικά», με χρονογραφήματα για την Αθήνα και την Αττική, το 2017 τα «Αστυνομικά«, με χρονογραφήματα από γεγονότα του αστυνομικού δελτίου, το 2019 τα «Συμποσιακά», με χρονογραφήματα εμπνευσμένα από το καφενείο και την ταβέρνα, τον καφέ και το τσιγάρο, το πιοτό και το φαΐ, το 2020 τα Πολεμικά, γραμμένα τις μέρες του πολέμου του 1940-41 και πέρυσι τα Ερωτικά, με θέμα τον έρωτα, τον γάμο και τις σχέσεις των δύο φύλων. Από τις ίδιες εκδόσεις έχω παρουσιάσει παλιότερα δύο άλλους τόμους με δημοσιογραφικά κείμενα του Βάρναλη: τα Γράμματα από το Παρίσι και το Τι είδα εις την Ρωσσίαν των Σοβιέτ.
Σκοπός μας είναι, όσο αντέχουμε, να βγάλουμε κι άλλους τόμους με χρονογραφήματα του Βάρναλη, πάντοτε σε θεματική κατάταξη.
Τα χρονογραφήματα του Βάρναλη σε διάφορες εφημερίδες είναι πάνω από 3500. Από αυτά διάλεξα για αυτό τον τόμο 153 κείμενα, με την εξής κατανομή: 43 προπολεμικά, 4 πολεμικά ή κατοχικά και 106 της μεταπολεμικής περιόδου 1950-58.
Βλέπουμε ότι οι δυο μεγάλες περίοδοι (κατοχή και μεταπόλεμος) δεν εκπροσωπούνται εξίσου. Υπερέχει σαφώς η μεταπολεμική περίοδος, και τούτο επειδή τα κατοχικά ιστορικά χρονογραφήματα του Βάρναλη είναι ελάχιστα.
Στα κείμενα του τόμου αυτού, λοιπόν, έχουμε συγκεντρώσει χρονογραφήματα με ιστορικό θέμα, είτε ελληνικό είτε ξένο, πολλά από τα οποία, κυρίως στη μεταπολεμική περίοδο, πραγματοποιούν ευθείες συγκρίσεις και αντιδιαστολές με την τρέχουσα πολιτική κατάσταση στη μεταπολεμική Ελλάδα.
Από την άποψη αυτή, πολλά από τα χρονογραφήματα του τόμου είναι και εμμέσως αλλά σαφέστατα πολιτικά, ή και απευθείας πολιτικά, αφού ο Βάρναλης πολύ συχνά αντιπαραθέτει τα όσα ιστορικά αφηγείται στην επικαιρότητα της εποχής.
Χρησιμοποιεί λοιπόν ο Βάρναλης τα ιστορικά παραδείγματα θέλοντας να αντλήσει διδάγματα για τον αναγνώστη. Και αυτό εξηγεί για ποιο λόγο είναι ελάχιστα τα σχετικά χρονογραφήματα κατά την περίοδο της Κατοχής, όπου ασφαλώς η λογοκρισία δεν επέτρεπε την υπενθύμιση ένδοξων ιστορικών περιόδων και την άντληση ιστορικών διδαγμάτων.
Άλλες φορές, και ιδίως στα προπολεμικά χρονογραφήματα, ο Βάρναλης αφηγείται, συχνά με πολύ κέφι, διάφορα ιστορικά ανέκδοτα, που δεν είναι και τόσο γνωστά στον μέσο αναγνώστη, όπως π.χ. για τις πρώτες επαφές Βυζαντινών και Τούρκων στα 568 π.Χ. ή περιγράφει επεισόδια από τη ζωή των ισχυρών της ιστορίας ή παρουσιάζει ερωτήματα όπως αν δηλητηριάστηκε ή όχι ο Μέγας Αλέξανδρος ή ποια σύσταση είχε το δηλητήριο που πήρε ο Σωκράτης.
Έχει όμως ενδιαφέρον να δούμε από ποιες περιόδους και από ποιες περιοχές αντλεί τα θέματά του ο Βάρναλης στα χρονογραφήματα του τόμου μας.
Καταρχάς, η μεγάλη πλειοψηφία των χρονογραφημάτων έχει θέμα αντλημένο από την ελληνική ιστορία: τα 117 από τα 153, δηλαδή πάνω από τα τρία τέταρτα. Υπάρχουν 27 χρονογραφήματα με θέμα από την ιστορία άλλων λαών και περιοχών, ενώ 9 κείμενα έχουν αναφορές τόσο στην ελληνική όσο και στη διεθνή ιστορία.
Από τα 117 χρονογραφήματα που έχουν ελληνικό θέμα, ξεχωρίζουν δύο περίοδοι, που συγκεντρώνουν τη μερίδα του λέοντος. Η αρχαιότητα αντιπροσωπεύεται με 49 κομμάτια ενώ το Εικοσιένα με 33 κείμενα (και βέβαια, η μία περίοδος διαρκεί πολλούς αιώνες ενώ η άλλη ούτε μια δεκαετία). Έχουμε ακόμα 18 χρονογραφήματα από τη βυζαντινή περίοδο και άλλα 5 από τους μεταβυζαντινούς αιώνες ως την επανάσταση, και τέλος 10 χρονογραφήματα από τον 19ο αιώνα και τις αρχές του 20ού (ενώ σε δύο χρονογραφήματα γίνεται αναφορά σε περισσότερες από μία ιστορικές περιόδους).
Από την αρχαιότητα ασχολείται βέβαια με πολλά και ποικίλα θέματα, αλλά επιμένει κυρίως στον Ηρόδοτο και τα Μηδικά και στα Ελληνικά του Ξενοφώντα, ιδίως στην περίοδο των Τριάκοντα Τυράννων.
Ξέρουμε ότι ο Βάρναλης ήταν φιλόλογος, και γερός μάλιστα. Η ιδιότητα αυτή κάνει αισθητή την παρουσία της στα χρονογραφήματα του τόμου μας, καθώς ο Βάρναλης δεν διστάζει να παραθέτει εκτενή αποσπάσματα από το αρχαίο κείμενο που χρησιμοποιεί ως πηγή. Μάλιστα, ο τρόπος του Βάρναλη να αφηγείται μια ενδιαφέρουσα ιστορία, παραθέτοντας αποσπάσματα από το αρχαίο κείμενο χωρίς πλήρη μετάφραση αλλά μόνο εξηγώντας τα δύσκολα σημεία, τα σκληρά καρύδια, μπορεί να δώσει ιδέες σε φιλολόγους που διδάσκουν σήμερα αρχαία ελληνικά -εφόσον, βέβαια, το κείμενο αφηγείται μια τερπνή ιστορία.
Στα χρονογραφήματα της περιόδου 1950-1958 ο Βάρναλης υιοθετεί ένα κάπως απλουστευτικό ερμηνευτικό σχήμα, αλλά πάντως εναρμονισμένο στα εθνικοανεξαρτησιακά προτάγματα που πρόβαλλε η Αριστερά, σύμφωνα με το οποίο, τόσο στην αρχαία όσο και στη νεότερη ιστορία, ο λαός είναι ο πρωτεργάτης της δημοκρατίας και της εθνικής ανεξαρτησίας, ενώ οι ολιγαρχικοί (στην αρχαιότητα) και οι κοτζαμπάσηδες (στα νεότερα χρόνια) οι εκφραστές της ξενοδουλίας, οι συνεργάτες των ξένων, που ευχαρίστως προδίδουν την πατρίδα αρκεί να αναρριχηθούν στην εξουσία. Μάλιστα, κάποιες φορές ο Βάρναλης καταφεύγει σε χιουμοριστικούς αναχρονισμούς, όπως όταν γράφει για τους «δεξιούς των Πλαταιών» (που κάλεσαν τους Θηβαίους να αλώσουν την πόλη) ενώ άλλες φορές κάνει εύγλωττους υπαινιγμούς στην τρέχουσα επικαιρότητα, που βέβαια δεν είναι τόσο διαφανείς στον σημερινό αναγνώστη, όπως είναι οι αναφορές στην «εξυγίανση» -όπως είχε ονομαστεί, μετά τον πόλεμο, η εκκαθάριση της κρατικής μηχανής από αριστερούς.
Το βιβλίο μπορείτε να το βρείτε στα κεντρικά βιβλιοπωλεία (βλέπω ότι στην Πολιτεία υπάρχει ήδη περιγραφή) όπως και στον ιστότοπο των εκδόσεων Αρχείο.
Θα κλείσω την παρουσίαση με ένα απο τα χρονογραφήματα του βιβλίου, που δημοσιεύτηκε την 1η Αυγούστου 1953 στην κεντρώα (προς κεντροαριστερή) εφημερίδα Προοδευτικός Φιλελεύθερος, με την οποία συνεργαζόταν ο Βάρναλης από το 1950. Έχει θέμα παρμένο, ακριβώς, από τα Ελληνικά. Το βιβλίο δεν το έχω πάρει στα χέρια μου, οπότε παραθέτω από το αρχείο Word, χωρίς δηλαδή τις τυχόν τελευταίες διορθώσεις, αλλά με τις υποσημειώσεις που έχω βάλει. Τώρα που ξαναδιαβάζω το κείμενο, βλέπω πως ίσως έπρεπε να μπει κι άλλη μια υποσημείωση, στη λέξη «λαοπρόβλητοι» -ήταν το επίθετο με το οποίο αυτοχαρακτηριζόταν η κυβέρνηση που είχε προκύψει από τις εκλογές του 1946, όπου το ΕΑΜ είχε επιλέξει την αποχή.
«Λες και ήταν χτες»
Γράφαμε χτες για τη στιχομυθία του Κριτία, του αρχιτυράννου, και του Θηραμένη, του Κοθόρνου.
Δεν υπάρχει ωραιότερ’ ιστορία από των Τριάκοντα Τυράννων και τόσον ωραιότατα γραμμένη όπως από τον Ξενοφώντα. Είναι τόσο επίκαιρη, που νομίζει κανείς, πως ήτανε χτες! Γι’ αυτόν το λόγο θα μας απασχολήσει άλλη μια φορά τούτ’ η μελανότερη σελίδα του αρχαίου πολιτισμού.
*
Μόλις τους «φυγάδες» (= τους εμιγκρέδες αριστοκρατικούς) τους ξανάφερε πίσω στην Αθήνα ο Ξένος (= ο Λύσαντρος) αμέσως, όσο μπορούσανε γρηγορότερα, μπας και χαθεί η ευκαιρία, «τὰ τείχη κατέσκαπτον ὑπ’ αὐλητρίδων πολλῇ προθυμίᾳ, νομίζοντες ἐκείνην τὴν ἡμέραν τῇ Ἑλλάδι ἄρχειν τῆς ἐλευθερίας»[1] ( = νομίζοντας, πως εκείνην την ημέρα ελευθερωνότανε η… Ελλάδα και το… Αφγανιστάν!).
Τι τους πληρώνεις!
Αμέσως ύστερα ο Λύσαντρος μάζεψε το λαό και με την παρουσία του την ατομική και της οπλισμένης φρουράς του (σα να λέμε: με τις κουκουβάγιες του)[2] έβαλε το λαό να ψηφίσει «αδιάβλητα» τους Τυράννους του, Τριάντα τον αριθμό, για να γράψουνε «νόμους, καθ’ οὕστινας πολιτεύσοιντο» (σα να λέμε το… νέο σύνταγμα!).
Αλλά το μεν σύνταγμα όλο και «αύριο» θα το γράφανε, «βουλὴν δὲ καὶ τὰς ἄλλας ἀρχὰς κατέστησαν (= διορίσανε!) ὡς ἐδόκει αὐτοῖς» (= όπως τους κάπνιζε!).
*
Και πρώτα πρώτα αρχίσανε να σκοτώνουνε τους «συκοφάντες» των χρόνων της δημοκρατίας. Ύστερα στείλανε στη Σπάρτη δυο λεβέντες αρχιεθνικόφρονες να ζητήσουν από το Λύσανδρο να στείλει φρουρά στην Αθήνα έως ότου, αφού «εξυγιάνουν» την κατάσταση («τους πονηρούς εκποδών ποιησάμενοι») να στερεώσουνε το νέο… πολίτευμα (το γνήσιον, το ακραιφνές, το… Τρισχιλιετές!) Αλλά ποιος θα έτρεφε τους «ξένους» χαραμοφάηδες;
‒ Εμείς! Υποσχεθήκανε οι Τριάκοντα λαοπρόβλητοι (δηλ. ο φορολογούμενος λαός).
Κι ο Λύσανδρος έστειλε φρουρά με την αρχηγία του Καλλίβιου. Τη φρουράν αυτήν την εγκαταστήσανε οι Τριάκοντα στην Ακρόπολη, ασφαλώς στο ίδιο μέρος, που αργότερα στήθηκε ο αγκυλωτός του Χίτλερ. Και τον περιποιόντανε τον Καλλίβιο στα μέσα και στα έξω, για να εγκρίνει τα εγκλήματά τους («ὡς πάντα ἐπαινοίη ἃ πράττοιεν»).
*
Επειδή όμως ο Κριτίας σκότωσε αράδα τους πολίτες για να δημεύει (= ιδιοποιείται) τις περιουσίες τους, ο Θηραμένης του είπε μια μέρα:
‒ Για σταμάτα, ρε φίλε!
‒ Πώς θα μπορούσαμε να πλουτίσουμε, αν δεν σκοτώναμε τους καλύτερους («τοὺς ἱκανωτάτους»); Κι αν νομίζεις, πως επειδή είμαστε τριάντα κι όχι ένας, η εξουσία μας είναι λιγότερο «τυραννίς» (‒ διχτατορία, θα λέγαμε σήμερα ή «δυναμική δημοκρατία»)[3] «εὐήθης εἶ» δηλ. μωρόπιστος ή όπως θα λέγαμε σήμερα, «ρομαντικός».
Και να μην τα πολυλογούμε, τόνε βούτηξε το Θηραμένη ο Κριτίας και τον κατηγόρησε στη Βουλή «φανερῶς τὴν ὀλιγαρχίαν λυμαινόμενον».
Μπορούσε να ήτανε ο Κριτίας δολοφόνος και πλιατσικολόγος, αλλά δεν ήτανε ψεύστης. Δεν ονόμαζε την ολιγαρχία του δημοκρατία!
«Τις κουβέντες τις πνιχτές ‒ λες και ήταν χτες»!
[1] Τα παραθέματα του χρονογραφήματος από το δεύτερο βιβλίο των Ελληνικών του Ξενοφώντα.
[2] Πιθανός υπαινιγμός στους διεθνείς παρατηρητές των ελληνικών εκλογών του 1946, που ο λαός τους ονόμασε «κουκουβάγιες» από το σήμα που έφεραν.
[3] Σύνθημα της κυβέρνησης Παπάγου.
Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου