Ο φάλτσος ακορντεονίστας
Μια από τις λέξεις της επικαιρότητας, που
μάλιστα εμφανίστηκε τους τελευταίους μήνες και όχι από την αρχή της
πανδημίας, είναι και το ακορντεόν.
Όχι βέβαια με την κυριολεκτική
σημασία της· μεταφορικά χρησιμοποιήθηκε ο όρος. Ανάλογα με την πορεία
της πανδημίας, αν σημειωθεί κάποια ύφεση στα κρούσματα και στους
διασωληνωμένους τα μέτρα χαλαρώνουν (άνοιξε)· κι αν οι αριθμοί
επιδεινωθούν, η στρόφιγγα σφίγγει πάλι (κλείσε). Άνοιξε-κλείσε, την ίδια
κίνηση που κάνει ο ακορντεονίστας για να παίξει μουσική.
Να λεξιλογήσουμε λοιπόν για το ακορντεόν, που είναι ένα φορητό αερόφωνο μουσικό όργανο σε σχήμα κουτιού, με πληκτρολόγιο από τη μια μεριά για τη μελωδία και κουμπιά από την άλλη για τις συγχορδίες· στη μέση έχει ένα χειροκίνητο πτυσσόμενο φυσερό, μια φυσούνα, που παράγει τον ήχο πιέζοντας τον αέρα μέσα από μεταλλικές γλωσσίδες.
Το 1829, ο Cyrill Demian, οργανοποιός αρμενικής καταγωγής, κατοχύρωσε με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας στη Βιέννη ένα μουσικό όργανο που το ονόμασε Akkordion και που ήταν ο πρόγονος των σημερινών ακορντεόν, αν και διέφερε αρκετά από τα σημερινά. Η λέξη διεθνοποιήθηκε· πέρασε στα γαλλικά, accordéon, και από εκεί στα ελληνικά, ακορντεόν.
Η λέξη ετυμολογείται από το γερμανικό Akkord, που είναι η συγχορδία· ακόρντο λέμε κι εμείς. Η γερμανική λέξη προέρχεται από τα γαλλικά, όπου accord είναι γενικότερα η συμφωνία, που ανάγεται με τη σειρά του, μέσω του αμάρτυρου λατινικού *accordare, στο πρόθημα ad- και στο ουσιαστικό cor, cordis, την καρδιά. Το γαλλικό accorder όμως από τον 15ο αιώνα χρησιμοποιόταν στη μουσική, με τη σημασία «εναρμονίζω», από παρετυμολογική συσχέτιση με το corde (από το λατινικό chorda και από τη δική μας χορδή).
Επομένως, το ακορντεόν είναι από τα σχετικώς νέα μουσικά όργανα, αν και ανάγεται στο κινέζικο sheng, το οποίο εισήχθη στην Ευρώπη περί το 1770 από έναν Γάλλο ιεραπόστολο. Πάντως, πολύ γρήγορα κατέκτησε όλη την Ευρώπη όπου χρησιμοποιήθηκε κυρίως από ανθρώπους του λαού και μουσικούς του δρόμου, σε πανηγύρια, γιορτές και γλέντια, για τη λαϊκή μουσική, από τη Γαλλία μέχρι τη Ρωσία, ενώ οι μετανάστες το μετέφεραν και στην Αμερική και την Αυστραλία. Λιγότερο έχει διεισδύσει στη λεγόμενη σοβαρή ή κλασική μουσική.
Αξιοπερίεργο είναι ότι στα ιταλικά το ακορντεόν ονομάζεται fisarmonica και fizarmonica στα αλβανικά, ενώ στα δανικά Harmonika, όπως άλλωστε και στα σέρβικα. Παρόλο που διαφέρουν πολύ στο μέγεθος, το ακορντεόν και η φυσαρμόνικα είναι όργανα της ίδιας οικογένειας, παράγουν ήχο με βάση την ίδια αρχή, οπότε το ορολογικό μπέρδεμα δεν είναι τόσο ανεξήγητο όσο θα φαινόταν εκ πρώτης όψεως.
Πότε έφτασε στην Ελλάδα το ακορντεόν; Θα έλεγα στα τέλη του 19ου αιώνα ή στις αρχές του 20ού, αλλά επειδή η μετάβαση πρέπει να έγινε από λαϊκά κανάλια δεν ξέρω αν υπάρχουν ίχνη της. Όσο για τη λέξη ακορντεόν, η αναζήτηση στα σώματα εφημερίδων δίνει πολύ όψιμα αποτελέσματα. Το παλαιότερο που βρήκα, από τα Χριστούγεννα του 1929 είναι στην κοσμική στήλη εφημερίδας, όπου για ένα κοσμικό κέντρο στο Τροκαντερό αναφέρεται ότι «Αι θαυμάσιαι ορχήστραι τζαζ μπαντ και ακορντεόν ενθουσίαζον τους χορευτάς». Εξαιτίας όμως του ορολογικού μπερδέματος που ανέφερα παραπάνω, είναι σχεδόν βέβαιο ότι υπάρχουν και παλαιότερες αναφορές στο όργανο ακορντεόν, που χρησιμοποιούν όμως τον όρο «αρμόνικα». Για παράδειγμα, σε επιστολή φαντάρου από το μακεδονικό μέτωπο (1918) αναφέρεται ότι «Προχτές είχομεν αρμόνικαν και εχορέψαμεν εις την πρώτη γραμμήν, ότε ήκουσαν οι Βούλγαροι και ήρχισαν να μας ρίχνουν οβίδας». Μάλλον με ακορντεόν θα χόρευαν οι φαντάροι, σκέφτομαι. Ακόμα πιο παλιά, σε διήγημα του Αριστοτέλη Κουρτίδη, δημοσιευμένο το 1888: «ήρχισαν αι καντάδες με την αρμόνικαν, ήρχισαν οι περιπαθέστατοι αμανέδες από το κατέναντι καπηλείον». Για καντάδες προσφέρεται το ακορντεόν, όχι η φυσαρμόνικα.
Το ακορντεόν είναι αγαπημένο όργανο της παρέας και του λαϊκού γλεντιού, του πανηγυριού και της καντάδας. Έχει περάσει και στην ποίηση, όπου το ακορντεόν του τυφλού είναι κοινό μοτίβο του Ρίτσου, αλλά και όλοι μας έχουμε τραγουδήσει, στο αξέχαστο τραγούδι του Λοΐζου, για τον φίλο «που ήξερε και έπαιζε τ’ ακορντεόν» και που τον σταμάτησε μια ριπή.
Αν το κυριολεκτικό ακορντεόν μόνο συμπάθεια προκαλεί, στις μέρες μας το ακορντεόν το μεταφορικό δύσκολα αντέχεται. Κι έτσι βλέπουμε τίτλους άρθρων όπως «Σε απόγνωση το λιανεμπόριο από το σύστημα ακορντεόν» ή «Καταστροφική η λογική του ακορντεόν». «Το ακορντεόν της αποτυχίας» ήταν ο πρωτοσέλιδος τίτλος της κυριακάτικης Αυγής πρόσφατα, ενώ την ίδια μέρα το Βήμα, κάπως πιο ουδέτερα αλλά ίσως εξίσου επικριτικά, είχε τίτλο «Ακορντεόν η ζωή μας», η δε Καθημερινή λίγες μέρες νωρίτερα, «Το ακορντεόν σπάει νεύρα και ταμεία». Πώς να προγραμματίσεις στοιχειωδώς τη λειτουργία της επιχείρησής σου όταν όλα μπορούν ν’ αλλάξουν την άλλη στιγμή;
Πολύ κακόφωνο ακούγεται το κυβερνητικό ακορντεόν, κι έχει κουράσει. Κουράζει και αποκαρδιώνει, όταν ακούμε την κυβέρνηση να ανακοινώνει μέτρα τη μια μέρα και την άλλη μέρα να τα παίρνει πίσω, όταν δημοσιεύονται ΦΕΚ ώρες ή και μέρες μετά την έναρξη λειτουργίας των εκάστοτε νέων μέτρων, περιφρονώντας την έννοια του κράτους δικαίου ή όταν ο κυβερνητικός βουλευτής κ. Στεφανάδης παραθέτει τραπέζι στον πρωθυπουργό και σε άλλους τριάντα νοματαίους στο μπαλκόνι του σπιτιού του στην Ικαρία και ισχυρίζεται πως δεν υπάρχει πρόβλημα διότι τηρήθηκαν όλα τα μέτρα -την ίδια στιγμή που για πολύ μικρότερες παρόμοιες συνάξεις πέφτουν βροχή τα τρακοσάρια και τα τριχίλιαρα πρόστιμα.
Και πιο πολύ κουράζει το ακορντεόν, όταν ο ακορντεονίστας που μας κυβερνάει, μεθυσμένος από την έπαρση, μπερδεύει τις νότες και αραδιάζει τα φάλτσα το ένα μετά το άλλο, αλλά ο πετσωμένος θίασος χειροκροτητών που τον συνοδεύει δεν τσιγκουνεύεται τους ύμνους για τις υπέρκομψες μελωδίες του βιρτουόζου μας. Κι όμως, ο ακορντεονίστας είναι φάλτσος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου