Τετάρτη, Φεβρουαρίου 10, 2021

Τι είδους "επανάσταση" ήταν η Επανάσταση του 21;

 

Η επέτειος των 200 χρόνων από το 1821 είναι μια καλή ευκαιρία να ξανασκεφτούμε τους όρους που καθιερώθηκαν και χρησιμοποιούμε για να περιγράψουμε γεγονότα ή φαινόμενα του παρελθόντος.  Έχει καθιερωθεί να χρησιμοποιούμε τον όρο «επανάσταση» για να περιγράψουμε τα γεγονότα του 1821 και, στην πραγματικότητα, τα γεγονότα μιας ολόκληρης ιστορικής περιόδου η κατάληξη της οποίας ήταν η ίδρυση του ελληνικού κράτους. Δεν επικράτησε ο όρος «αγώνας», που και οι ίδιοι οι άνθρωποι της εποχής χρησιμοποιούσαν, ούτε ο, επίσης δόκιμος, όρος «πόλεμος της ανεξαρτησίας». Από τη στιγμή που ο όρος «επανάσταση» έχει πολλές σημασίες, τι σήμανε για την ελληνική κοινωνία η σύνδεση της επανάστασης με το 1821;

Ο όρος «επανάσταση» χρησιμοποιείται για να περιγράψει τη γρήγορη, ριζική αλλαγή. Σύμφωνα με τον κλασικό ορισμό της Theda Skocpol, οι κοινωνικές επαναστάσεις είναι «γρήγοροι, βασικοί μετασχηματισμοί των κρατικών και ταξικών δομών μιας κοινωνίας οι οποίοι συνοδεύονται και εν μέρει πραγματοποιούνται με ταξικές εξεγέρσεις από τα κάτω». Τέτοια μείζονα παραδείγματα ήταν η Γαλλική, η Ρωσική και η Κινεζική Επανάσταση, οι οποίες είναι διαφορετικές από τις πολιτικές επαναστάσεις, οι οποίες άλλαζαν μόνο τις δομές της πολιτικής εξουσίας. Η Ελληνική, όπως και η Αμερικανική Επανάσταση ανήκουν σε μια τρίτη, μεγάλη κατηγορία, αυτή των εθνικών επαναστάσεων. Στις εθνικές επαναστάσεις εντάσσονται όλοι εκείνοι οι πόλεμοι για εθνική απελευθέρωση και δημιουργία εθνικού κράτους που ξέσπασαν σε όλο τον πλανήτη ενάντια στις αυτοκρατορίες από τον 19ο αιώνα μέχρι και τη δεκαετία του 1960. Κάποιες από αυτές τις επαναστάσεις, κυρίως στις αποικίες μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, συνδύαζαν την εθνική απελευθέρωση με τη επαναστατική αλλαγή της κοινωνίας. Η ελληνική επανάσταση δεν μπορεί να συμπεριληφθεί σ’ αυτές γιατί, ενώ επέφερε σημαντικές κοινωνικές αλλαγές σε σχέση με τα χρόνια της οθωμανικής κυριαρχίας, ήταν μια κατά κύριο λόγο εθνική επανάσταση, δηλαδή είχε ως βασικό στόχο τη δημιουργία ανεξάρτητου εθνικού κράτους.

Οι εθνικές επαναστάσεις

Ο όρος «επανάσταση» για το 1821 εμφανίστηκε ήδη από εκείνη τη δεκαετία και καθιερώθηκε σχετικά σύντομα. Η γρήγορη καθιέρωση είχε ως συνέπεια η επανάσταση να ταυτιστεί μονοσήμαντα με την εθνική ιδεολογία: η επανάσταση, τόσο στην ιστορική συνείδηση όσο και στη δημόσια ιστορία στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα και των αρχών του 20ού αιώνα είχε μόνο εθνικό περιεχόμενο και συνδεόταν με την απελευθέρωση των Ελλήνων που ζούσαν στα εδάφη της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Οποιαδήποτε ένοπλη προσπάθεια αποτίναξης της οθωμανικής κυριαρχίας (ασχέτως της μαζικότητάς της, της επέκτασής της ή της επιτυχίας της) ονομαζόταν επανάσταση. Μ’ αυτόν τον τρόπο όλες οι κατά καιρούς εξεγέρσεις των Ελλήνων στα εδάφη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, όπως π.χ. στην Κρήτη (1866-1869, 1878, 1897), στον  Όλυμπο και στην  Ήπειρο (1878) ονομάστηκαν επαναστάσεις. Επιπλέον, η ταύτιση της επανάστασης με τα εθνικά ιδεώδη και συμφέροντα προσέδωσε ένα καθαρά θετικό πρόσημο στην έννοια της επανάστασης. Γι’ αυτόν τον λόγο σταδιακά η επανάσταση, πέρα από τον αγώνα για εθνική απελευθέρωση, άρχισε να συνδέεται με κινήματα ή εκτροπές που είχαν ως στόχο την αλλαγή των πολιτικών θεσμών. Το κίνημα της 3ης Σεπτεμβρίου 1843 για την παραχώρηση συντάγματος από τον  Όθωνα καθιερώθηκε να ονομάζεται «Επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου», οι πρωταγωνιστές και οι υποστηρικτές του κινήματος του 1909 το ονόμασαν «επανάσταση», η ηγεσία του κινήματος που εκδηλώθηκε τον Σεπτέμβριο του 1922 στον απόηχο της Μικρασιατικής Καταστροφής ονομάστηκε «Επαναστατική Επιτροπή».

Οι επαναστάσεις στον 20ό αιώνα

Βέβαια, μετά τη Ρωσική Επανάσταση, ο όρος «επανάσταση» θα αποκτήσει διαφορετικό περιεχόμενο και σημασία, καθώς θα συνδεθεί πλέον με τη ριζική κοινωνική αλλαγή και θα ενταχθεί στο πολιτικό λεξιλόγιο του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος. Η επανάσταση δεν είναι πλέον εθνική, αλλά διεθνής, δεν έχει ως υποκείμενο το έθνος, αλλά την εργατική τάξη ή τον λαό. Αυτή η ανασημασιοδότηση της επανάστασης, που μέχρι τότε αποτελούσε τον ιδρυτικό μύθο του εθνικού κράτους και είχε αποκτήσει θετικό πρόσημο, θα μετατρέψει τον όρο σε πεδίο διαμάχης διαφορετικών και, συχνά, ανταγωνιστικών πολιτικών λόγων και πρακτικών. Στην Ελλάδα ο αστικός πολιτικός κόσμος έθεσε στο επίκεντρο διώξεων και απαγορεύσεων τις επαναστατικές ιδέες και πρακτικές και επιπλέον, για να τους στερήσει την οποιαδήποτε νομιμοποίηση, τις στιγμάτισε ως αντεθνικές. Το πιο χαρακτηριστικό τέτοιο παράδειγμα στη νομοθεσία του Μεσοπολέμου ήταν το Ιδιώνυμο, το οποίο ποινικοποιούσε την επανάσταση («την διά βιαίων μέσων ανατροπήν του κρατούντος κοινωνικού συστήματος») και τη συνέδεε με την εκχώρηση εδαφών στις γειτονικές χώρες («την απόσπασιν μέρους εκ του όλου της Επικρατείας»).

Η δεκαετία του 1940-1950

Η κοινωνική επανάσταση ήρθε στην επικαιρότητα στη δεκαετία του 1940. Στα χρόνια της Κατοχής, το ΕΑΜ ηγήθηκε ενός μαζικού κινήματος που είχε θέσει ως στόχο την απελευθέρωση της χώρας από τους κατακτητές και την κοινωνική αλλαγή. Ο όρος επανάσταση δεν χρησιμοποιήθηκε μάλλον γιατί θα απομάκρυνε τους πιο μετριοπαθείς από το ΕΑΜ και προτιμήθηκε ο πιο νεφελώδης όρος «λαοκρατία». Στην πράξη, όμως, η δημιουργία θεσμών λαϊκής εξουσίας στις περιοχές που ήταν υπό τον έλεγχο του ΕΑΜ - ΕΛΑΣ είχε θέσει σε κίνηση την επαναστατική διαδικασία. Διαφορετική ήταν η στάση του ΚΚΕ απέναντι στην επανάσταση στα χρόνια του Εμφυλίου. Τότε το ΚΚΕ χαρακτήρισε τον αγώνα του «λαϊκή επανάσταση» και τον Δημοκρατικό Στρατό Ελλάδας «λαϊκό επαναστατικό στρατό». Η ήττα στον εμφύλιο πόλεμο, με τις βαρύτατες κοινωνικές και πολιτικές συνέπειες που τη συνόδευσαν, και ο σταθερός προσανατολισμός στην πολιτική νομιμότητα μετεμφυλιακά είχαν ως συνέπεια η Αριστερά αφενός να αποσιωπήσει το επαναστατικό παρελθόν και αφετέρου να εγκαταλείψει το όραμα της κοινωνικής επανάστασης. Βέβαια, η αντίπαλη πλευρά ποτέ δεν αποδέχτηκε τη σύνδεση της επανάστασης με την αλλαγή του καθεστώτος. Στον λόγο της δεξιάς παράταξης, η πολιτική της Αριστεράς ήταν ταυτισμένη με τη βία, το έγκλημα και την εκτροπή, αλλά όχι με την επανάσταση. Γι’ αυτό ακόμη και στα μετεμφυλιακά χρόνια η επανάσταση συνέχισε να συνδέεται με τους αγώνες του έθνους στον κυρίαρχο λόγο και εξαιτίας αυτού εξακολούθησε να έχει θετικές συνδηλώσεις. Δεν είναι τυχαίο ότι οι πραξικοπηματίες της 21ης Απριλίου επέλεξαν τον όρο «επανάσταση» για να περιγράψουν το καθεστώς που εγκαθίδρυσαν.

Η ανεξαρτησία

Το ενδιαφέρον είναι ότι, ενώ στα μεταπολεμικά χρόνια η Αριστερά απέφυγε να χρησιμοποιεί τον όρο «επανάσταση», ένας άλλος όρος καθιερώθηκε στο πολιτικό λεξιλόγιό της: η ανεξαρτησία. Το αίτημα της εθνικής ανεξαρτησίας αρχικά φαινόταν παράδοξο, γιατί η Ελλάδα ήταν ήδη για παραπάνω από έναν αιώνα ανεξάρτητο κράτος. Ωστόσο, το αίτημα της εθνικής ανεξαρτησίας ερχόταν να υπογραμμίσει τις σχέσεις ανισότητας που είχε η Ελλάδα με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ο ρόλος των ξένων δυνάμεων πάντα είχε θέση στις αναλύσεις της Αριστεράς, αλλά μετά την Απελευθέρωση αποτέλεσε κομβικό σημείο της πολιτικής της. Η έντονη παρέμβαση αρχικά της Βρετανίας και στη συνέχεια των Ηνωμένων Πολιτειών στα πολιτικά πράγματα της χώρας και η αμερικανική στρατιωτική παρουσία στην Ελλάδα, η αποαποικιοποίηση και τα εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα στον υπόλοιπο κόσμο, ο αγώνας των Κυπρίων ενάντια στη βρετανική κυριαρχία, το κίνημα των αδεσμεύτων και το αίτημα της «ουδετερότητας» στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, η απήχηση που είχε η θεωρία της «εξάρτησης», η άνοδος του αντιαμερικανισμού διεθνώς, διαμόρφωσαν έδωσαν νέο περιεχόμενο στην έννοια της εθνικής ανεξαρτησίας. Η εθνική ανεξαρτησία έκφραζε μια διπλή αντίθεση: την αντίθεση στην πρόσδεση της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής στις επιδιώξεις των Ηνωμένων Πολιτειών και ταυτόχρονα την αντίθεση στον ρόλο που διαδραμάτιζαν οι Ηνωμένες Πολιτείες στην ελληνική πολιτική ζωή ως αναπόσπαστο κομμάτι του μετεμφυλιακού πλέγματος εξουσίας. Επιπλέον, η εθνική ανεξαρτησία ως αίτημα εντασσόταν στην παράδοση του δημοκρατικού πατριωτισμού και γι’ αυτό είχε ιδιαίτερη απήχηση και στον χώρο του Κέντρου στη δεκαετία του 1960.

Το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου η επτάχρονη δικτατορία και η τουρκική εισβολή στην Κύπρο έθεσαν την εθνική ανεξαρτησία στο επίκεντρο του πολιτικού λόγου πολλών κομμάτων στη Μεταπολίτευση. Το αίτημα της εθνικής ανεξαρτησίας, συνδεδεμένο πάντα με την αρχή της λαϊκής κυριαρχίας, διαμόρφωσε ένα πλειοψηφικό ρεύμα δημοκρατικού πατριωτισμού που σταδιακά ηγεμόνευσε στην ελληνική κοινωνία κατά τις δεκαετίες του 1970 και του 1980. Η επανάσταση αφορούσε πλέον το παρελθόν. Και όχι μόνο αυτό. Εάν οι εθνικές επαναστάσεις ως ιδρυτικοί μύθοι των εθνικών κρατών συνέχισαν να έχουν θετικές συνδηλώσεις, δεν συνέβη το ίδιο με τις κοινωνικές επαναστάσεις. Για μια μερίδα μελετητών και δημοσιογράφων οι κοινωνικές επαναστάσεις (της Γαλλικής Επανάστασης συμπεριλαμβανομένης) αποτέλεσαν ένα αρνητικό ιστορικό φαινόμενο και ταυτίστηκαν με τη βία και την τρομοκρατία, ενώ οι επαναστατικές ιδέες θεωρήθηκαν εγγενώς αντιδημοκρατικές. Παράλληλα, και η επίκληση της εθνικής ανεξαρτησίας άρχισε να φθίνει στην Ελλάδα. Η ένταξη σε υπερεθνικούς οργανισμούς, όπως η Ε.Ε., και η παγκοσμιοποίηση σχετικοποίησαν την έννοια της εθνικής ανεξαρτησίας. Πράγματι, ποιο μπορεί να είναι το νόημα της εθνικής ανεξαρτησίας σήμερα, όταν όλο και περισσότεροι νόμοι, πολιτικές, μέτρα χαράσσονται, συζητούνται και αποφασίζονται στις Βρυξέλλες και το κράτος - μέλος απλώς δεσμεύεται να τα εφαρμόσει; Επιπλέον, η ελληνική κοινωνία έχει συνειδητοποιήσει (με επώδυνο τρόπο, πριν μόλις λίγα χρόνια) ότι οι σχέσεις ανισότητας μεταξύ των κρατών - μελών αποτελούν δομικό χαρακτηριστικό της Ε.Ε. και ότι η Ελλάδα, βέβαια, δεν συγκαταλέγεται μεταξύ των ισχυρών.

Ποιο είναι το νέο αφήγημα;

Υπάρχει λόγος να συνεχίζουμε να συζητάμε σήμερα τις έννοιες της επανάστασης και της ανεξαρτησίας ή ανήκουν στον κόσμο του παρελθόντος και στην εργαλειοθήκη των ιστορικών που το μελετούν; Πριν βιαστούμε να απαντήσουμε, ας σκεφτούμε ότι οι έννοιες δεν είναι αφηρημένες, θεωρητικές κατασκευές, αλλά αποτυπώνουν αιτήματα, ενεργοποιούν συναισθήματα, κινητοποιούν κοινωνικές ομάδες, εμπνέουν άτομα, εκφράζουν συλλογικές προσδοκίες. Ως κοινωνία χρειαζόμαστε ένα νέο αφήγημα που να περιλαμβάνει την εμπειρία τού παρελθόντος και να διανοίγει προοπτικές για το μέλλον και άρα, από αυτή τη σκοπιά, θα πρέπει να επανανοηματοδοτεί τόσο την επανάσταση όσο και την ανεξαρτησία.

 

* Ο Πολυμέρης Βόγλης είναι αναπληρωτής καθηγητής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Le Concert Spirituel: Baroque music at the time of Louis XV |Savall & Le Concert des Nations

Do you love Baroque music played on period instruments? Are you curious about pieces by Arcangelo Corelli, Georg Philipp Telemann and Jean-P...