Κυριακή, Μαΐου 03, 2020


Ανάμεσα στο τοπικό και στο διεθνές εν μέσω πανδημίας

Γ. Ν. Περαντωνάκης, Αριστοτέλης Σαΐνης, Βαγγέλης Χατζηβασιλείου
efsyn.gr

Δυο εμβληματικοί κριτικοί λογοτεχνίας του «Ανοιχτού Βιβλίου» (Γ. Ν. Περαντωνάκης και Αριστοτέλης Σαΐνης) κι ένας σημαντικός κριτικός και δοκιμιογράφος (Βαγγέλης Χατζηβασιλείου) ανταποκρίθηκαν στην πρόσκλησή μας να ανιχνεύσουν τα όρια, τις ωσμώσεις, τις επικαλύψεις και τις μεταμορφώσεις που τίθενται, ενεργοποιούνται και αναπροσαρμόζονται, μεταπολεμικά, κυρίως από τη μεταπολίτευση και πέρα, ανάμεσα στην εγχώρια και στη διεθνή λογοτεχνία.
Υπάρχει ή όχι σήμερα περίκλειστη και αυτάρεσκη γραφή στη νοσταλγική εντοπιότητά της (ή, συμμετρικά, στον αφρώδη κοσμοπολιτισμό της);
Μπορεί κάποιος να μιλήσει από τον χαρτογραφημένο τόπο του βιώματος, του τραύματος ή της απόλαυσης, σ’ έναν οικουμενικά ανήσυχο αναγνώστη;
Σήμερα, φυσικά, εν μέσω μιας παγκοσμιοποιημένης υγειονομικής και όχι μόνο κρίσης, αυτό το διπολικό ερώτημα αποκτάει κι ένα επιπλέον νόημα.
Και δεν αναφέρομαι στο πως θα αντιδράσει ο κόσμος του βιβλίου (εκδότες, συγγραφείς και αναγνώστες) μετά το πρώτο και δεύτερο κύμα του SARS-COV-2, τόσο υλικά όσο και πολιτισμικά.
Αλλά στο αν θα διαμορφωθεί μια λογοτεχνία του κορονοϊού και, κυρίως, αν αυτή η τάση αφηγηματικής ενσωμάτωσης της δυστοπίας του παρόντος διευρύνει ή περιστείλει τα ιστορικά, ηθικά, ηθολογικά, πολιτικά ή υπαρξιακά ανακλαστικά μας.

Αναζητώντας τον κοσμοπολιτισμό στις μέρες μας…

Του Αριστοτέλη Σαΐνη
Ρευστή έννοια, που διατρέχει την πολιτισμική ιστορία δημιουργώντας πάντα εντάσεις και μόνο με την εκφορά της. Από φιλοσοφικό πρόταγμα και αρετή της αρχαιότητας που συνδέθηκε στην πορεία της με τον Ανθρωπισμό και τις διδαχές του Διαφωτισμού, κατέληξε «αδύνατο ιδεώδες» για τον Τσβάιχ, αφού αποδείχθηκε ότι καταρρέει στην πρώτη κρίση και δη σε περιόδους πολέμου. Απαισιόδοξη οπτική, ίσως, προφανώς ενισχυμένη από την αντιφατική συγκυρία. Την ώρα που τα σύνορα κλείνουν προοδευτικά σ’ έναν κόσμο που κλυδωνίζεται επικίνδυνα, να ξεφυλλίζει κανείς διαδικτυακά τη διαρκώς διογκούμενη βιβλιογραφία για τη διαπολιτισμική συνείδηση μιας «Global Literature» που τείνει ν’ αντικαταστήσει την ευρωκεντρική «Παγκόσμια Λογοτεχνία» του Γκαίτε…
Ωστόσο, κάθε τρέχουσα συζήτηση για τον κοσμοπολιτισμό δεν μπορεί ν’ αγνοήσει το σημερινό πλαίσιο. Η παγκοσμιοποιήση του χρηματοπιστωτικού καπιταλισμού είναι η προβληματική εμπειρική πραγματικότητα και ο κοσμοπολιτισμός το ιδεώδες της. Εξού και κάποιοι μιλούν για ανθρωπιστικό κοσμοπολιτισμό, ικανό να θεραπεύσει τα μεγάλα προβλήματα (προσφυγική, οικονομική και περιβαλλοντική κρίση, τρομοκρατία και διεθνής εγκληματικότητα κ.λπ.) που ταλανίζουν τις ενοποιημένες από την τεχνολογία και την πληροφορία κοινωνίες και ξεπερνούν τα εθνικά σύνορα.
Αλλοι είναι σκεπτικοί και θεωρούν ότι οι απολίτικες κοσμοπολιτικές ιδέες είναι τελείως ανεδαφικές, και κάποιοι άλλοι προτείνουν το πρόθεμα «ψευδο-» μπροστά από τη λέξη, για να χαρακτηρίσουν σημερινές επιφανειακές εκδοχές του. Ο αχανής και σημασιολογικά ευπροσάρμοστος όρος διευρύνεται για να συμπεριλάβει ποικίλες μορφές και πρακτικές και συνεχώς αναμετριέται με πραγματικά ή πλαστά διλήμματα και έννοιες: τον επαρχιωτισμό, την εσωστρέφεια και τον απομονωτισμό, τον εθνοκεντρισμό, τον εθνικισμό και τον σοβινισμό, συχνά με τον πατριωτισμό, ακόμα και με τον διεθνισμό!
Τι σημαίνει, ωστόσο, πολίτης του κόσμου στην πεζογραφία, και δη εις τα καθ’ ημάς; Μ’ άλλα λόγια, τι σχέση έχει ο ρομαντικός κοσμοπολιτισμός του Αλέξανδρου Ρίζου Ραγκαβή ή του Δημητρίου Βικέλα με τον μεσοπολεμικό κοσμοπολιτισμό του Θράσου Καστανάκη, ή η αισιοδοξία του Γιώργου Θεοτοκά και ο κοσμοπολιτισμός του Kώστα Ουράνη και του Nίκου Καζαντζάκη με την πεζογραφία του μεταπολέμου και τον πολιτικοποιημένο κοσμοπολιτισμό του Στρατή Τσίρκα ή του Δημήτρη Χατζή, αλλά και, αργότερα, η πανοραμική οπτική του Γιάννη Πάνου με τα «κοσμοπολιτικά» φανερώματα μετά το γύρισμα του αιώνα; Και αφήνω απ’ έξω τον φιλολογικό κοσμοπολιτισμό του Νικόλαου Επισκοπόπουλου ή τον μοντερνιστικό κοσμοπολιτισμό των ποιητών μας.
Ολα τους αποτελούν ιστορικές μεταλλάξεις της διαρκούς έντασης ανάμεσα σε παγκοσμιότητα και εντοπιότητα. Βιωματική τάση, ιδίωμα συμπεριφοράς και τρόπος ζωής, ο κοσμοπολιτισμός στη λογοτεχνία είναι προφανώς και πρωτίστως ζήτημα προοπτικής, διευρυμένης οπτικής γωνίας που επιτρέπει «ολιστικές» θεάσεις για τον εναγκαλισμό της ανθρώπινης κοινότητας, συνείδηση της διαπολιτισμικότητας, διαλεκτική άρση φαινομενικών αντιθέσεων και ταυτόχρονη κριτική των τοπικιστικών προκαταλήψεων και του ισοπεδωτικού εκσυγχρονισμού.
Θυμίζω τις πρώιμες ευθείες επιθέσεις στην «κουλτούρα-κόσμο» της παγκοσμιοποίησης από τον Αρη Μαραγκόπουλο (βλ. τώρα: Η τριλογία του ’80, 2018), αλλά και τον εξωτικό λογοτεχνικό κοσμοπολιτισμό του Φαίδωνα Ταμβακάκη, ενώ έχει ήδη παρατηρηθεί (Δημήτρης Τζιόβας) ότι η πεζογραφία μας (Δημοσθένης Κούρτοβικ, Γιάννης Κιουρτσάκης, Αλέξης Πανσέληνος κ.ά.) κλήθηκε μετά το 1990 ν’ αντιμετωπίσει επιτακτικά προβλήματα της ελληνικής κοινωνίας (ευρωπαϊκή ενοποίηση, πολυπολιτισμικότητα, εθνική ταυτότητα σε παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον), προσπάθεια που συνοδεύτηκε από μορφικές αναζητήσεις, καθώς κάθε νέα θεματική απαιτεί άλλη μορφή, εξού και οι συχνά φυγόκεντρες θεματικά, αλλά και έκκεντρες μορφικά, μεταμυθοπλαστικές στρατηγικές που υιοθετήθηκαν.
Νομίζω ότι σ’ αυτή την κατεύθυνση κινήθηκε με μεγαλύτερη ταχύτητα μέρος της πεζογραφίας μας τα τελευταία χρόνια. Για παράδειγμα, η καθολικότερη ματιά κάποιων πεζογράφων άνοιξε γρήγορα το πλάνο από το τοπικό στο παγκόσμιο, όπως δείχνουν κάποιες αντιδράσεις στην πρόσφατη οικονομική κρίση (από τη Δήµητρα Κολλιάκου ώς τον Ιάκωβο Ανυφαντάκη), στο φαινόμενο της τρομοκρατίας (Ευγενία Μπογιάνου, Νίκος Δαββέτας), το αυξανόμενο οικολογικό ενδιαφέρον (από τον Μιχάλη Μοδινό ώς τον Ακη Παπαντώνη και, γιατί όχι, ώς τον πρόσφατο Μιχάλη Μακρόπουλο), με τον ίδιο τρόπο που ανατροφοδότησε νέες προσεγγίσεις στην ελληνική Ιστορία (από τον Γεώργιο Σκληρό της Αλεξάνδρας Δεληγιώργη ώς τους «μετανάστες» της Κάλλιας Παπαδάκη και του Χρήστου Αστερίου).
Η σύγχρονη ένταση ανάμεσα σε παγκοσμιότητα και εντοπιότητα (ενισχυμένη από βιωματικές εμπειρίες) έκανε δυνατή την πραγμάτωση κειμένων όπως αυτά του Μιχάλη Μιχαηλίδη ή του Βασίλειου Δρόλια [από την ειρωνική κατόπτευση του ευρωπαϊκού συνθέματος στους Επόπτες (2016) στην καρδιά του σκότους της Αφρικής με το Nyos. Η τελετή της αθωότητας (2016)], διεύρυνε τον πολιτικό ορίζοντα της Αντζελας Δημητρακάκη και τον αντίστοιχο δυστοπικό της Ιωάννας Μπουραζοπούλου, επέτρεψε στη Σώτη Τριανταφύλλου ή στον Χρήστο Χρυσόπουλο να δημιουργήσουν από την αρχή (ή να βυθιστούν σε) άλλες ετεροτοπικές κοινωνίες, αλλά και στους ήρωες της Αμάντας Μιχαλοπούλου ή του Βασίλη Αλεξάκη να κινηθούν με άνεση σε ξένους τόπους, χρωμάτισε την ταξιδιωτική πεζογραφία (Γιώργος Βέης, Νίκη Τρουλλινού), το έργο της Νίκης Μαραγκού και την πρώτη εμφάνιση του Σωφρόνη Σωφρονίου αλλά και κυριαρχεί στη βιβλιακή οικουμενικότητα του Αχιλλέα Κυριακίδη. Εξάλλου, στοχασμό πάνω στην ουσία του κοσμοπολιτισμού δεν αποτελεί, σε τελική ανάλυση, το τρίτο μέρος των Μαύρων Διαθηκών του Νικήτα Σινιόσογλου;
Και να ένα ακραίο όριο σ’ αυτή την κατεύθυνση. Οι πλάγιες αυτοβιογραφικές µυθοπλασίες του Μισέλ Φάις, ηθικός στοχασμός πάνω στην ετερότητα και στη σκληρή ηθική της ταυτότητας, όπου το υπαρξιακό κενό ανοίγει για να εγκολπωθεί με ενσυναίσθηση τον μακρινό άλλο [από την Αυτοβιογραφία ενός βιβλίου (1994) ώς το Από το πουθενά (2015)] και χρήσιμη η φροϊδικής καταγωγής έννοια του «ωκεάνιου αισθήματος» που εισήχθη στη σχετική συζήτηση από τον Ρόμπινς για να περιγράψει την αδυναμία του υποκειμένου να διακρίνει τα όρια μεταξύ του εαυτού και του όλου σε πλανητικό επίπεδο.
Κι όλα αυτά, την ίδια ώρα που άλλοι συγγραφείς στρέφονται στο «τοπικό», γιατί το παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον προκαλεί τόσο «κοσμοπολιτικές» αντιδράσεις (τα καλά κείμενα είναι πάντα κριτικές ή, έστω, υποψιασμένες ενστάσεις στην παγκοσμιοποίηση) όσο και «παρτικουλαρισμό». Η σύγχρονη αναβίωση μιας νέας ηθογραφίας (μορφικά προωθημένης και όχι νοσταλγικά προσανατολισμένης σε μια χαμένη παρελθοντική αθωότητα) αποτελεί μια νέα εκδοχή τοπικισμού, όχι ασύμβατη με τις πολιτισμικές εξελίξεις σε όλο τον κόσμο. Ας θυμηθούμε, ωστόσο, το άλμα της Βασιλικής Πέτσα από τα διηγήματα του 2015 στην απόλυτα συντονισμένη με το σημερινό παγκοσμιοποιημένο αδιέξοδο σπονδυλωτή μυθιστορία γεωγραφικής περιπλάνησης Το δέντρο της υπακοής (2018).
Επιστροφή στη µικροκλίµακα από τη μια, άνοιγμα στη μακροκλίμακα από την άλλη, ίσως αποτελούν άλλες όψεις του ίδιου νομίσματος, όπως θα ’λεγε ο Μουλλάς. Τα καλά κείμενα σε κάθε περίπτωση καλύπτουν τις ίδιες ανάγκες αυτοσυνειδησίας, διερευνούν τα ίδια πολιτισμικά διλήμματα, αντιμεταθέτοντας, ίσως, απλώς τα συμφραζόμενα. Η αντίθεση εξωστρέφεια/εσωστρέφεια δεν επαρκεί. Οπως ο θεματολογικός εξωτισμός και η ανακίνηση παγκόσμιων προβλημάτων δε σημαίνουν αυτομάτως κοσμοπολιτική θέαση, έτσι και, εξ ορισμού, ο θεματογραφικός τοπικισμός ή η αναμόχλευση ενδημικών τραυμάτων δεν αποκλείει την οικουμενική ματιά. Ζητούμενο στη λογοτεχνία, που κατά βάση ήταν πάντα πράξη κοσμοπολιτισμού, είναι ένας «δημιουργικός κοσμοπολιτισμός» (Γιώργος Αριστηνός) με ελληνική οπτική.
Προφανώς απλουστεύω, αλλά το πρόβλημα δεν απέχει πολύ από τη διαλεκτική σχέση του κοσμοπολίτικου μοντερνισμού με την παράδοση (π.χ. ο Μπόρχες για την αργεντίνικη παράδοση και τον μοντέρνο ποιητή), τη σχέση εθνικής και παγκόσμιας συνείδησης στον Τόμας Μαν και τον Αντρέ Ζιντ ή τους «ανοιχτόμυαλους» του Μοράν που «μπορούν να εκτιμήσουν ένα έργο τέχνης πρωτίστως από την εθνική και εν συνεχεία από την ανθρώπινη σκοπιά».
Αυτό που σίγουρα άλλαξε στην κρίσιμη εποχή μας είναι η συχνότητα αυτών των κειμένων, ίσως ανάλογη με αυτήν την εποχή του Μεσοπολέμου. Φυσικά, υπάρχουν σημαίνουσες διαφορές ανάμεσα στις εποχές, καθώς το νιτσεϊκό δαιμόνιο και ο ζιντικός δίαυλος έχουν πλέον πεθάνει, μαζί με κάθε γενικό όραμα…

Το παγκόσμιο είναι πλέον ντόπιο

Του Γ. Ν. Περαντωνάκη
Το 1989 πέφτει το Τείχος του Βερολίνου, το 1991 διαλύεται η Σοβιετική Ενωση και το 1992 υπογράφεται η Συνθήκη του Μάαστριχτ που σηματοδοτεί την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Ενωσης με τη νέα της μορφή. Με αυτά τα ιστορικά γεγονότα περνάμε στην Εποχή της Παγκοσμιοποίησης, όπου τόσο τα εθνικά όσο και τα πολιτισμικά σύνορα είναι πλέον διαπερατά.
Αυτή η διεθνοποίηση δεν ήρε τις διαφορές των εθνών και των πολιτισμών, ούτε εγκαθίδρυσε μονοπωλιακά την αμερικανοευρωπαϊκή κουλτούρα, όσο κι αν τους έδωσε μεγαλύτερη δύναμη. Ωστόσο, δημιούργησε δύο τάσεις: μία προς την αποδυνάμωση του έθνους μέσα στο διεθνές σκηνικό, όπου ο υβριδισμός, οι διγενείς ταυτότητες, ο κοσμοπολιτισμός και οι διαπολιτισμικές επαφές προκρίνονται, και μία προς την ενίσχυση του τοπικού, όπου η ιδιαίτερη πατρίδα, η διάλεκτος και η τοπική παράδοση προβάλλονται ως το αρχέγονο λίκνο. [.............]

Ανάμεσα στο τοπικό και στο διεθνές εν μέσω πανδημίας

 

Δεν υπάρχουν σχόλια: