Flanerie* στην Αθήνα: Με ένα διαμαντάκι στο μάτι κι ένα κόμπο στο λαιμό
Του Στέφανου Ζαφειρόπουλου**«Θέλω να πάω στην Πινακοθήκη του Δήμου Αθηναίων, φιλοξενεί μια έκθεση για τον Μπουζιάνη», δηλώνει την επιθυμία της η Λίλυ.
«Δεν ξέρω που είναι, κάνει και ζέστη… θα πάρω ταξί».
«Είναι στο Μεταξουργείο. Είκοσι με τριάντα λεπτά με τα πόδια, μια διαδρομή που μπορεί να σου αποκαλύψει μια άλλη Αθήνα. Να δεις την πόλη αλλιώς. Πάμε;»
«Φύγαμε!»
Κατηφορίσαμε τη Σολωμού. Προχωράμε ανάμεσα σε κτίρια της αρχιτεκτονικής του «πουθενά» και ανθρώπους βιαστικούς, ανέκφραστους και κατά κανόνα καλωδιωμένους.
«Εδώ, αυτός ο σκουπιδότοπος είναι το πίσω μέρος του κτιρίου του Εθνικού Τυπογραφείου. Αξιόλογο νεοκλασικό κτίριο του 1905. Η είσοδος του είναι από την άλλη πλευρά, από την Καποδιστρίου. Η τυπολογία του κτιρίου είχε τη μορφή δύο κάθετων σκελών, στο λαιμό των οποίων δέσποζε μια μεγαλοπρεπής σιδερένια πόρτα.»
Η Λίλυ είχε στο μυαλό της τον Μπουζιάνη.
Προχωράμε προς Γ’ Σεπτεμβρίου.
«Ψάχνετε κάτι;» μας ρωτά ευγενικά η κυρία.
«Κάτι προσπαθώ να θυμηθώ, εδώ είναι το 47;»
«Εδώ είναι το 53. Πείτε μου τι ακριβώς θέλετε, ξέρω καλά την ιστορία του. Είναι ιδιοκτησία των προγόνων μου.»
«Θυμάστε τους ενοίκους στα τέλη της δεκαετίας του ’70;»
«Ε, ναι στον 1ο ο δικηγόρος κ. …, στο 2ο ο δικηγόρος κ. …, στον 3ο τα φροντιστήρια του … και στον 4ο ο Ρήγας Φεραίος.»
Είδε τη φάτσα μου να λάμπει.
«Πολύ καλά παιδιά, πλήρωναν πάντα στην ώρα τους. Μπορεί να ήταν σε πενηντάρικα αλλά πάντα σωστά. Πάντα συνεπείς. Ο Βούτσης είχε κάνει το συμφωνητικό. Πολύ καλό παιδί. Τότε ήταν πολύ λεπτός. Τον παρακολουθώ και τώρα. Χειρίζεται πολύ σωστά τα θέματα. Φαίνεται… να τον γνωρίζετε.»
Κόμπιασα.
«Να του δώσετε πολλούς χαιρετισμούς. Και οι προγονοί μου πέρασαν από την πολιτική, αν και διπλωμάτες. Η οικογένεια Οικονόμου Γκούρα.»
«Α, ναι, θυμάμαι τον υπηρεσιακό υπ.Εσ. στην κυβέρνηση Παρασκευόπουλου.»
«Είστε αρκετά ενημερωμένοι οι Ρηγάδες και προ πάντων καλοπληρωτές. Μην ξεχάσετε τους χαιρετισμούς μου στον κ. Βούτση.»
«Νά ’στε καλά κ. Οικονόμου.»
Στο μυαλό μου η ενδιαφέρουσα πολιτική ενηλικίωση οι ατέλειωτες συνεδριάσεις του Κ.Σ. του Ρήγα. Οι μεταμεσονύκτιες επιστροφές στην Καρδίτσα, ο Αγροτικός Θούριος, η επικοινωνία με φακέλους μέσω ΚΤΕΛ. Και ονόματα αποστολέων: Χ. Γεωργούλας , Σολωμού 53, Ε. Σκάβδη, Σολωμού 53, Μανώλης Κογεβίνας, Σολωμού 53. Και ο λατρεμένος μας ο Θωμάς,*** ο φίλος, ο συνάδελφος, ο συνεργάτης.
Και ξαφνικα… Ένα διαμαντάκι στο μάτι κι ένας κόμπος στο λαιμό.
Η Λίλυ που τόση ώρα παρακολουθούσε με ενδιαφέρουσα αμηχανία την κουβέντα με την κ. Γκούρα το αντελήφθη.
«Έλα, δεν είναι σοβαρά πράγματα αυτά.»
«Όντως δεν είναι σοβαρά πράγματα αυτά.»
Κατηφορίζοντας παίρνουμε τη Μάρνη. Η ανάμνηση και μόνον του Ρόδον αλλάζει τη διάθεση. Άλλη ταραχή στη δεκαετία του ’80. Αλλά πού ακριβώς ήταν; Ποιον να ρωτήσεις. Ευσταλείς κουρείς, νέοι, ψηλοί, μελαμψοί, μαλλιά κοράκου χρώμα, παιδιά μιας άλλης πατρίδας μπορεί να σου χαρίσουν ένα ευγενικό χαμόγελο ή να σου κάνουν το τέλειο κούρεμα, αλλά πληροφορία για τόσα χρόνια πριν…
«Το θυμάμαι το Ρόδον», λέει η Λίλυ. Ερχόμουν από Θεσσαλονίκη αλλά ποτέ δεν μπορούσα να προσανατολιστώ στην Αθήνα.
Επιταχύναμε το βήμα. Πλατεία Αυδή.
Οι φλόγες του μεσημεριανού ήλιου εξαφάνισαν και τα τελευταία παιδιά. Δυο γυναίκες με μαντίλες ψωνίζουν από Κινέζους. Κάμποσα τεμπέλικα σκυλιά τεντώνονται στις σκιές των δένδρων. Το κτίριο της πινακοθήκης μπροστά μας. Το μεταξουργείο του Α. Λουρούτη. Πρελούδιο στην αθηναϊκή εκβιομηχάνιση, αποτέλεσε το ορόσημο της ομώνυμης εργατικής συνοικίας Μεταξουργείο.
Μπαίνουμε. Εντυπωσιακός ο χώρος, η δροσιά του, η ευγένεια των ανθρώπων του. Η έκθεση: Όψεις του εξπρεσιονισμού στην Ελλάδα. Κεντρική μορφή ο Μπουζιάνης άλλα και ο Οικονομίδης, ο Οικονόμου, ο Τριανταφυλλίδης και άλλοι σημαντικοί καλλιτέχνες, που εκπροσωπούν πράγματι εξαιρέσεις ως προς το ακαδημαϊκό κλίμα που επικρατεί στην ελληνική τέχνη τον 20ό αιώνα.
Η Λίλυ δείχνει ενθουσιασμένη. Παρατηρεί, απομακρύνεται, πλησιάζει, σκύβει, διαβάζει, σημειώνει, φωτογραφίζει. Και ξαφνικά: «Έλα να δεις!» «Στην Αγορά της Καρδίτσας» Μίκης Ματσάκης (1900-1978), Λάδι σε κοντραπλακέ.
Πιαστήκαμε αδιάβαστοι. Η πατρίδα μας πιο «δημοφιλής» απ’ όσο φανταζόμασταν.
Τι να υποθέσουμε; Κάποια σχέση με τον Γιολδάση, τον Βαλταδώρο ή η ανησυχία των ανθρώπων να μην αφήσουν πόντο γης ανεξερεύνητο. Η ανταμοιβή μας ήταν πλουσιοπάροχη.
Λίγη ώρα αργότερα, περασμένο απόγευμα, κουβεντιάζαμε ως «φιλότεχνοι» στη σκιά του Πλατάνου στους Αέρηδες, που μας πρόσφερε απλόχερα τη δροσά του και μια μερίδα γεμιστά, πράσινη σαλάτα μια μπίρα για μένα και νερό για τη Λίλυ, όπως θά ’γραφε και η δόκιμη Χ. Λάγγιου στη σελίδα «γεύμα».
Ο λογαριασμός 20 ευρώ με το φιλοδώρημα. Πολύ ικανοποιητική σχέση «απόλαυσης -τιμής». Και ξαφνικά: Ένα διαμαντάκι στο μάτι και ένας κόμπος στο λαιμό.
«Εϊ τι είναι αυτό πάλι. Δεν είναι σοβαρά πράγματα αυτά. Γιατί;»
«Εδώ ερχόμασταν με το φίλο μου το «ρήτορα», τον Δημήτρη τον Τεντολούρη.» Φθινοπωρινά κι ανοιξιάτικα απομεσήμερα με ατέλειωτες κουβέντες για τα μαρξιστικά και για τα άλλα. Κάποιες φορές ρίχνω κλεφτές ματιές σε αφιερώσεις βιβλίων του. «Επαναστάτες» Ε. Hobsbawm, «Η ιστορία του ματιού» G.Bataille… «Αλλά έχεις δίκιο δεν είναι σοβαρά πράγματα αυτά.»
Άρχισε να σκοτεινιάζει. Να φεύγουμε.
Λίγη ώρα αργότερα ο Αλέξης Τσίπρας σε μια επιτυχημένη συνέντευξη στο Σκάι αντιμετωπίζει τον βεληγκέκα και την βεζυροπούλα, που προσπαθούν να τον ξυλοφορτώσουν. Κερδίζει την αγάπη του κόσμου και «επαναπατρίζονται» στην κάλπη του ΣΥΡΙΖΑ κάπου 400.000 πολίτες που είχαν φύγει λίγο πριν τις ευρωεκλογές για λόγους που έχουν κατά τη γνώμη μου σχέση με…
…αλλά αυτά είναι πολύ σοβαρά πράγματα, πάρα πολύ σοβαρά.
Σημειώσεις
* Περιπλάνηση, flaneur: περιπλανώμενος περιπατητής.
** Αρχιτεκτονας που ζει στην Καρδίτσα zafstef@gmail.com.
*** Θωμάς Μουρλής, αρχιτέκτονας (1947-1979), θεμέλιο της Ανανεωτικής Αριστεράς στην Καρδίτσα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου