Το τέλος της αθωότητας για τα κινήματα του Διαδικτύου
Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης δεν ανήκουν εξ ορισμού σε κανέναν. Δεν
τους ταιριάζει ούτε το ανάθεμα ούτε η αποθέωση. Αποτελούν ένα ακόμη
πεδίο πολιτικής και ιδεολογικής αναμέτρησης, όπως και το Ίντερνετ. Δεν
είναι η λύση, είναι απλώς ένας χρήσιμος τρόπος να σκεφτούμε για τη λύση
Τα παραδείγματα είναι πολλά. Από τα “Κίτρινα Γιλέκα”
μέχρι τις γυναίκες του #metoo που έσπασαν τη σιωπή για τη σεξουαλική
κακοποίηση στον λαμπερό κόσμο της σόουμπιζνες. Κινήματα που ξεκίνησαν με
το πάτημα ενός κουμπιού και μέσα σε λίγες ώρες εξαπλώθηκαν σε ολόκληρο
τον κόσμο.H “Αραβική Άνοιξη”... του ίντερνετ
Δεν χρειάστηκε να φτάσουμε στο 2018 για να ανακαλύψουμε τη δύναμη και την επιρροή του online ακτιβισμού. Είχαν προηγηθεί οι διαδηλώσεις που ξεκίνησαν από το Πάρκο Γκεζί της Κωνσταντινούπολης, οι Ισπανοί “αγανακτισμένοι”, το Occupy και το Black Lives Matter στις ΗΠΑ και τόσα άλλα κινήματα που αναπτύχθηκαν μέσω Ίντερνετ. Πάνω απ’ όλα ήταν η “Αραβική Άνοιξη”, το καλύτερο ίσως παράδειγμα για το πώς το Διαδίκτυο μπορεί να λειτουργήσει σαν συντονιστής και πολλαπλασιαστής κοινωνικών διαμαρτυριών.
Όπως και άλλες επαναστάσεις, έτσι και η επικοινωνιακή συνοδεύτηκε αρχικά από υπερβολική αισιοδοξία. Στο έργο του «Δικτυωμένη Κοινωνία», ο κοινωνιολόγος Μανουέλ Καστέλς παρουσίαζε έναν κόσμο στον οποίο το Ίντερνετ όχι μόνο καθόριζε την επικοινωνία αλλά συνέβαλλε στην προσωπική απελευθέρωση δίνοντας σε κάθε μέλος της κοινωνίας μεγαλύτερη αυτονομία, δύναμη και δυνατότητα να επηρεάζει την πολιτική ζωή.
Από τον Τραμπ στο Μπολσονάρο
Έπειτα ήλθε ο Τραμπ. Η προεκλογική του εκστρατεία διέλυσε και τις τελευταίες ψευδαισθήσεις. Αναγνωρίζοντας τη δύναμη του μέσου και έχοντας απέναντί του τα περισσότερα παραδοσιακά ΜΜΕ, ο μεγιστάνας των ακινήτων επιστράτευσε τα κοινωνικά δίκτυα για να διαδώσει το μισαλλόδοξο μήνυμά του. Το έκανε με τόση επιτυχία ώστε, μετά την εκλογή του, ολόκληρο Facebook να υποχρεωθεί να απολογηθεί για τα δεκάδες αβανταδόρικα για τον Τραμπ fake news που είχε αναπαραγάγει.
Υπήρχαν και άλλα σημάδια. Ο Έντουαρντ Σνόουντεν μας είχε ήδη προϊδεάσει ότι η πρόοδος των διαδικτυακών κινημάτων συμβαδίζει με τις δυνατότητες παρακολούθησης από μυστικές υπηρεσίες τύπου NSA. Οι πρόσφατες αποκαλύψεις για τις μαζικές υποκλοπές δεδομένων από εταιρείες όπως η Cambridge Analytica μάς έμαθαν ότι στην ψηφιακή δημοκρατία εκείνοι που ελέγχουν τον πλούτο των πληροφοριών είναι πιο ίσοι από τους υπόλοιπους. Και η Google μάς υπενθυμίζει διαρκώς με τη μονοπωλιακή πρακτική της ότι το Ίντερνετ διαθέτει ιδιοκτήτες και ενοικιαστές.
Τη χρονιά που πέρασε, είχαμε και νέα αρνητικά παραδείγματα. Ο Ζαΐρ Μπολσονάρο στη Βραζιλία και ο Ματέο Σαλβίνι στην Ιταλία εκμεταλλεύτηκαν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για να ανέβουν στην εξουσία. Ήταν κάτι που επιβεβαίωσε μια ανησυχητική υποψία: η πολιτική δύναμη που γνωρίζει πώς να αξιοποιήσει καλύτερα τη δυναμική του μέσου είναι η Ακροδεξιά. Το μέσο φαίνεται να της ταιριάζει. Ατακαδόρικο από τη φύση του δεν προσφέρεται για εκτενείς θεωρητικές αναλύσεις. Τριάντα λέξεις αρκούν. Και συχνά περισσεύουν όταν στόχος δεν είναι η ανατροπή στερεοτύπων αλλά η επιβεβαίωσή τους.
Το ανοιχτό, προοδευτικό και ανεκτικό Ίντερνετ αποδείχτηκε έτσι προνομιακό πεδίο για τους νοσταλγούς του ναζισμού. Γιατί; Ίσως επειδή, στριμωγμένοι εδώ και δεκαετίες στο πολιτικό περιθώριο, αναζήτησαν εκεί καταφύγιο για να συνομιλούν και να συντονίζουν τη δράση τους. Το πρώτο διαδικτυακό κίνημα μπορεί τελικά να γεννήθηκε στο σκοτάδι περιμένοντας τις κατάλληλες συνθήκες για να αναπτυχθεί.
Από τις αρχές της δεκαετίας του '90, όταν οι περισσότεροι στη χώρα μας δεν ήξεραν ακόμη τι θα πει μόντεμ, οι νεοναζί της ομάδας Stormfront στις ΗΠΑ είχαν δημιουργήσει το δικό τους διαδικτυακό φόρουμ. Το 1995, η οργάνωση άνοιξε τη δική της ιστοσελίδα για να παρέχει “ένα εναλλακτικό μέσο πληροφόρησης”. Και η περίπτωση των Αμερικανών νεοναζί ήταν ο κανόνας, όχι η εξαίρεση.
Από τις αρχές του 2000, το βρετανικό Εθνικό Κόμμα (BNP) διέθετε την πιο καλά σχεδιασμένη πολιτική ιστοσελίδα στη χώρα. Στο «μανιφέστο» του, ο Νορβηγός ακροδεξιός μακελάρης Άντερς Μπρέιβικ υποστήριζε ότι τα κοινωνικά δίκτυα και ιδίως το Facebook θα βοηθούσαν τα “κινήματα αντίστασης” των λευκών εθνικιστών να πολεμήσουν το πολυπολιτισμικό μοντέλο.
Είναι τελικά τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης προνομιακός χώρος της ακροδεξιάς προπαγάνδας; Μάλλον όχι, καθώς μια σειρά πρόσφατα παραδείγματα αποδεικνύουν ότι μπορούν να λειτουργήσουν εξίσου αποτελεσματικά και προς όφελος της Αριστεράς.
Σάντερς και Κόρπιν
Ναι, η εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ στην αμερικανική προεδρία οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Χωρίς αυτά όμως, ελάχιστοι μέσα και έξω από τα σύνορα των ΗΠΑ θα γνώριζαν το όνομα του Μπέρνι Σάντερς του δημοφιλέστερου σήμερα πολιτικού της χώρας, ο οποίος ενδέχεται να διεκδικήσει την προεδρία από τον Τραμπ στις επόμενες εκλογές.
Χωρίς τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μπορεί να μην φτάναμε στο Brexit. Θα ήταν όμως, από την άλλη, εξαιρετικά δύσκολο για έναν πολιτικό όπως ο Τζέρεμι Κόρμπιν όχι μόνο να διεκδικήσει την ηγεσία των Εργατικών αλλά και να εκλεγεί και να προβάλλει σήμερα ως επικρατέστερος διάδοχος της συντηρητικής Τερέζα Μέι.
Το παράδειγμά του ίσως να είναι και το πιο ενδεικτικό. Οι μαζικές εγγραφές νέων μελών στους Εργατικούς και το νεανικό διαδικτυακό κίνημα Momentum συνέβαλαν καθοριστικά στην εκλογή του Κόρμπιν. Και η “αριστερή παρένθεση” στην ηγεσία των Εργατικών θα ήταν εξαιρετικά σύντομη αν δεν υπήρχαν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Όταν τα βρετανικά ΜΜΕ -από τις δεξιές ταμπλόιντ μέχρι τον παραδοσιακά φιλικό προς τους Εργατικούς «Guardian»- άρχισαν να σφυροκοπούν τον νέο ηγέτη, οι υποστηρικτές του κατέλαβαν τα κοινωνικά δίκτυα για να αντιστρέψουν την εικόνα. Και το πέτυχαν.
Τόσο στη Βρετανία όσο και σε κάθε άλλη χώρα, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μπορούν να διαμορφώσουν μια εναλλακτική δημόσια σφαίρα. Τα παραδείγματα του Κόρμπιν και του Σάντερς δείχνουν και κάτι περισσότερο. Τα κοινωνικά δίκτυα δεν είναι μόνο μέσο κινητοποίησης αλλά και πολιτικοποίησης. Έχουν τη δυνατότητα να φέρουν εκατομμύρια ανθρώπους, και κυρίως νέους, σε επαφή με ιδέες και έννοιες που έχουν εξοριστεί εδώ και χρόνια από τα κυρίαρχα ΜΜΕ.
Από την άλλη, βέβαια, δεν μπορούν να υποκαταστήσουν την απευθείας επικοινωνία ενώ πάντοτε θα έχουν προβλήματα εκπροσώπησης. Εκείνοι που πρόσφατα «όρισαν» την ηγεσία των «Κίτρινων Γιλέκων» στη Γαλλία δεν ήταν άλλοι από τους δημοσιογράφους που επέλεγαν σε ποιους θα δώσουν το μικρόφωνο.
Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης δεν ανήκουν εξ ορισμού σε κανέναν. Δεν τους ταιριάζει ούτε το ανάθεμα ούτε η αποθέωση. Αποτελούν ένα ακόμη πεδίο πολιτικής και ιδεολογικής αναμέτρησης. Όπως άλλωστε επισημαίνει ο θεωρητικός της επικοινωνίας Στήβεν Τζόνσον, το Ίντερνετ δεν είναι η λύση, είναι απλώς ένας χρήσιμος τρόπος να σκεφτούμε για τη λύση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου