«Ξέρει κανείς από σας τι είναι το “γιουπόρν”;»
Η
πρόσληψη του κόσμου από τα παιδιά διαφέρει σημαντικά από αυτήν των
ενηλίκων. Πώς βιώνουν τις οικογενειακές σχέσεις; Πώς αντιλαμβάνονται την
οικονομική κατάσταση; Τι είναι ο έρωτας γι’ αυτά; Ο Ριάντ Σατούφ, εν
είδει ημερολογίου, «μεταφέρει» τις εμπειρίες της δεκάχρονης Εστέρ από τη
ζωή. Κι αυτές έχουν μπόλικο γέλιο αλλά και αρκετά δάκρυα
«Πώς να κρυφτείς απ’ τα παιδιά, έτσι κι αλλιώς τα ξέρουν όλα», τραγουδούσε κάποτε ο Σαββόπουλος. Υπενθυμίζοντάς μας ότι τα παιδιά έχουν πολύ περισσότερες δυνατότητες από ό,τι ενδεχομένως πιστεύουν οι μεγάλοι. Και, πάνω απ’ όλα, έχουν μια ακαταμάχητη ικανότητα να αντιλαμβάνονται οτιδήποτε δυσάρεστο συμβαίνει γύρω τους, όσο κι αν οι ενήλικοι υποκρίνονται πως όλα πάνε καλά. Εχουν όμως και μια αστείρευτη φυσική ανάγκη να εξερευνήσουν τον κόσμο με τα δικά τους μάτια και χέρια. Πολλές φορές, ωστόσο, μιμούμενα τους μεγάλους.
Αυτόν τον πολυσύνθετο και δυσερμήνευτο κόσμο των παιδιών και του ψυχισμού τους αποπειράθηκε να φωτίσει ο Τσαρλς Σουλτς με τα Peanuts, προβάλλοντας ουσιαστικά πάνω τους τον κόσμο των μεγάλων με όλες τις νευρώσεις τους και τα ψυχολογικά τους προβλήματα, τις ανασφάλειες, τις ματαιώσεις, τα αδιέξοδα. Πιο κυνικός και πολιτικός, ο Αργεντινός Quino με τις ιστορίες της Μαφάλντα δίδαξε τους μεγάλους πόσο απλή μπορεί να είναι η ζωή αν την αντιμετωπίζεις με τα ανόθευτα και αθώα αισθήματα ενός παιδιού. Και με περισσότερο χιούμορ, οι Γκοσινί και Σανπέ αφηγήθηκαν τις περιπέτειες του Μικρού Νικόλα κατά τα παιδικά του χρόνια, τότε που διαμορφώνονται οι χαρακτήρες και χτίζονται οι συνειδήσεις από κάθε, μικρή ή μεγάλη, λεπτομέρεια της ζωής.
Στον εικοστό πρώτο αιώνα, όμως, τα παιδιά δεν είναι σαν τον Τσάρλι Μπράουν ή τη Μαφάλντα ή τον Μικρό Νικόλα. Προφανώς και διατηρούν όλα τα παιδικά χαρακτηριστικά και την αθωότητα της νεαρής τους ηλικίας. Τα ερεθίσματα είναι, ωστόσο, εντελώς διαφορετικά. Δεν είναι καλύτερα ή χειρότερα παιδιά. Δεν είναι εξυπνότερα ούτε πιο κουτά. Δεν είναι ικανότερα ή απαθέστερα.
Είναι απλώς διαφορετικά. Και δεν θα μπορούσαν να μην είναι όταν ο κόσμος γύρω τους είναι διαφορετικός από αυτόν των γονέων ή των παππούδων τους. Αν προστεθεί και η χρήση και διάδοση των ηλεκτρονικών μέσων ενημέρωσης, επικοινωνίας και ψυχαγωγίας, οι διαφορές γίνονται ακόμη πιο έντονες.
Στον «διαφορετικό» κόσμο του 2018, στο Παρίσι ζει η μικρή Εστέρ. Με τη μαμά της, τον μπαμπά της και τον μεγαλύτερο αδερφό της. Μια τυπική μεσοαστική οικογένεια που τα βγάζει δύσκολα πέρα αλλά στέλνει τη μικρή Εστέρ σε ιδιωτικό σχολείο γιατί εκεί τα αγόρια είναι «λιγότερο παλαβά» και υπάρχουν «λιγότεροι αλήτες». Αυτή προσπαθεί να κατανοήσει τον κόσμο, να έχει φίλες, να τα καταφέρνει στο σχολείο, να αποκτήσει το καινούργιο i-phone, να «παντρευτεί» το πιο όμορφο αγόρι και να κάνει όνειρα: να γίνει διάσημη και όμορφη τραγουδίστρια και να έχει ένα τεράστιο σπίτι, όχι σαν το μικροσκοπικό όπου ζει τώρα. Σε μια ζωή γεμάτη εγγενείς αντιφάσεις: από τη μια τα παιδικά παιχνίδια στο σχολείο με τις φίλες της και από την άλλη η προσπάθεια για συμφιλίωση με το σώμα της όταν αυτό αλλάζει μέρα με τη μέρα.
Από τη μια τα πόκεμον και από την άλλη οι ανατρεπτικοί στίχοι τραγουδιών για τη μητροπολιτική βία και τις συμμορίες, από τη μια το οικογενειακό άθρησκο περιβάλλον και από την άλλη ένας κόσμος διαιρεμένος στη βάση κοινωνικών ανισοτήτων, φυλετικών διαμαχών και θρησκευτικών διαφορών. Χαμένη σ’ αυτόν τον περίπλοκο κόσμο η Εστέρ μεγαλώνοντας (όταν ξεκίνησε να δημοσιεύεται η σειρά ήταν εννέα ετών, ενώ σήμερα έχει φτάσει τα δώδεκα, κάτι ανοίκειο και σπάνιο στα κόμικς που έχει εφαρμοστεί σε τεράστιες επιτυχίες του παρελθόντος, όπως το «Gasoline Alley» του Frank King ή η «Βαλεντίνα» του Guido Crepax) αναρωτιέται τι είναι το «γιουπόρν» και γιατί τα αγόρια μιλούν μόνο γι’ αυτό, γιατί ο αδερφός της που βλέπει κατς είναι τόσο βλάκας, γιατί οι γείτονες όταν «κάνουν μωρά» βογκάνε τόσο δυνατά, τι είναι το διαζύγιο και ο χωρισμός, γιατί τρώμε τα ζώα.
Απορεί γιατί υπάρχουν οι ομοφυλόφιλοι με μια αθωότητα και ειλικρίνεια που καταλήγει σε ένα σκληρό κοινωνικό σχόλιο, υποτίθεται ασυνείδητα αλλά με τη δεξιοτεχνία του Ριάντ Σατούφ που με τη φωνή ενός δεκάχρονου κοριτσιού μιλά για την υποκρισία και την εθελοτυφλία: «Δεν βλέπω το νόημα να είσαι ομοφυλόφιλος. Δεν μπορείς να κάνεις παιδιά […] Είναι φρίκη να έχεις δυο μπαμπάδες! Το φαντάζεστε; Θα λείπουν συνέχεια και οι δύο λόγω δουλειάς, δεν ξέρουν να ετοιμάζουν φαγητό, ούτε να μαζεύουν το σπίτι… Αλλά είναι αλήθεια αν το σκεφτείς πως είναι περίεργο να θεωρείται κακό να είσαι ομοφυλόφιλος. Κατά βάθος δεν ξέρω από πού ξεκινάει αυτό».
Ο σαραντάχρονος Σατούφ θεωρείται σήμερα ένας από τους πιο σπουδαίους δημιουργούς κόμικς στη Γαλλία. Εχει αποσπάσει δύο φορές το «Fauve d’ Or» στην Ανγκουλέμ, ενώ είναι επίσης βραβευμένος σκηνοθέτης. «Τα Ημερολόγια της Εστέρ» (εκδόσεις Ποταμός, μετάφραση: Αριάδνη Λουκάκου) που έχουν φτάσει ήδη στον τρίτο τους τόμο στα γαλλικά είναι μια σπάνια σειρά κόμικς που μιλά με τη φαινομενική αφέλεια και αθωότητα ενός δεκάχρονου παιδιού αλλά στην πραγματικότητα αντηχεί τη φωνή ενός νέου, ευφυέστατου καλλιτέχνη αραβικής καταγωγής που καυτηριάζει τη γαλλική κοινωνία –και κάθε δυτική κοινωνία– με απλά παραδείγματα του καθημερινού βίου: στα χέρια του, και με το υπόγειο χιούμορ του, οι διάσημοι ποδοσφαιριστές Καρίμ Μπενζεμά και Ζλάταν Ιμπραΐμοβιτς, ο τραγουδιστής Maitre Gims, τα γεγονότα στο Charlie Hebdo, η καθημερινή ειδησεογραφία, φιλτραρισμένα από τα μάτια ενός παιδιού γίνονται εργαλεία ενός πρωτότυπου και άκρως ενδιαφέροντος κοινωνικού σχολιασμού.
Που θα περιμένουμε με ανυπομονησία τις συνέχειές του όσο η Εστέρ μεγαλώνει, τα προβλήματά της γίνονται όλο και πιο περίπλοκα και ο κόσμος γύρω της όλο και πιο αφιλόξενος για ένα παιδί.
Η Λούσι Βαν Πελτ προσφέρει φθηνή ψυχιατρική βοήθεια στα παιδιά-ασθενείς του μικρόκοσμου των Peanuts. Βασικός πελάτης της, ο ισοβίως δυστυχισμένος Τσάρλι Μπράουν.
Διαρκώς απαισιόδοξη στη θέα του κόσμου, η Μαφάλντα αναρωτιέται γιατί τα πράγματα δεν αλλάζουν αφού όλοι γνωρίζουν πως κάτι δεν πάει καλά.
Ο Μικρός Νικόλας στο σχολείο, στην οικογένεια και στη γειτονιά του πασχίζει να παραμείνει παιδί σε ένα μωσαϊκό διαφορετικών και ετερόκλητων χαρακτήρων.
«Πώς να κρυφτείς απ’ τα παιδιά, έτσι κι αλλιώς τα ξέρουν όλα», τραγουδούσε κάποτε ο Σαββόπουλος. Υπενθυμίζοντάς μας ότι τα παιδιά έχουν πολύ περισσότερες δυνατότητες από ό,τι ενδεχομένως πιστεύουν οι μεγάλοι. Και, πάνω απ’ όλα, έχουν μια ακαταμάχητη ικανότητα να αντιλαμβάνονται οτιδήποτε δυσάρεστο συμβαίνει γύρω τους, όσο κι αν οι ενήλικοι υποκρίνονται πως όλα πάνε καλά. Εχουν όμως και μια αστείρευτη φυσική ανάγκη να εξερευνήσουν τον κόσμο με τα δικά τους μάτια και χέρια. Πολλές φορές, ωστόσο, μιμούμενα τους μεγάλους.
Αυτόν τον πολυσύνθετο και δυσερμήνευτο κόσμο των παιδιών και του ψυχισμού τους αποπειράθηκε να φωτίσει ο Τσαρλς Σουλτς με τα Peanuts, προβάλλοντας ουσιαστικά πάνω τους τον κόσμο των μεγάλων με όλες τις νευρώσεις τους και τα ψυχολογικά τους προβλήματα, τις ανασφάλειες, τις ματαιώσεις, τα αδιέξοδα. Πιο κυνικός και πολιτικός, ο Αργεντινός Quino με τις ιστορίες της Μαφάλντα δίδαξε τους μεγάλους πόσο απλή μπορεί να είναι η ζωή αν την αντιμετωπίζεις με τα ανόθευτα και αθώα αισθήματα ενός παιδιού. Και με περισσότερο χιούμορ, οι Γκοσινί και Σανπέ αφηγήθηκαν τις περιπέτειες του Μικρού Νικόλα κατά τα παιδικά του χρόνια, τότε που διαμορφώνονται οι χαρακτήρες και χτίζονται οι συνειδήσεις από κάθε, μικρή ή μεγάλη, λεπτομέρεια της ζωής.
Στον εικοστό πρώτο αιώνα, όμως, τα παιδιά δεν είναι σαν τον Τσάρλι Μπράουν ή τη Μαφάλντα ή τον Μικρό Νικόλα. Προφανώς και διατηρούν όλα τα παιδικά χαρακτηριστικά και την αθωότητα της νεαρής τους ηλικίας. Τα ερεθίσματα είναι, ωστόσο, εντελώς διαφορετικά. Δεν είναι καλύτερα ή χειρότερα παιδιά. Δεν είναι εξυπνότερα ούτε πιο κουτά. Δεν είναι ικανότερα ή απαθέστερα.
Είναι απλώς διαφορετικά. Και δεν θα μπορούσαν να μην είναι όταν ο κόσμος γύρω τους είναι διαφορετικός από αυτόν των γονέων ή των παππούδων τους. Αν προστεθεί και η χρήση και διάδοση των ηλεκτρονικών μέσων ενημέρωσης, επικοινωνίας και ψυχαγωγίας, οι διαφορές γίνονται ακόμη πιο έντονες.
Στον «διαφορετικό» κόσμο του 2018, στο Παρίσι ζει η μικρή Εστέρ. Με τη μαμά της, τον μπαμπά της και τον μεγαλύτερο αδερφό της. Μια τυπική μεσοαστική οικογένεια που τα βγάζει δύσκολα πέρα αλλά στέλνει τη μικρή Εστέρ σε ιδιωτικό σχολείο γιατί εκεί τα αγόρια είναι «λιγότερο παλαβά» και υπάρχουν «λιγότεροι αλήτες». Αυτή προσπαθεί να κατανοήσει τον κόσμο, να έχει φίλες, να τα καταφέρνει στο σχολείο, να αποκτήσει το καινούργιο i-phone, να «παντρευτεί» το πιο όμορφο αγόρι και να κάνει όνειρα: να γίνει διάσημη και όμορφη τραγουδίστρια και να έχει ένα τεράστιο σπίτι, όχι σαν το μικροσκοπικό όπου ζει τώρα. Σε μια ζωή γεμάτη εγγενείς αντιφάσεις: από τη μια τα παιδικά παιχνίδια στο σχολείο με τις φίλες της και από την άλλη η προσπάθεια για συμφιλίωση με το σώμα της όταν αυτό αλλάζει μέρα με τη μέρα.
Από τη μια τα πόκεμον και από την άλλη οι ανατρεπτικοί στίχοι τραγουδιών για τη μητροπολιτική βία και τις συμμορίες, από τη μια το οικογενειακό άθρησκο περιβάλλον και από την άλλη ένας κόσμος διαιρεμένος στη βάση κοινωνικών ανισοτήτων, φυλετικών διαμαχών και θρησκευτικών διαφορών. Χαμένη σ’ αυτόν τον περίπλοκο κόσμο η Εστέρ μεγαλώνοντας (όταν ξεκίνησε να δημοσιεύεται η σειρά ήταν εννέα ετών, ενώ σήμερα έχει φτάσει τα δώδεκα, κάτι ανοίκειο και σπάνιο στα κόμικς που έχει εφαρμοστεί σε τεράστιες επιτυχίες του παρελθόντος, όπως το «Gasoline Alley» του Frank King ή η «Βαλεντίνα» του Guido Crepax) αναρωτιέται τι είναι το «γιουπόρν» και γιατί τα αγόρια μιλούν μόνο γι’ αυτό, γιατί ο αδερφός της που βλέπει κατς είναι τόσο βλάκας, γιατί οι γείτονες όταν «κάνουν μωρά» βογκάνε τόσο δυνατά, τι είναι το διαζύγιο και ο χωρισμός, γιατί τρώμε τα ζώα.
Απορεί γιατί υπάρχουν οι ομοφυλόφιλοι με μια αθωότητα και ειλικρίνεια που καταλήγει σε ένα σκληρό κοινωνικό σχόλιο, υποτίθεται ασυνείδητα αλλά με τη δεξιοτεχνία του Ριάντ Σατούφ που με τη φωνή ενός δεκάχρονου κοριτσιού μιλά για την υποκρισία και την εθελοτυφλία: «Δεν βλέπω το νόημα να είσαι ομοφυλόφιλος. Δεν μπορείς να κάνεις παιδιά […] Είναι φρίκη να έχεις δυο μπαμπάδες! Το φαντάζεστε; Θα λείπουν συνέχεια και οι δύο λόγω δουλειάς, δεν ξέρουν να ετοιμάζουν φαγητό, ούτε να μαζεύουν το σπίτι… Αλλά είναι αλήθεια αν το σκεφτείς πως είναι περίεργο να θεωρείται κακό να είσαι ομοφυλόφιλος. Κατά βάθος δεν ξέρω από πού ξεκινάει αυτό».
Ο σαραντάχρονος Σατούφ θεωρείται σήμερα ένας από τους πιο σπουδαίους δημιουργούς κόμικς στη Γαλλία. Εχει αποσπάσει δύο φορές το «Fauve d’ Or» στην Ανγκουλέμ, ενώ είναι επίσης βραβευμένος σκηνοθέτης. «Τα Ημερολόγια της Εστέρ» (εκδόσεις Ποταμός, μετάφραση: Αριάδνη Λουκάκου) που έχουν φτάσει ήδη στον τρίτο τους τόμο στα γαλλικά είναι μια σπάνια σειρά κόμικς που μιλά με τη φαινομενική αφέλεια και αθωότητα ενός δεκάχρονου παιδιού αλλά στην πραγματικότητα αντηχεί τη φωνή ενός νέου, ευφυέστατου καλλιτέχνη αραβικής καταγωγής που καυτηριάζει τη γαλλική κοινωνία –και κάθε δυτική κοινωνία– με απλά παραδείγματα του καθημερινού βίου: στα χέρια του, και με το υπόγειο χιούμορ του, οι διάσημοι ποδοσφαιριστές Καρίμ Μπενζεμά και Ζλάταν Ιμπραΐμοβιτς, ο τραγουδιστής Maitre Gims, τα γεγονότα στο Charlie Hebdo, η καθημερινή ειδησεογραφία, φιλτραρισμένα από τα μάτια ενός παιδιού γίνονται εργαλεία ενός πρωτότυπου και άκρως ενδιαφέροντος κοινωνικού σχολιασμού.
Που θα περιμένουμε με ανυπομονησία τις συνέχειές του όσο η Εστέρ μεγαλώνει, τα προβλήματά της γίνονται όλο και πιο περίπλοκα και ο κόσμος γύρω της όλο και πιο αφιλόξενος για ένα παιδί.
Η Λούσι Βαν Πελτ προσφέρει φθηνή ψυχιατρική βοήθεια στα παιδιά-ασθενείς του μικρόκοσμου των Peanuts. Βασικός πελάτης της, ο ισοβίως δυστυχισμένος Τσάρλι Μπράουν.
Διαρκώς απαισιόδοξη στη θέα του κόσμου, η Μαφάλντα αναρωτιέται γιατί τα πράγματα δεν αλλάζουν αφού όλοι γνωρίζουν πως κάτι δεν πάει καλά.
Ο Μικρός Νικόλας στο σχολείο, στην οικογένεια και στη γειτονιά του πασχίζει να παραμείνει παιδί σε ένα μωσαϊκό διαφορετικών και ετερόκλητων χαρακτήρων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου