"Δεν θα το πάνε στα άκρα ΗΠΑ και Ρωσία"
Ο Θάνος Ντόκος γενικός διευθυντής στο Ελληνικό Ίδρυμα Ευρωπαϊκής και Εξωτερικής Πολιτικής (ΕΛΙΑΜΕΠ) μιλά στην «Αυγή»
Στρατής Αγγελής
Οι ΗΠΑ και η Ρωσία έχουν συναίσθηση των πιθανών
συνεπειών μιας μεγάλης κλιμάκωσης στη Συρία και θα προσπαθήσουν να την
αποφύγουν, εκτιμά ο Θάνος Π. Ντόκος γενικός διευθυντής στο Ελληνικό
Ίδρυμα Ευρωπαϊκής και Εξωτερικής Πολιτικής (ΕΛΙΑΜΕΠ).
Στη συνέντευξή του στην "Α" ο κ. Ντόκος επισημαίνει ωστόσο τον κίνδυνο ενός "ατυχήματος", την "τρικυμία εν κρανίω" του Ντόναλντ Τραμπ και τον ρόλο μεσολαβητή που διεκδικεί η Άγκυρα.
* Η αμερικανική πολιτική στη Συρία μπορεί να εξηγηθεί με βάση τις «εξάρσεις» Τραμπ ή μήπως εντάσσεται στην ευρύτερη στρατηγική της Ουάσιγκτον στη Μέση Ανατολή;
Το πρόβλημα δεν είναι τόσο η ευρύτερη στρατηγική της Ουάσιγκτον στη Μέση Ανατολή, όσο η απουσία αυτής, που προκαλεί έντονο προβληματισμό σε συμμάχους και αντιπάλους της υπερδύναμης. Ιδιαίτερα στο ζήτημα της Συρίας, η αμερικανική πολιτική είναι εξαιρετικά αμφίσημη. Στην ευρύτερη Μέση Ανατολή η Διοίκηση Τραμπ επιδιώκει την αποδυνάμωση, αν όχι την ακύρωση της συμφωνίας για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν -της μόνης θετικής εξέλιξης τα τελευταία χρόνια σε ολόκληρη την περιοχή- και συντάσσεται αναφανδόν με το Ισραήλ και τη Σαουδική Αραβία σε μια προσπάθεια δημιουργίας ενός αντι-ιρανικού άξονα. Στη δε Συρία, έχοντας ουσιαστικά επιτύχει τον πρωταρχικό στόχο της, τη στρατιωτική ήττα του λεγόμενου Ισλαμικού Κράτους (Daesh/ISIS), αμφιταλαντεύεται όσον αφορά τα επόμενα βήματα. Από τη μια στηρίζει τους Κούρδους, ερχόμενη σε έντονη αντιπαράθεση με την Τουρκία, και ασκεί πίεση επί του καθεστώτος Άσαντ διακινδυνεύοντας μια σύγκρουση με τη Ρωσία. Από την άλλη, ο Πρόεδρος Τραμπ δηλώνει ότι επιθυμεί τη απόσυρση των αμερικανικών δυνάμεων από τη Συρία, απεκδυόμενος με τον τρόπο αυτόν κάθε ευθύνη, αλλά και αμερικανική επιρροή για την “επόμενη μέρα” στην πολύπαθη Συρία. Αυτή η απουσία σαφούς αμερικανικής στρατηγικής μπορεί να εξηγηθεί εν μέρει από την πρόσφατη αλλαγή υπουργού Εξωτερικών και Συμβούλου Εθνικής Ασφαλείας, καθώς και τη συνεχιζόμενη υποστελέχωση του State Department, αλλά και από την αδιαμφισβήτητη “τρικυμία εν κρανίω” του Αμερικανού Προέδρου, που πέραν των άλλων αντιμετωπίζει και μια σοβαρή συνταγματική κρίση.
* Πόσο διαχειρίσιμη θα ήταν μια κλιμάκωση της κρίσης με «χειρουργικά πλήγματα», όταν διακυβεύεται το κύρος του Λευκού Οίκου και του Κρεμλίνου;
Η αμερικανο-ρωσική αντιπαράθεση στη Συρία δεν είναι καινούργια υπόθεση. Οι δύο πλευρές (όπως επίσης και η Ρωσία με το Ισραήλ) έχουν συμφωνήσει σε άτυπους κανόνες συμπεριφοράς των Ενόπλων Δυνάμεών τους για να αποφευχθούν “ατυχήματα”. Το πιθανότερο σενάριο (χωρίς να μπορεί να αποκλειστεί μια εντυπωσιακή πιρουέτα Τραμπ για αναβολή της επίθεσης, παρά το αδιαμφισβήτητο κόστος μιας τέτοιας απόφασης για την αξιοπιστία της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής) είναι ότι το δυτικό στρατιωτικό πλήγμα είναι αντίστοιχο των προηγούμενων (δηλαδή πλήγματα ακριβείας με πυραύλους Κρουζ εναντίον στόχων του καθεστώτος Άσαντ, χωρίς ρωσικές απώλειες). Σε μια τέτοια περίπτωση, η διαχείριση των συνεπειών δεν θα είναι ιδιαίτερα δύσκολη υπόθεση (αν και δεν μπορεί να αποκλειστεί μια ρωσική αντίδραση για λόγους γοήτρου, πιθανόν με “υβριδικά” μέσα, ενδεχομένως και σε άλλο πεδίο αντιπαράθεσης). Ωστόσο, αστοχίες και ατυχήματα μπορούν πάντοτε να συμβούν σε ένα πολύπλοκο και “φορτωμένο” περιβάλλον μάχης, ενώ και το πολιτικό κλίμα μεταξύ Δύσης και Ρωσίας είναι αρνητικά φορτισμένο μετά την υπόθεση Σκριπάλ. Με άλλα λόγια, μια αθέλητη κλιμάκωση δεν μπορεί να αποκλειστεί, αλλά δεν αποτελεί το πιθανότερο σενάριο. Και η Μόσχα και η Ουάσιγκτον έχουν συναίσθηση των πιθανών συνεπειών μιας κλιμάκωσης και θα πράξουν τα απαραίτητα για να αποφύγουν μια τέτοια εξέλιξη.
* Αν επιτεθούν οι Αμερικανοί και οι σύμμαχοί τους στη Συρία, θα κληθεί ο Ερντογάν να επιλέξει μεταξύ Ρωσίας και ΝΑΤΟ; Τι θα σήμαινε αυτό για την Κύπρο και το Αιγαίο;
Σε ένα σενάριο περιορισμένων πληγμάτων ακριβείας που δεν θα στοχεύσουν ρωσικούς στόχους, οι συνέπειες θα είναι σχετικά περιορισμένες και δεν θα αλλάξει η ισορροπία δυνάμεων εντός Συρίας, ούτε και η γενικότερη περιφερειακή ισορροπία. Σε μια τέτοια περίπτωση, δεν θα είναι πολύ δύσκολο για την Τουρκία (που, σημειωτέον, δεν θα στενοχωρηθεί ιδιαίτερα αν αποδυναμωθεί το καθεστώς Άσαντ) να κρατήσει μια σχετικά ουδέτερη στάση, ενδεχομένως και προσφερόμενη να διαμεσολαβήσει -όσο ειρωνικό και να ακούγεται- για τη μείωση της έντασης. Σε ένα ακραίο σενάριο, όπου η σύγκρουση ΗΠΑ-Ρωσίας κλιμακώνεται και ξεφεύγει από τον έλεγχο, ενδεχομένως η Τουρκία να υποχρεωθεί να επιλέξει ανάμεσα στις συμβατικές υποχρεώσεις της ως μέλους του ΝΑΤΟ και τη στρατηγική σύγκλιση με τη Ρωσία, και μια τέτοια επιλογή δεν θα είναι καθόλου απλή υπόθεση. Προφανώς η στάση της Άγκυρας σε μια τέτοια περίπτωση θα είχε δυνητικά ευρείες συνέπειες για τις σχέσεις της Ελλάδας με τις ΗΠΑ, αλλά και για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις και την Κύπρο. Ωστόσο, ένα τέτοιο σενάριο είναι αρκετά χαμηλής πιθανότητας.
Στη συνέντευξή του στην "Α" ο κ. Ντόκος επισημαίνει ωστόσο τον κίνδυνο ενός "ατυχήματος", την "τρικυμία εν κρανίω" του Ντόναλντ Τραμπ και τον ρόλο μεσολαβητή που διεκδικεί η Άγκυρα.
* Η αμερικανική πολιτική στη Συρία μπορεί να εξηγηθεί με βάση τις «εξάρσεις» Τραμπ ή μήπως εντάσσεται στην ευρύτερη στρατηγική της Ουάσιγκτον στη Μέση Ανατολή;
Το πρόβλημα δεν είναι τόσο η ευρύτερη στρατηγική της Ουάσιγκτον στη Μέση Ανατολή, όσο η απουσία αυτής, που προκαλεί έντονο προβληματισμό σε συμμάχους και αντιπάλους της υπερδύναμης. Ιδιαίτερα στο ζήτημα της Συρίας, η αμερικανική πολιτική είναι εξαιρετικά αμφίσημη. Στην ευρύτερη Μέση Ανατολή η Διοίκηση Τραμπ επιδιώκει την αποδυνάμωση, αν όχι την ακύρωση της συμφωνίας για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν -της μόνης θετικής εξέλιξης τα τελευταία χρόνια σε ολόκληρη την περιοχή- και συντάσσεται αναφανδόν με το Ισραήλ και τη Σαουδική Αραβία σε μια προσπάθεια δημιουργίας ενός αντι-ιρανικού άξονα. Στη δε Συρία, έχοντας ουσιαστικά επιτύχει τον πρωταρχικό στόχο της, τη στρατιωτική ήττα του λεγόμενου Ισλαμικού Κράτους (Daesh/ISIS), αμφιταλαντεύεται όσον αφορά τα επόμενα βήματα. Από τη μια στηρίζει τους Κούρδους, ερχόμενη σε έντονη αντιπαράθεση με την Τουρκία, και ασκεί πίεση επί του καθεστώτος Άσαντ διακινδυνεύοντας μια σύγκρουση με τη Ρωσία. Από την άλλη, ο Πρόεδρος Τραμπ δηλώνει ότι επιθυμεί τη απόσυρση των αμερικανικών δυνάμεων από τη Συρία, απεκδυόμενος με τον τρόπο αυτόν κάθε ευθύνη, αλλά και αμερικανική επιρροή για την “επόμενη μέρα” στην πολύπαθη Συρία. Αυτή η απουσία σαφούς αμερικανικής στρατηγικής μπορεί να εξηγηθεί εν μέρει από την πρόσφατη αλλαγή υπουργού Εξωτερικών και Συμβούλου Εθνικής Ασφαλείας, καθώς και τη συνεχιζόμενη υποστελέχωση του State Department, αλλά και από την αδιαμφισβήτητη “τρικυμία εν κρανίω” του Αμερικανού Προέδρου, που πέραν των άλλων αντιμετωπίζει και μια σοβαρή συνταγματική κρίση.
* Πόσο διαχειρίσιμη θα ήταν μια κλιμάκωση της κρίσης με «χειρουργικά πλήγματα», όταν διακυβεύεται το κύρος του Λευκού Οίκου και του Κρεμλίνου;
Η αμερικανο-ρωσική αντιπαράθεση στη Συρία δεν είναι καινούργια υπόθεση. Οι δύο πλευρές (όπως επίσης και η Ρωσία με το Ισραήλ) έχουν συμφωνήσει σε άτυπους κανόνες συμπεριφοράς των Ενόπλων Δυνάμεών τους για να αποφευχθούν “ατυχήματα”. Το πιθανότερο σενάριο (χωρίς να μπορεί να αποκλειστεί μια εντυπωσιακή πιρουέτα Τραμπ για αναβολή της επίθεσης, παρά το αδιαμφισβήτητο κόστος μιας τέτοιας απόφασης για την αξιοπιστία της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής) είναι ότι το δυτικό στρατιωτικό πλήγμα είναι αντίστοιχο των προηγούμενων (δηλαδή πλήγματα ακριβείας με πυραύλους Κρουζ εναντίον στόχων του καθεστώτος Άσαντ, χωρίς ρωσικές απώλειες). Σε μια τέτοια περίπτωση, η διαχείριση των συνεπειών δεν θα είναι ιδιαίτερα δύσκολη υπόθεση (αν και δεν μπορεί να αποκλειστεί μια ρωσική αντίδραση για λόγους γοήτρου, πιθανόν με “υβριδικά” μέσα, ενδεχομένως και σε άλλο πεδίο αντιπαράθεσης). Ωστόσο, αστοχίες και ατυχήματα μπορούν πάντοτε να συμβούν σε ένα πολύπλοκο και “φορτωμένο” περιβάλλον μάχης, ενώ και το πολιτικό κλίμα μεταξύ Δύσης και Ρωσίας είναι αρνητικά φορτισμένο μετά την υπόθεση Σκριπάλ. Με άλλα λόγια, μια αθέλητη κλιμάκωση δεν μπορεί να αποκλειστεί, αλλά δεν αποτελεί το πιθανότερο σενάριο. Και η Μόσχα και η Ουάσιγκτον έχουν συναίσθηση των πιθανών συνεπειών μιας κλιμάκωσης και θα πράξουν τα απαραίτητα για να αποφύγουν μια τέτοια εξέλιξη.
* Αν επιτεθούν οι Αμερικανοί και οι σύμμαχοί τους στη Συρία, θα κληθεί ο Ερντογάν να επιλέξει μεταξύ Ρωσίας και ΝΑΤΟ; Τι θα σήμαινε αυτό για την Κύπρο και το Αιγαίο;
Σε ένα σενάριο περιορισμένων πληγμάτων ακριβείας που δεν θα στοχεύσουν ρωσικούς στόχους, οι συνέπειες θα είναι σχετικά περιορισμένες και δεν θα αλλάξει η ισορροπία δυνάμεων εντός Συρίας, ούτε και η γενικότερη περιφερειακή ισορροπία. Σε μια τέτοια περίπτωση, δεν θα είναι πολύ δύσκολο για την Τουρκία (που, σημειωτέον, δεν θα στενοχωρηθεί ιδιαίτερα αν αποδυναμωθεί το καθεστώς Άσαντ) να κρατήσει μια σχετικά ουδέτερη στάση, ενδεχομένως και προσφερόμενη να διαμεσολαβήσει -όσο ειρωνικό και να ακούγεται- για τη μείωση της έντασης. Σε ένα ακραίο σενάριο, όπου η σύγκρουση ΗΠΑ-Ρωσίας κλιμακώνεται και ξεφεύγει από τον έλεγχο, ενδεχομένως η Τουρκία να υποχρεωθεί να επιλέξει ανάμεσα στις συμβατικές υποχρεώσεις της ως μέλους του ΝΑΤΟ και τη στρατηγική σύγκλιση με τη Ρωσία, και μια τέτοια επιλογή δεν θα είναι καθόλου απλή υπόθεση. Προφανώς η στάση της Άγκυρας σε μια τέτοια περίπτωση θα είχε δυνητικά ευρείες συνέπειες για τις σχέσεις της Ελλάδας με τις ΗΠΑ, αλλά και για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις και την Κύπρο. Ωστόσο, ένα τέτοιο σενάριο είναι αρκετά χαμηλής πιθανότητας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου