«Γνωρίζουμε; Θυμόμαστε;»
Η Καθημερινή,
Πόσες φορές τον χρόνο οι Εβραίοι
κρεμιούνται σε πρωτοσέλιδους τίτλους σαν βδελυροί συνωμότες κατά του
ελληνισμού; Με ποιο ποσοστό ανταμείβουν οι ψηφοφόροι τη φιλοναζιστική
Χ.Α., που κρύβει τον αντισημιτισμό της κάτω από το όνομα-μάσκα του
αντισιωνισμού; Και με ποιο ποσοστό είχαν ανταμείψει προ ετών τον και
συγκυβερνήσαντα κ. Γ. Καρατζαφέρη, που τάχα μετάνιωσε κάποια στιγμή για
τον αντιεβραϊσμό του, για να επανέλθει γρήγορα στις ιδέες του; Με ποια
συχνότητα πάνε κι έρχονται σε Βουλή και κανάλια τα Πρωτόκολλα της Σιών,
που, αν και ανύπαρκτα, επιβεβαιώνουν υποτίθεται την αντιχριστιανική
εβραϊκή μοχθηρία; Πόσα ανέκδοτα σκωπτικά για τους Εβραίους ακούμε ή λέμε
κάθε μήνα, ανέκδοτα που πήραν τη θέση των πανευρωπαϊκής εξάπλωσης
παραμυθιών με άθλιους «ήρωές» τους πάλι Εβραίους; Πόσοι εβραϊκοί τάφοι
και μνημεία βεβηλώνονται ετησίως; Και πόσοι αρχιερείς, αντιχριστιανικά
σωβινιστές, εξαπολύουν από άμβωνες και μικρόφωνα αρές κατά του μυσαρού
γένους των Εβραίων, ντοπάροντας το πλήρωμά τους;
Οι ερωτήσεις αυτές είναι ένας τρόπος για να δοθεί απάντηση στο τριπλό ερώτημα που έθεσαν ως τίτλο εκδήλωσης στη μνήμη του Ολοκαυτώματος η Ισραηλιτική Κοινότητα Αθηνών και η Περιφέρεια Αττικής: «Γνωρίζουμε; Θυμόμαστε; Διδασκόμαστε;». Υποκείμενο των τριών ρημάτων είναι οι Ελληνες ή οι Ευρωπαίοι (ειδικά οι πολίτες χωρών και οι πιστοί θρησκευτικών δογμάτων με βαριά ευθύνη), ή γενικά οι πολίτες του κόσμου. Σε κάθε περίπτωση, όμως, δύσκολα θα δινόταν καταφατική απάντηση. Λίγα θυμόμαστε, λίγα αντέχουμε να θυμόμαστε. Δεν είναι εύκολο για τη συλλογική μνήμη να αποδεχτεί ότι το Αδιανόητο συνέβη· ότι εκατομμύρια άνθρωποι, Εβραίοι και Τσιγγάνοι πρωτίστως, αφανίστηκαν με σκαιές μεθόδους, επεξεργασμένες από στυγνούς επιστήμονες και διεκπεραιωμένες από μυριάδες στρατιώτες και αξιωματικούς που «δεν ήξεραν, δεν μπορούσαν να ξέρουν, απλώς έπαιρναν εντολές». Αλλά και λίγα γνωρίζουμε, λίγα θέλουμε να μάθουμε, κατά προτίμηση από φιλμ που προβάλλονται με διάλειμμα ή με διακοπές για διαφημίσεις, οπότε η Υβρις εντάσσεται στο κανονικό και το σύνηθες: ένα θέαμα.
Αν θυμόμασταν, δεν θα επινοούσαμε ένα Δωμάτιο Απόδρασης κατ’ απομίμηση του Αουσβιτς – αν είναι δυνατόν να απομιμηθεί οτιδήποτε το Αουσβιτς. Ναι, έγινε ακόμα κι αυτό. Το Αδιανόητο, η Σοά, εξυβρίστηκε από το εξωφρενικά ανόητο. Από την αγοραία έμπνευση κάποιας εταιρείας με πεδίο δράσης τα λάιβ παιχνίδια (φρέσκια μόδα) να κατασκευάσει ένα Escape Room, όπου οι παίκτες πρέπει να κατορθώσουν να αποδράσουν από το Αουσβιτς. Το προσκλητήριο: «Ενσαρκώνοντας κι εσείς τον ρόλο αιχμαλώτων, οι οποίοι ψάχνουν σημάδια ζωής, καθένα από δικό του αγαπημένο πρόσωπο, τολμήστε να περάσετε τα σκαλιά του ιστορικού κρεματορίου, ανακαλύψτε το μεγάλο μυστικό του κι αποδράστε πριν γίνετε κι εσείς στάχτη». Αλλά εδώ έχουν ήδη γίνει στάχτη το σέβας, η αιδώς και η μνήμη.
Διαβάστε σχετικά :
Οι ερωτήσεις αυτές είναι ένας τρόπος για να δοθεί απάντηση στο τριπλό ερώτημα που έθεσαν ως τίτλο εκδήλωσης στη μνήμη του Ολοκαυτώματος η Ισραηλιτική Κοινότητα Αθηνών και η Περιφέρεια Αττικής: «Γνωρίζουμε; Θυμόμαστε; Διδασκόμαστε;». Υποκείμενο των τριών ρημάτων είναι οι Ελληνες ή οι Ευρωπαίοι (ειδικά οι πολίτες χωρών και οι πιστοί θρησκευτικών δογμάτων με βαριά ευθύνη), ή γενικά οι πολίτες του κόσμου. Σε κάθε περίπτωση, όμως, δύσκολα θα δινόταν καταφατική απάντηση. Λίγα θυμόμαστε, λίγα αντέχουμε να θυμόμαστε. Δεν είναι εύκολο για τη συλλογική μνήμη να αποδεχτεί ότι το Αδιανόητο συνέβη· ότι εκατομμύρια άνθρωποι, Εβραίοι και Τσιγγάνοι πρωτίστως, αφανίστηκαν με σκαιές μεθόδους, επεξεργασμένες από στυγνούς επιστήμονες και διεκπεραιωμένες από μυριάδες στρατιώτες και αξιωματικούς που «δεν ήξεραν, δεν μπορούσαν να ξέρουν, απλώς έπαιρναν εντολές». Αλλά και λίγα γνωρίζουμε, λίγα θέλουμε να μάθουμε, κατά προτίμηση από φιλμ που προβάλλονται με διάλειμμα ή με διακοπές για διαφημίσεις, οπότε η Υβρις εντάσσεται στο κανονικό και το σύνηθες: ένα θέαμα.
Αν θυμόμασταν, δεν θα επινοούσαμε ένα Δωμάτιο Απόδρασης κατ’ απομίμηση του Αουσβιτς – αν είναι δυνατόν να απομιμηθεί οτιδήποτε το Αουσβιτς. Ναι, έγινε ακόμα κι αυτό. Το Αδιανόητο, η Σοά, εξυβρίστηκε από το εξωφρενικά ανόητο. Από την αγοραία έμπνευση κάποιας εταιρείας με πεδίο δράσης τα λάιβ παιχνίδια (φρέσκια μόδα) να κατασκευάσει ένα Escape Room, όπου οι παίκτες πρέπει να κατορθώσουν να αποδράσουν από το Αουσβιτς. Το προσκλητήριο: «Ενσαρκώνοντας κι εσείς τον ρόλο αιχμαλώτων, οι οποίοι ψάχνουν σημάδια ζωής, καθένα από δικό του αγαπημένο πρόσωπο, τολμήστε να περάσετε τα σκαλιά του ιστορικού κρεματορίου, ανακαλύψτε το μεγάλο μυστικό του κι αποδράστε πριν γίνετε κι εσείς στάχτη». Αλλά εδώ έχουν ήδη γίνει στάχτη το σέβας, η αιδώς και η μνήμη.
Διαβάστε σχετικά :
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου