Ο κύριος Κορδομενίδης αλλάζει τρένα
Συναντήσεις περισσότερο παρά συνεντεύξεις, σε μια συνειδητή προσπάθεια να πάμε πάλι με τον μύθο
Φωτ: Τέλλος Φίλης
Ο τίτλος κλεμμένος από τον Ισεργουντ, «Ο κύριος Νόρις αλλάζει τρένα». Έτσι τον έχω στον νου μου τον Γιώργο Κορδομενίδη, στο συγκεκριμένο βαγόνι όπου δέχονται και τον σκύλο του, τον κύριο Ιμο.
Οι δυο τους έχουν διαφορετική καταγωγή: εγγλέζικη καμπαρντίνα και χιούμορ από τον συγκάτοικο, μυστικές ρίζες από τον σκύλο με το αινιγματώδες όνομα που δεν είναι καθόλου προφανές.
Φυσικά και βρήκα τι σημαίνει Ιμο. Ο Γιώργος το ξέρει πως το ξέρω, κι εγώ ξέρω άλλωστε το ίδιο γι’ αυτόν, άρα δεν είναι ανάγκη να ειπωθεί.
Για μένα ο Ιμο παραμένει το μουσούδι του ιμόσιοναλ.
Γνωρίζει τους φίλους και τις φίλες του Γιώργου που συνταξιδεύουν μαζί του σε αυτή τη συνέντευξη με τα 110 τεύχη του «Εντευκτηρίου», τα οποία μετατράπηκαν σε βαγόνια στην τυπική διαδρομή Αθήνα-Θεσσαλονίκη.
Φυσικά, από το βαγόνι δεν θα μπορούσαν να λείψουν ο Τέλλος Φίλης και οι φωτογραφίες του, σ’ ένα στημένο χιτσκοκικό πέρασμα.
● Πες μου σχετικά με το «κόστος» του «Εντευκτηρίου». Τι σου στοίχισαν οικονομικά και προσωπικά τα 30 χρόνια;
Έβαζα επί χρόνια χρήματα από την τσέπη μου, αλλά τότε μπορούσα να αντιμετωπίσω αυτή τη χασούρα, γιατί τύχαινε να έχω μια ικανοποιητικά αμειβόμενη εργασία.
Δεν στερήθηκα κάτι επειδή έπρεπε να εξοφλήσω τον τυπογράφο ή να αγοράσω χαρτί κ.λπ.
Έκανα και εξακολουθώ να κάνω λιτό βίο. Αντίθετα, το κέρδος από αυτή την τριαντάχρονη διαδρομή ήταν μεγάλο.
● Η εμμονική σου σχέση με το περιοδικό διέρρηξε σχέσεις με φίλους σου;
Μου περιόρισε αυτό που θα λέγαμε κοινωνική ζωή και εν μέρει καθόρισε και τα όρια της προσωπικής μου ζωής.
● Είσαι μοναχόλυκος;
Έτσι με έχει χαρακτηρίσει και σε κείμενό της στο «Βήμα» η Μάρη Θεοδοσοπούλου: «μοναχικό λύκο».
Όμως εγώ, για να δώσω όλη την εικόνα, αισθάνομαι ευτυχισμένος γιατί όταν ξεκίνησα να βγάζω το περιοδικό είχα περιορισμένη σχέση με τη λογοτεχνία.
Υπήρξα πολύ τυχερός γιατί το «Εντευκτήριο» ζει 30 χρόνια και αναγνωρίζεται ως σταθερά ποιοτικό.
● Για μένα, αν εξαιρέσουμε τα παλιά «Τραμάκια», είναι το όχημα που με εισήγαγε στη λογοτεχνία της Θεσσαλονίκης. Εχεις ταλέντο στην ανακάλυψη νέων ποιητών και θέλω να σου πω ότι τις αγαπώ πολύ τις πρώτες συλλογές με τη φρεσκάδα και τα λάθη τους. Δεν έχουν φορεθεί ακόμη τα προσωπεία του ποιητικού Εγώ και η αναζήτηση του «Ποιος είμαι από δω και μπρος…». Τους αρκεί το «Τώρα εγώ» που λέει σ’ ένα ποίημά της η Αντεια Φραντζή.
Ένα περιοδικό, αν θέλει να είναι ζωντανό, δεν μπορεί να μην μπολιάζεται με καινούργιο αίμα.
Δεν έχω κανενός είδους νεολαγνεία, δεν πιστεύω ότι ο οποιοσδήποτε 20χρονος γράφει ως υποψήφιος Ρεμπό.
Οι νέοι ποιητές και πεζογράφοι που πρωτοδημοσίευσαν στο «Εντευκτήριο» επελέγησαν με αυστηρά κριτήρια.
● Αυτοί παρουσιάζονται στη «Λογοτεχνική Σκηνή»;
Το φεστιβάλ «Λογοτεχνική Σκηνή» είναι ιστορία των τελευταίων 5 ετών. Ο Βασίλης Αμανατίδης, ο Δημήτρης Μίγκας, ο Τάσος Χατζητάτσης, ο Παστουρματζής, ο Ενο Αγκόλι (που πήρε πρόσφατα το Βραβείο Βαρβέρη) έβγαλαν τα πρώτα τους βιβλία στις Εκδόσεις Εντευκτηρίου.
Αλλά και άλλοι συγγραφείς που πρωτοεμφανίστηκαν στο περιοδικό έκαναν εν συνεχεία σημαντική διαδρομή στα γράμματά μας.
Όλος, σχεδόν, ο πνευματικός κόσμος της Θεσσαλονίκης έχει δημοσιεύσει στο «Εντευκτήριο».
Αλλά εσένα σ’ έχει καθορίσει η φιλική σου σχέση με τον Μαρωνίτη. Σου λείπει;
Πάρα πολύ. Η ποιότητα του ανθρώπου είναι γνωστή. Η σχέση του με το περιοδικό, όπως λες, καθοριστική.
Εμένα όμως με καθόρισε και η συναναστροφή μου μαζί του, που την αποκάλεσα σε ένα κείμενό μου «ιδιαίτερα μαθήματα».
● Σου τα ’χωνε;
Πολλές φορές.
● Σκληρός ή βοηθητικός;
Θα έλεγα αυστηρός. Μου τα 'χωνε, αλλά πολλά ήσαν χρήσιμα «χωσίματα».
Στις συναντήσεις του με την παρέα ερχόταν πάντοτε με «ημερήσια διάταξη». Και είχε έναν τρόπο («πλατωνικό» τον χαρακτήρισε κάποτε η Νατάσσα Πεπονή) να οδηγεί και να εξελίσσει τη συζήτηση.
Για μένα, που δεν σπούδασα στο Πανεπιστήμιο, είμαι απόφοιτος 6ταξίου Γυμνασίου, όλη αυτή η διαδικασία ήταν πρωτόγνωρη και ευεργετικά διδακτική· επέστρεφα στο σπίτι έχοντας 5-6 ερεθίσματα για βιβλία, συγγραφείς, ταινίες τις οποίες είχε μνημονεύσει - γιατί ήταν και μέγας κινηματογραφόφιλος.
● Αλλη προσωπικότητα που σ’ έχει σημαδεύσει; Πες πως κάθεται απέναντί σου στο κουπέ.
Ο μέντοράς μου, ο Ντίνος Χριστιανόπουλος, και με έναν περίεργο τρόπο, προτού ακόμη βγάλω το «Εντευκτήριο», ο Γιώργος Ιωάννου.
Και θυμίζω λίγο τις αγκαθωτές σχέσεις του Ιωάννου με τον Μαρωνίτη και τον Χριστιανόπουλο.
Φυσικά, με τιμάει και η φιλία με άλλους συνεργάτες του περιοδικού, όπως είναι ο Χριστόφορος Λιοντάκης, η Κική Δημουλά, ο Τίτος Πατρίκιος, ο Δημήτρης Νόλλας, ο εικαστικός Χάρης Λίθος, ο συχωρεμένος Γιάννης Βαρβέρης και πολλοί άλλοι, που τους αδικώ παραλείποντάς τους εδώ.
● Τριάντα χρόνια έφτιαξες το περιβάλλον να τους δεχτείς σωστά.
Κοίταξε, είμαι άνθρωπος χωρίς μεγάλη αυτοπεποίθηση, χωρίς θεωρητική σκευή και το μόνο εργαλείο που έχω για να διαχειριστώ τα κείμενα που φτάνουν στο περιοδικό είναι η συγκίνηση που μου προκαλούν.
Φωτ: Τέλλος Φίλης
● Γιώργο, θέλω να βάλουμε στην κουβέντα τον κύριο Ιμο. Τι είναι για σένα ο κύριος Ιμο, τι έφερε στη ζωή σου; Ο ψυχογιός μου ο Σαρίφ λέει ότι ο Ιμο είναι ο μόνος που μπορεί να με κάνει να αφήσω το γραφείο μου.
Διότι πειθαρχώ στο πρόγραμμά του. Τις ώρες που πρέπει να βγει έξω ή να του μαγειρέψω για να φάει.
Με διεκδικεί ανά δέκα λεπτά. Ερχεται στο γραφείο και είτε μου μιλάει είτε ανεβάζει τα μπροστινά του πόδια πάνω στον μηρό μου και με το κεφάλι του απομακρύνει το χέρι μου από το ποντίκι του υπολογιστή.
● Συγκατοικείς μ’ ένα γατοσκυλί, δηλαδή.
Έφερε μεγάλη αλλαγή στη ζωή μου. Τον Ιμο τον έχω δύο χρόνια τώρα και τον πηγαινοφέρνω Αθήνα-Θεσσαλονίκη-Αθήνα, με δυσκολίες λόγω του κανονισμού της ΤΡΑΙΝΟΣΕ.
Είμαι νεοφώτιστος. Αλλά είμαι απλώς κάποιος που έχει έναν σκύλο. Δεν είναι «παιδί» μου ο Ιμο, ούτε εγώ σκυλομπαμπάς.
● Ξαναπάμε στο γνωστό βαγόνι Αθήνα-Θεσσαλονίκη παρέα με ανθρώπους που έχουν παίξει σημαντικό ρόλο στη ζωή σου. Σου λέω ονόματα στην τύχη κι εσύ απαντάς για όποιον θέλεις. Γιάννης Πάνου;
Τον Γιάννη Πάνου τον γνώρισα ως δημοσιογράφος. Είχα γοητευθεί από την προσωπικότητα της Ρούλας Πατεράκη και πήγαινα συχνά στις πρόβες.
Και τον Γιάννη, ως Γιάννη Παναγιωτόπουλο βέβαια, τον γνώρισα σύντροφο και συνεργάτη της Ρούλας.
Είχα δέος για εκείνα τα πρόσωπα. Τα είχα στο κεφάλι μου κάπως μυθικά και δεν τολμούσα εύκολα να επιδιώξω να μπω στις συναναστροφές τους.
Αυτό τόλμησα να το κάνω από το ’88 και μετά, όταν βγήκε το περιοδικό.
Οι σχέσεις μου, οι γνωριμίες μου και οι φιλίες μου μέχρι εκείνη την εποχή ήταν με ανθρώπους τους οποίους συναντούσα στο γραφείο του Χριστιανόπουλου, στο γραφείο της «Διαγωνίου»: Κάρολος Τσίζεκ, Σάκης Παπαδημητρίου, Τόλης Καζαντζής, Παναγιώτης Πίστας, Σάκης Σερέφας.
● Να σε ρωτήσω για τη Μαρία Στασινοπούλου και τον Δημήτρη Δασκαλόπουλο.
Ο Δημήτρης και η Μαρία είναι από τα πιο αγαπημένα μου πρόσωπα. Είναι φίλοι μου σχεδόν 35 χρόνια τώρα και τους αισθάνομαι σαν αδέλφια.
Τακτικοί συνεργάτες και οι δύο του «Εντευκτηρίου», τους βλέπω κάθε φορά που έρχομαι στην Αθήνα.
Τους εμπιστεύομαι πάρα πολύ. Δεν πρόκειται να πουν χάριν αστεϊσμού κάτι που θα με δυσαρεστήσει, κι αυτό για μένα είναι πάρα πολύ σημαντικό.
● Γιώργος Ιωάννου.
Τον γνώρισα αργά δυστυχώς, σχεδόν τρία χρόνια πριν από τον πρόωρο θάνατό του.
● Ήταν τρυφερός ή ζόρικος;
Ήταν καλός μαζί μου, μολονότι όταν πήγα να τον πρωτοσυναντήσω, την Πρωτομαγιά του ’82, για να του πάρω μια συνέντευξη, είχε προφανώς πληροφορηθεί ότι ανήκα στον κύκλο του Χριστιανόπουλου, με τον οποίο βρισκόταν στα μαχαίρια.
Ωστόσο, μου έκανε μεγάλη εντύπωση ότι η σχέση μου με τον Χριστιανόπουλο δεν μπήκε ποτέ ανάμεσα σε μένα και στον Ιωάννου. Με τίμησε με την εμπιστοσύνη και τη φιλία του.
Αισθάνομαι τυχερός που τον συνάντησα αρκετές φορές, κυρίως στο σπίτι του στην Αθήνα, αλλά και για τις συζητήσεις που κάναμε στις μυθικές για μένα βόλτες, κυρίως στη χειμωνιάτικη Θεσσαλονίκη.
Βλέποντας κάποιον περαστικό άντρα ή γυναίκα ή νεαρό, οποιονδήποτε, του Ιωάννου τού άρεσε να του δίνει ιδιότητες.
Ας πούμε, έλεγε: «Αυτή είναι νοσοκόμα, μόλις έχει σχολάσει από τη βάρδιά της στο ΑΧΕΠΑ και τρέχει στο σπίτι της να φτιάξει σούπα και να δει τηλεόραση».
Έφτιαχνε ιστορίες, έστηνε πορτρέτα. Και στο τελευταίο «Φυλλάδιο», στο περιοδικό που έβγαζε, στο μεταθανάτιο τεύχος, μου αφιερώνει 4-5 γραμμές.
Λέει (από μνήμης) «στη Θεσσαλονίκη υπάρχει ένα νέο πρόσωπο που περνάει από τη δημοσιογραφία στη λογοτεχνία, τον λένε Γιώργο Κορδομενίδη και τα καμώματά του μου αρέσουν πολύ».
● Πάμε πάλι στον Ντίνο Χριστιανόπουλο.
Ο Χριστιανόπουλος υπήρξε ο κατ' εξοχήν μέντοράς μου, τον γνώρισα το 1978, μαγεύτηκα, θρονιάστηκα σε μια πολυθρόνα στο γραφείο του μέχρι τη στιγμή που ήρθαν κι άλλοι επισκέπτες και μου είπε: «Μωρό μου, τώρα είναι ώρα να φύγεις».
Έφυγα με σπαραγμό ψυχής, αλλά σύντομα ξαναπήγα. Έμαθα αναρίθμητα πράγματα από αυτόν, μεταξύ άλλων πώς επιμελούμαστε και διορθώνουμε ένα κείμενο.
Είχα στενή και πυκνή επαφή με τον Χριστιανόπουλο, κοντά του γινόμουν σφουγγάρι το οποίο απορροφούσε κάθε του κουβέντα.
Έχω μετανιώσει πάρα πολλές φορές για το γεγονός ότι επιστρέφοντας κάθε φορά ύστερα από μια συνάντηση μαζί του δεν κατέγραψα κάτι από όσα μου είχε πει.
Υπάρχουν άνθρωποι που έχουν βγάλει βιβλία καταγράφοντας ή συγκρατώντας στη μνήμη τους αυτά που έλεγε ο Χριστιανόπουλος για πρόσωπα, πράγματα, καταστάσεις, λογοτεχνικά είδη.
Υπήρξε πάρα πολύ επιδραστικός. Ο Τάσος Κόρφης, αν θυμάμαι σωστά, είχε δημοσιεύσει ένα μελέτημά του για το λογοτεχνικό φυτώριο (επί λέξει: «κήπο») της «Διαγωνίου», όπου ανθολογούσε ποιήματα ανθρώπων που επηρεάστηκαν σε καθοριστικό βαθμό από τον Χριστιανόπουλο.
● Ο ίδιος όμως δεν επεδίωκε να δημιουργήσει «σχολή». Ή όχι;
Σίγουρα του άρεσε να έχει έναν κύκλο ανθρώπων γύρω του. Επίσης, είχε πολύ συγκεκριμένη άποψη για τη λογοτεχνία.
Ο σουρεαλισμός, οι μοντερνισμοί κ.λπ. δεν του άρεσαν καθόλου· επομένως, απέρριπτε οτιδήποτε δεν εντασσόταν στη δική του νόρμα γραφής.
Έχει πληγώσει νεαρούς και νεαρές που είχαν σπεύσει να του εμπιστευτούν τα ποιήματά τους, για να λάβουν κάποιο από τα μυθικά και πολύ αρνητικά μπιλιέτα του.
● Αρα υπήρξε αιχμηρός και για σένα…
Δεν μου χαρίστηκε πάντως. Κατά την παρουσίαση του πρώτου τεύχους του «Εντευκτηρίου», το έθαψε κυριολεκτικά, με εμένα δίπλα του: «Συμπαθητικό το περιοδικάκι που έβγαλε ο φίλος μου ο Γιωργάκης, αλλά έχει πολλές φωτογραφίες, σχόλια, διαφημίσεις».
Όλα ήταν αρνητικά! Βέβαια, συνεργάστηκε και με το πρώτο τεύχος και με πολλά επόμενα.
Μ’ αυτά και μ' εκείνα, ο Ντίνος στάθηκε καθοριστικό πρόσωπο στη ζωή μου, χωρίς να συμμερίζομαι πάντα απολύτως επιμέρους απόψεις ή τρόπους του.
Υπήρξαν πάντως -και όχι μόνο στα πρώτα χρόνια του περιοδικού- κάποιοι εμπαθείς που έλεγαν ότι είμαι μαριονέτα του Χριστιανόπουλου (και αργότερα του Μαρωνίτη!).
Ωστόσο, τίποτε δεν άντεξε στον χρόνο περισσότερο από τις φιλίες αυτές.
● Τέλλος Φίλης.
Ο Τέλλος είναι από τους πιο στενούς μου φίλους σήμερα, τον ξέρω πολλά χρόνια.
Από τα τέλη της δεκαετίας του ’70, και είναι από τους πιο κοντινούς μου.
● Μοιράζεστε και το πάθος για το σινεμά;
Μου αρέσει ο κινηματογράφος, αλλά δεν έχω πια χρόνο να πάω σινεμά.
Όμως ο Τέλλος είναι πραγματικά μια πολυσχιδής και πολυπρισματική προσωπικότητα.
Κι ενώ είναι ένας άνθρωπος ανοιχτόκαρδος, εκδηλωτικός, ταυτοχρόνως είναι βαθιά σκεπτόμενος.
Έχουμε φύγει από μια παράσταση από την οποία εγώ δεν κατάλαβα Χριστό και ο Τέλλος μέσα σε μισή ώρα είχε ανεβάσει στο φέισμπουκ μια μίνι κριτική, η οποία με βοήθησε να δω αυτό που είχα δει και δεν το είχα καταλάβει.
Τον αγαπώ πολύ τον Τέλλο.
● Θωμάς Κοροβίνης. Τον έχεις στο βαγόνι;
Ο Κοροβίνης είναι πάντοτε στο βαγόνι από τότε που τον γνώρισα, είναι ένας πολύ καλός φίλος και καλός συνεργάτης, που σχεδόν πάντα ανταποκρίνεται με προθυμία σε ό,τι του ζητώ ή προτείνω.
● Πες ένα βασικό στοιχείο του που σε κερδίζει.
Η ντομπροσύνη· θα σου πει ευθέως αυτό που έχει.
Ο αυθορμητισμός του, η γνησιότητά του, το πάθος που έχει για τα πράγματα με τα οποία ασχολείται.
Είναι αυστηρός και τρυφερός ταυτόχρονα.
● Τα τραγούδια του τα λατρεύω. Πέρασα μήνες κολλημένος με το «Κελί».
Κι εγώ επίσης. Και είχα και το προνόμιο να τον ακούσω δυο-τρεις φορές να τραγουδάει χωρίς μικρόφωνο και χωρίς μουσική. Καταπληκτικός!
● Πες μου σε ποιον συνεργάτη σου τα τελευταία χρόνια χρωστάς πολλά.
Έχω την ευεργετική βοήθεια του Βασίλη Αμανατίδη στην αξιολόγηση των νέων ποιητών.
Ωστόσο, την ευθύνη για την τελική επιλογή της ύλης την αναλαμβάνω στο ακέραιο...
● Εχεις εκδώσει μια συλλογή διηγημάτων; Δεν θα πούμε τον τίτλο της ούτε το ψευδώνυμό σου.
Όντως, έχω εκδώσει μια συλλογή μικρών πεζών.
● Σχεδόν κανείς δεν ξέρει ότι είναι δική σου...
Θα το ήθελα πολύ, αλλά κάποιοι άνθρωποι το ξέρουν. Ομως, εξακολουθώ να κρατώ το ψευδώνυμο.
Στα περίπου 20 χρόνια που πέρασαν από την έκδοση του βιβλίου έχουν προστεθεί μερικά πεζά ακόμα, και ελπίζω ότι κάποτε θα καταλήξουν όλα μαζί σε ένα παλιό-καινούργιο βιβλίο.
Υπάρχουν άνθρωποι που επαίνεσαν την ψευδώνυμη εκείνη συλλογή, όπως η Δημουλά, ο Νόλλας, ο Κουμανταρέας, ο Βαρβέρης και άλλοι.
Τους έστειλα το βιβλίο χωρίς να αποκαλύπτω πως είναι δικό μου, ούτε από την αφιέρωση προέκυπτε.
Καρπός εκείνης της μικρής, θεμιτής ελπίζω, εξαπάτησης είναι αρκετές επιστολές που δεν τις φίλτραρε η φιλία.
● Αντίλογος υπήρξε;
Μια εκδότρια, γνωστή μου, όταν της έστειλα ανάμεσα σε άλλες εκδόσεις του «Εντευκτηρίου» και το βιβλίο μου, μου είπε: «Βρε παιδί μου, αυτό γιατί το εξέδωσες; Οταν διαβάσεις ένα διήγημα, είναι σαν να τα έχεις διαβάσει όλα».
Πρέπει να σου πω ότι ούτε με πίκρανε ούτε με ενόχλησε το σχόλιο αυτό. Αντιθέτως, το θεωρώ κέρδος.
Αν ήξερε πως το βιβλίο είναι δικό μου, δεν θα μου το έλεγε ποτέ.
*συγγραφέας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου