Παρασκευή, Ιουλίου 01, 2016

Η παθολογία του ιδιωτικού τηλεοπτικού συστήματος


Σύμφωνα με όσα στηρίζουν όλες οι σχολές και οι τάσεις στην πολιτική φιλοσοφία, η δημόσια πολιτική σφαίρα ως «πράγμα» (με τη φιλοσοφική έννοια του όρου) θεμελιώνεται στην ελευθερία της έκφρασης και της γνώμης.
Αυτό σημαίνει, ότι οποιοσδήποτε εμπλέκεται με οποιονδήποτε τρόπο στη διαδικασία παραγωγής και διαμόρφωσης γνώμης και άποψης για ένα συγκεκριμένο κοινωνικό ζήτημα ή θέμα δεν δέχεται υποδείξεις, δεν ανέχεται ελέγχους και γενικότερα δεν εντάσσεται σε μηχανισμούς εξουσίας.
Πρόκειται για θεμελιώδη συγκροτησιακή αρχή, η οποία υφίσταται από την εποχή της ίδρυσης της πολιτικής νεωτερικότητας, δηλαδή εδώ και δύο αιώνες.
Ωστόσο, η διακηρυγμένη αυτή αρχή της ελευθερίας της έκφρασης και της γνώμης δεν εφαρμόσθηκε σε όλη την ιστορία της πολιτικής νεωτερικότητας χωρίς προβλήματα, όχι μόνο σε καθεστώτα δικτατορίας, αλλά και εντός του πλαισίου νομιμοποιημένων κοινοβουλευτικών δημοκρατιών.
Προσφάτως στην ελληνική πολιτική ιστορία (μετά το 1989, οπότε και εισήχθη ο θεσμός της ιδιωτικής τηλεόρασης), στην ελληνική δημόσια πολιτική σφαίρα η θεμελιώδης αυτή αρχή δοκιμάστηκε, επειδή οι ιδιώτες-ιδιοκτήτες των μέσων μαζικής ενημέρωσης δεν μπορούσαν να αντιληφθούν ότι διευθύνουν και διοικούν μέσα ενημέρωσης και πληροφόρησης και όχι ιδιωτικές επιχειρήσεις ατομικού κέρδους σε μια καπιταλιστική οικονομία.
Εάν συνεχιστεί το σύστημα της ιδιωτικής τηλεόρασης, αυτό θα γίνει με τους όρους του νόμου που προσφάτως ψήφισε το Κοινοβούλιο.
Εάν θέλει κανείς να περιγράψει με επιγραμματικό τρόπο την παθολογία του καθεστώτος της ιδιωτικής τηλεόρασης στην ελληνική πολιτική κοινωνία κατά το διάστημα των τριάντα σχεδόν χρόνων, αυτή συνοψίζεται στην εξής αποκαλυπτική φράση: η επικοινωνιακή δομή των τηλεοπτικών μέσων όσον αφορά την ενημέρωση δεν έχει καμία σχέση με τη διαβουλευτική και τη διαλογική λογική.
Ηταν και εξακολουθεί να είναι δημιούργημα του αυταρχισμού του ηγεμόνα-ιδιοκτήτη, ο οποίος ενδιαφέρεται πρωτίστως για την ικανοποίηση των οικονομικών και ιδιωτικών συμφερόντων του.
Εδώ πρέπει να διευκρινιστούν δύο σημεία: πρώτον, ότι δεν ισοπεδώνονται τα πράγματα ούτε στο πολιτισμικό επίπεδο, ούτε, εννοείται, στη γενικότερη πολιτική αποτίμηση.
Δεύτερον, ότι όταν τα πρωτεία απονέμονται στα ιδιωτικά συμφέροντα του ιδιώτη-ιδιοκτήτη ενός τηλεοπτικού σταθμού και όταν αυτό συμβαίνει σε μία πολιτική κοινωνία, η οποία δεν έχει ούτε τις δομές ούτε τις διαδικασίες για διαλόγους και διαβουλεύσεις, τότε αντιλαμβάνεται κανείς ότι δεν ζούμε υπό καθεστώς διαβουλευτικής συνεργασίας, αλλά σε καθεστώς που ο ισχυρός επιβάλλει τη «βούλησή» του.
Το παλαιό σύστημα της ενημέρωσης ως ιδιωτικό καθεστώς ιδιοκτησίας ικανοποιεί τα ιδιωτικά συμφέροντά του και ταυτόχρονα επικαλείται τα αιτήματα του διαφωτισμού για ελευθερία της έκφρασης και της γνώμης.
Τα αιτήματα όμως αυτά δεν είναι παρά υποθηκευμένες εντολές και επιταγές του οικονομικού ιδιωτικού συστήματος.
Κανένας ελεύθερος πολίτης και κανένας ανεξάρτητος διανοούμενος δεν συνεργάστηκε με αυτά τα μέσα ενημέρωσης, επειδή ακριβώς οι διευθυντές τους ζητούσαν «πιστοποιητικά νομιμοφροσύνης».
Η αντινομία ανάμεσα στο ιδιωτικό καθεστώς ιδιοκτησίας και στον δημόσιο λόγο ελευθερίας της έκφρασης ενταφιάστηκε στη συνείδηση της κοινής γνώμης.
Οταν μιλάμε στην πολιτική φιλοσοφία για διαβούλευση και για διάλογο, εννοούμε ότι όλοι όσοι συμμετέχουν στο «παιχνίδι του λόγου» είναι ισότιμοι ομιλητές, χωρίς δεσμεύσεις και εξαρτήσεις, χωρίς φεουδαρχικές δομές και χωρίς λογοδοσία σε καθεστώτα ηγεμόνων.
Μπορούν και θέλουν επιτέλους όλοι οι ιδιοκτήτες της «ιδιωτικής τηλεόρασης» να αναστοχαστούν πάνω σε αυτή τη θεμελιώδη διαπίστωση: ως μέσα επικοινωνίας και ενημέρωσης δεν υπήρξαν ποτέ διαβουλευτικά.
Ο νέος νόμος που ισχύει όχι μόνον θα εφαρμόσει το νέο ιδιοκτησιακό καθεστώς, αλλά θα «κατασκευάσει» ως επικοινωνιακή δομή των μέσων μαζικής ενημέρωσης τη διαβουλευτική λογική.
Με αυτό τον τρόπο θα ανοίξει ο δρόμος για μία πραγματικά ελεύθερη τηλεόραση έπειτα από τριάντα χρόνια.
Η μείζων παθολογική συνθήκη της ιδιωτικής τηλεόρασης ήταν η εξάρτηση της επικοινωνιακής δομής της από το ιδιοκτησιακό καθεστώτος.
Με τον νέο νόμο στο σύστημα της ιδιωτικής τηλεόρασης επιχειρείται να λυθεί η αντίφαση ανάμεσα στην ιδιωτική επιχείρηση-εταιρεία και τη διαβουλευτική λογική του επικοινωνιακού μέσου, το οποίο είναι ο θεματοφύλακας της θεμελιώδους διαφωτιστικής αρχής της ελευθερίας της έκφρασης και κατά συνέπεια της διαμόρφωσης της κοινής γνώμης.
*καθηγητής Πολιτικής Φιλοσοφίας στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης

Δεν υπάρχουν σχόλια: