Εννα γυρίσουν οι τροσιοί τζι'έννα γελάσουν τζι'οι φτωσιοί
εφτάσαμεν εις το αμήν, εν σας ακούμε πιόν κανεί
Αμάν κάτω τούντο σύστημα, του πασσιά το σύστημα
κλέφκει ούλλον το ψουμίν, το σιτάριν, το μαντρίν
Έππεσεν ξηρασιά φέτη εν έβρεξεν πιον τίποτις
τζαι ο σπόρος παλε εν έπιασεν, ο σπόρος εν εβλάστησεν
Μα ο πασσιάς θέλει ππαράν, εν βλέπει το χωρκόν πεινά
Τζι'οι χωρκανοί πιάνουν κουσπίν, φκιάρκα, σωλήνες τζιαι σφυρίν
Τζιαι στου πασσιά παν την αυλήν τζιαι κόφκουν του την τζιεφαλήν
----------------------------------------
Με τούτον το σαράβαλλον με δανειτζιήν πεζίναν
Μιαν βόλταν στα βαθκιά τωρά τζ’ ό,τι εύχεσαι ξεκίνα
Με δίχα πολυτέλειες τζαι πολυκατοικίες
Δίχα πολλά-πολλά γιατί, να βρούμεν τες αιτίες
Μ’ όφτζαιρες πούντζιες τζαι χωρίς χρυσάφιν στα μανίτζια
Τζαι με ξαπόλυτα μαλλιά άγρια σαν τα φύτζια
Ακρογιαλιές τζαι δειλινά τον νουν μας επλανέψαν
Μες στα μυαλά βαρούν τα γκογκ τζ’ οι σύντροφοι εμαννέψαν
Τζ’ οι πολισμάνοι ήρτασιν τζαι ήβραν μας τουμάνιν
Της ηδονής την ώραν, ρε, κανένας εν συντυχάννει
Τι πάθος ατελείωτον που ένι το δικόν μου
Μα εν είμαι μόνος μου δαμαί, εν ούλλοι τούντου δρόμου
********************
Τζ΄ίντα τον θέλεις ρα πελλή εσού τον δασονόμο, να μπαίνει μες τον καβενέν με το βουρτζί στον ώμον
Τζ΄ίντα τον θέλεις ρα πελλή εσού τον δασονόμο, τζ΄εν παίρνεις ένα δάσκαλον για ένα δικηόρο
Του δικηόρου μάνα μου εν κομμένη η ποινή του, στην πίσσα τζαι στην χόγλαση μετρά την αμοιβή του
Τζαι του δασκάλου α μανα εν μαύρο το βλατζί του, απού τον σιηλλομπάσταρτον που ΄ν πας την τζεφαλή του.
Ο δασονόμος κόρη μου ήσυχος εν θα μείνει, εννα γυρίζει τα βουνά τες πυρκαγιές να σβήννει, να γίνεται ολόμουζος γι΄ανάμισι σελίνι
Οι δασονόμοι μάνα μου που το 35, επιάνναν τα πεντόλιρα τζαι ζούσαν σα λεβέντες.
Τζ΄ίντα τον θέλεις ρα πελλή εσού τον δασονόμο, να μπαίνει μες τον καβενέν με το βουρτζί στον ώμον
Τζ΄ίντα τον θέλεις ρα πελλή εσού τον δασονόμο, τζ΄εν παίρνεις ένα δάσκαλον για ένα δικηόρο
Του δικηόρου μάνα μου εν κομμένη η ποινή του, στην πίσσα τζαι στην χόγλαση μετρά την αμοιβή του
Τζαι του δασκάλου α μανα εν μαύρο το βλατζί του, απού τον σιηλλομπάσταρτον που ΄ν πας την τζεφαλή του.
Ο δασονόμος κόρη μου ήσυχος εν θα μείνει, εννα γυρίζει τα βουνά τες πυρκαγιές να σβήννει, να γίνεται ολόμουζος γι΄ανάμισι σελίνι
Οι δασονόμοι μάνα μου που το 35, επιάνναν τα πεντόλιρα τζαι ζούσαν σα λεβέντες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου