Στο Ανθρώπινο κτήνος ο Ζολά κεντρική ιδέα έχει την μέχρι τώρα επιβίωση ροπών και τάσεων του αρχέγονου κτήνους στον άνθρωπο. Το ανθρώπινο κτήνος δεν είναι κανένας από τους ήρωές του. Ούτε ο Ζακ, ούτε ο Ρουμπώ, ούτε ο Πεκέ. Ανθρώπινο κτήνος ονομάζει την κληρονομημένη αρχέγονη ροπή προς το έγκλημα. Και γενικότερα προς το κακό. Με λογική διασταλτική, ερμηνεία θα μπορούσαμε να πούμε, ότι ανθρώπινο κτήνος, ονομάζει ο συγγραφέας την αρχέγονη εγωκεντρική ροπή προς το κακό, που επιζεί στην ψυχή του ανθρώπου.
Η άγρια ζήλεια του Ρουμπώ, τον τυφλώνει και τον σπρώχνει στο φόνο χωρίς να λειτουργήσουν ούτε οι παραμικρές ηθικές αναστολές. Χρειάζεται ολόκληρο το εγώ του, από την ιδέα, ότι χαιρότανε πριν κι ένας άλλος τη γυναίκα του. Το «εγώ», την ήθελε, μοναδικό, δικό του όργανο ηδονής. Όργανο που ανήκε στην κυριότητά του. Το «κτήνος» είναι τόσο έτοιμο μέσα του, που δεν λειτουργούν αναστολές. Ο Μιζάρ σκοτώνει ψυχρά και αργά με το δηλητήριο. Η Φλώρα μέσα στο πάθος της σωριάζει μια στοίβα κουφάρια τυφλωμένη από το «κτήνος».
Ο Ζακ, ο πιο ολοκληρωμένος τύπος του μυθιστορήματος, ζει από παιδί με την κραυγή που βάζει μέσα του το κτήνος, να σκοτώσει μια γυναίκα. Ο Ζακ είναι άρρωστος και σκοτώνει. Οι άλλοι σκοτώνουν χωρίς την αιτιολογία της αρρώστιας. Τα εγκλήματα και τούτων, και κείνου, ο συγγραφέας, αφήνει να συμπεράνουμε, ότι ανάγονται σε έσχατη ανάλυση, στην ίδια αρχική ρίζα: στην επιταγή του αρχέγονου κτήνους, «του ανθρώπινου κτήνους», που από μυριάδες χρόνια ζει ακόμα στην ψυχή και ο πολιτισμός δεν κατόρθωσε να το σκοτώσει.
Μέσα στην ψυχή του Ζακ παλεύουν οι αντίρροπες δυνάμεις. Το κακό και το αγαθό. Η αμοραλιστική παρόρμηση του εγώ και η ηθική επιταγή του κοινωνικού ανθρώπου. Ο Ζακ δεν τραβάει αυτόματα στο έγκλημα. Παλεύει, αγωνίζεται, χρόνια ολόκληρα, να ξεφύγει τον εαυτό του, να απειθαρχίσει στην επιταγή του κτήνους. [...] Στις περιγραφές του Ζολά είναι αριστοτεχνικά ζωγραφισμένη η πάλη της προτρεπτικής και της αποτρεπτικής συνείδησης. Η σπαρακτική, απεγνωσμένη πάλη του ανθρώπου με τον εαυτό του τον ίδιο, που του ξεφεύγει σαν ένας άλλος άνθρωπος. [...] Ο Ζολά εικονίζει την πάλη του Ζακ με τον εαυτό του, με την αδυσώπητη φονική ροπή. Και γεννάει τον οίκτο του αναγνώστη, πλάι στην αηδία και στην αγανάκτηση. Κατορθώνει να τον περιβάλλει με την συγγνώμη που αποσπάται για τον άρρωστο. [...]
Στο Ανθρώπινο κτήνος οι ήρωες, έχουνε την επιταγή του κακού στην ψυχή και μήτε η αγωγή μήτε η μόρφωσή τους, είναι τέτοιοι που να μην αντιστρατεύονται στην κραυγή του κακού. Έτσι ο Ζολά, αν και πιστεύει την κραυγή του κακού [...] ισοδύναμη παρουσιάζει και την επίδραση του περιβάλλοντος. Ο Ψυχισμός των ηρώων του ανθρώπινου κτήνους είναι καθορισμένος από την κληρονομικότητα, αλλά και το περιβάλλον. Και η συμπεριφορά τους, το ίδιο. Οι βιολογικοί – υποκειμενικοί όροι της εποχής συνεργούν (νατουραλιστικός ρεαλισμός). Όλοι οι ήρωες κατάγονται από αμόρφωτους γονείς, έχουν ανατραφεί σε οικογενειακό περιβάλλον κακό, η μόρφωσή τους είναι ανύπαρκτη, και οι συνθήκες της ζωής τους είναι πενιχρές. Οι όροι αυτοί ευνοούν την κακή κληρονομικότητά τους να καρποφορήσει.
Αυτή τη ζοφερή πλευρά της ανθρώπινης ψυχής ζωγραφίζει μ’ ενέργεια συγκλονιστική ο Ζολά στο Ανθρώπινο κτήνος. Έχει και αυτό απαράμιλλες περιγραφικές αρετές, σφριγώδη ζωντάνια, και αγάπη στον άνθρωπο, στον άνθρωπο σαν πλάσμα της φύσης, σταυρωμένο στις έμφυτες βιολογικές του αδυναμίες. [...]
Από το προλογικό σημείωμα του Στάθη Πρωταίου
στο βιβλίο των εκδόσεων Δαμιανός
Το ανθρώπινο κτήνος
1938 ‧ 1 ώ. 49 λ.
Ημερομηνία κυκλοφορίας στο σινεμά: 23 Δεκεμβρίου 1938 (Γαλλία)
Σκηνοθέτης: Ζαν Ρενουάρ
Σύνθεση μουσικής: Joseph Kosma
Όταν το τρένο των αδερφών Lumière φτάνει στο σιδηροδρομικό σταθμό της Ciotat (L’arrivée d’un train à la Ciotat, 1895) και ο κινηματογράφος εισβάλλει αμετάκλητα στη ζωή μας, μία ακόμη σινέ διαδρομή αρχίζει: από την πρώτη γουέστερν ληστεία του Edwin S. Porter με θύμα ένα Great Train (The Great Train Robbery, 1903) και τον αξέχαστο (The General, 1927) Buster Keaton κυνηγώντας τις μεγάλες αγάπες της ζωής του, ο κλειστός χώρος ενός βαγονιού, η γοητεία μιας ατμομηχανής, η ταχύτητα, συντονίζονται με τους ρυθμούς της σκοτεινής αίθουσας. Ποιος, όμως, από τους επιβάτες της διαδρομής Χάβρη-Παρίσι θα μπορούσε να φανταστεί ότι ο μηχανοδηγός του τρένου δεν ήταν άλλος από τον μεγάλο σταρ της εποχής Jean Gabin που μαζί με τον Julien Carette εκπαιδεύονται για τις ανάγκες του... Ανθρώπινου Κτήνους;
Το 1938 με το Front Populaire να αποτυγχάνει, τον Β` Παγκόσμιο Πόλεμο να πλησιάζει, η επιλογή του νατουραλιστή Zola και του σκοτεινού La Bête Humaine προσθέτει μία ακόμη ταινία-σταθμό στην αξιοζήλευτη συλλογή του Jean Renoir. Προσπαθώντας να μείνει πιστός στην ατμόσφαιρα του βιβλίου και όχι στην εξωτερική φόρμα, την ακριβή πλοκή του βιβλίου, ο σκηνοθέτης μεταφέρει την ιστορία των πρωταγωνιστών από το 1869 στο σύγχρονο της εποχής 1938 και εστιάζει το φακό του στην ιστορία τριών προσώπων: ο Roubaud (Fernand Ledoux) σκοτώνει έναν άνδρα προερχόμενο από το παρελθόν της συζύγου του Séverine (Simone Simon). Ο μόνος μάρτυρας του φόνου Jacques Lantier (Jean Gabin) αποφασίζει να μην τους καταδώσει και από εκείνη τη στιγμή ένα εκτός νόρμας ερωτικό πάθος συνδέει τον Jacques και την Séverine.
Χωρίς τις πολιτικές αναφορές του La vie est à nous, το χιούμορ της Μεγάλης Χίμαιρας, την ελπίδα του Εγκλήματος του Κυρίου Λανζ, το Ανθρώπινο Κτήνος παίρνει τραγικές διαστάσεις και σύμφωνα με το σκηνοθέτη:το «La Bête Humaine του Zola συναντά απο αυτή την άποψη (εκείνη του πεπρωμένου) τα μεγάλα κείμενα των Ελλήνων τραγικών. Ο Jacques Lantier, ένας απλός μηχανικός του σιδηροδρόμου θα μπορούσε να ανήκει στην οικογένεια των Ατρειδών». O Lantier φέρει το μοιραίο στο αίμα του, είναι καταδικασμένος στον κληρονομικό αλκοολισμό, στη δύναμη που τον εμποδίζει αλλά και τον σπρώχνει στον φόνο. Όσο για την ένοχη αγάπη της Séverine, με την επιμονή του Renoir να κρατήσει την Simone Simon για λίγο μακριά από το Χόλυγουντ, η μοιραία γυναίκα, η vamp ερωμένη βρίσκει στο πρόσωπο της Cat People (Jacques Tourneur, 1942) την ιδανική ερμηνεύτρια.
Μόνο που το ταλέντο του Jean Renoir δεν περιορίζεται στη διήγηση της τραγικής ιστορίας. Το Ανθρώπινο Κτήνος αναπαριστά με ακρίβεια την καθημερινότητα της ζωής των σιδηροδρομικών της εποχής, συνθέτει ακόμη ένα πορτρέτο της τότε κοινωνίας δίνοντας πάντα προσοχή στην αισθητική αρτιότητα. Αυτή τη φορά δεν σκοτεινιάζει μόνο η διάθεση αλλά και το κινηματογραφικό κάδρο: γύρισμα συχνά τη νύχτα και το σκούρο των δύσκολων καιρών να κυριαρχεί. Θα μπορούσαμε ακόμη να προσθέσουμε την παρουσία του δυαδικού: το φιλμ ξεκινά και τελειώνει με σιδηροδρομικές σεκάνς, μετράμε δύο φόνους καθώς και δύο απόπειρες, ενώ η αιώνια συνύπαρξη του καλού και του κακού στον ίδιο γεννετικό κωδικό είναι μεν παρούσα αλλά χωρίς να πέφτει στην παγίδα των σινε-κλισέ. Αν δε προσθέσουμε την για πολλούς καλύτερη ερμηνεία στην καριέρα του Jean Gabin, τότε μπορούμε να μιλάμε για έναν ακόμη Renoir κλασικό κι αγαπημένο.
Βαθμολογία: (8,5/10)
Βίκυ Δήμου
Κριτική από το Cine.gr:
Όταν το τρένο των αδερφών Lumière φτάνει στο σιδηροδρομικό σταθμό της Ciotat (L’arrivée d’un train à la Ciotat, 1895) και ο κινηματογράφος εισβάλλει αμετάκλητα στη ζωή μας, μία ακόμη σινέ διαδρομή αρχίζει: από την πρώτη γουέστερν ληστεία του Edwin S. Porter με θύμα ένα Great Train (The Great Train Robbery, 1903) και τον αξέχαστο (The General, 1927) Buster Keaton κυνηγώντας τις μεγάλες αγάπες της ζωής του, ο κλειστός χώρος ενός βαγονιού, η γοητεία μιας ατμομηχανής, η ταχύτητα, συντονίζονται με τους ρυθμούς της σκοτεινής αίθουσας. Ποιος, όμως, από τους επιβάτες της διαδρομής Χάβρη-Παρίσι θα μπορούσε να φανταστεί ότι ο μηχανοδηγός του τρένου δεν ήταν άλλος από τον μεγάλο σταρ της εποχής Jean Gabin που μαζί με τον Julien Carette εκπαιδεύονται για τις ανάγκες του... Ανθρώπινου Κτήνους;
Το 1938 με το Front Populaire να αποτυγχάνει, τον Β` Παγκόσμιο Πόλεμο να πλησιάζει, η επιλογή του νατουραλιστή Zola και του σκοτεινού La Bête Humaine προσθέτει μία ακόμη ταινία-σταθμό στην αξιοζήλευτη συλλογή του Jean Renoir. Προσπαθώντας να μείνει πιστός στην ατμόσφαιρα του βιβλίου και όχι στην εξωτερική φόρμα, την ακριβή πλοκή του βιβλίου, ο σκηνοθέτης μεταφέρει την ιστορία των πρωταγωνιστών από το 1869 στο σύγχρονο της εποχής 1938 και εστιάζει το φακό του στην ιστορία τριών προσώπων: ο Roubaud (Fernand Ledoux) σκοτώνει έναν άνδρα προερχόμενο από το παρελθόν της συζύγου του Séverine (Simone Simon). Ο μόνος μάρτυρας του φόνου Jacques Lantier (Jean Gabin) αποφασίζει να μην τους καταδώσει και από εκείνη τη στιγμή ένα εκτός νόρμας ερωτικό πάθος συνδέει τον Jacques και την Séverine.
Χωρίς τις πολιτικές αναφορές του La vie est à nous, το χιούμορ της Μεγάλης Χίμαιρας, την ελπίδα του Εγκλήματος του Κυρίου Λανζ, το Ανθρώπινο Κτήνος παίρνει τραγικές διαστάσεις και σύμφωνα με το σκηνοθέτη:το «La Bête Humaine του Zola συναντά απο αυτή την άποψη (εκείνη του πεπρωμένου) τα μεγάλα κείμενα των Ελλήνων τραγικών. Ο Jacques Lantier, ένας απλός μηχανικός του σιδηροδρόμου θα μπορούσε να ανήκει στην οικογένεια των Ατρειδών». O Lantier φέρει το μοιραίο στο αίμα του, είναι καταδικασμένος στον κληρονομικό αλκοολισμό, στη δύναμη που τον εμποδίζει αλλά και τον σπρώχνει στον φόνο. Όσο για την ένοχη αγάπη της Séverine, με την επιμονή του Renoir να κρατήσει την Simone Simon για λίγο μακριά από το Χόλυγουντ, η μοιραία γυναίκα, η vamp ερωμένη βρίσκει στο πρόσωπο της Cat People (Jacques Tourneur, 1942) την ιδανική ερμηνεύτρια.
Μόνο που το ταλέντο του Jean Renoir δεν περιορίζεται στη διήγηση της τραγικής ιστορίας. Το Ανθρώπινο Κτήνος αναπαριστά με ακρίβεια την καθημερινότητα της ζωής των σιδηροδρομικών της εποχής, συνθέτει ακόμη ένα πορτρέτο της τότε κοινωνίας δίνοντας πάντα προσοχή στην αισθητική αρτιότητα. Αυτή τη φορά δεν σκοτεινιάζει μόνο η διάθεση αλλά και το κινηματογραφικό κάδρο: γύρισμα συχνά τη νύχτα και το σκούρο των δύσκολων καιρών να κυριαρχεί. Θα μπορούσαμε ακόμη να προσθέσουμε την παρουσία του δυαδικού: το φιλμ ξεκινά και τελειώνει με σιδηροδρομικές σεκάνς, μετράμε δύο φόνους καθώς και δύο απόπειρες, ενώ η αιώνια συνύπαρξη του καλού και του κακού στον ίδιο γεννετικό κωδικό είναι μεν παρούσα αλλά χωρίς να πέφτει στην παγίδα των σινε-κλισέ. Αν δε προσθέσουμε την για πολλούς καλύτερη ερμηνεία στην καριέρα του Jean Gabin, τότε μπορούμε να μιλάμε για έναν ακόμη Renoir κλασικό κι αγαπημένο.
Βαθμολογία: (8,5/10)
Βίκυ Δήμου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου