Πολύβιου Δημητρακόπουλου*
"Αι δύο Διαθήκαι"
[Ολόκληρο (σε συνέχειες) το κείμενο ενός σπινθηροβόλου πνεύματος,
η επικαιρότητα του οποίου αναδεικνύεται όλο και πιο πολύ στις μέρες μας,
εποχή έντονου εξυπνακισμού , αλλά απουσίας ουσιαστικού κριτικού και σατιρικού λόγου...]
[* 1. Πολύβιος Δημητρακόπουλος - Βικιπαίδεια
ΜΕΡΟΣ Α'.
ΔIΑ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟΝ
Η ΧΡΥΣΗ ΔΙΑΘΗΚΗ
(6)
100
Φοβού τους όνυχας και ρόδα φέροντας.
Β'.
101
Δύναται και η ουρά σου ν' απαστράπτη εις τον ήλιον, και το στέμμα σου
να θαυμάζεται· εφ' όσον έτι δεν ελάλησες, δεν έδειξες τι πετεινός
είσαι.
102
Οσάκις συναντήσης σοφόν καθ' οδόν, σταμάτησέ τον και ερώτα:
Τι προετίμας, ω σοφέ; να σου δώσω 100 χιλιάδας νέων δραχμών, ή να σου
εμπνεύσω 100 χιλιάδας νέων ιδεών; Ή ακόμη τι προετίμας; να
εσφετερίζεσο έν εκατομμύριον δραχμών από ένα τραπεζίτην, ή έν
εκατομμύριον ξένων ιδεών από ένα φιλόσοφον, με την βεβαιότητα, ότι
δεν θα σε εννοήση κανείς;. . . . Μη λαμβάνης τον κόπον ν' απαντήσης,
διότι την απάντησίν σου την μαντεύω· ποσάκις δεν επώλησες ιδέας αντί
δραχμών, και ποσάκις δεν παρεκάλεσες τον Θεόν, ίνα σου εμβάλη εις την
κεφαλήν εκατομμύρια ιδεών, διά να τας πωλήσης αντί ολίγων δεκάδων
δραχμών, αφού δεν έστερξεν εις τας ικεσίας σου, ίνα εμβάλη εις τα
θηλάκιά σου εκατομμύρια δραχμών, και να μη σου αφήση εις την κεφαλήν
ουδεμίαν άλλην ιδέαν, ειμή την ιδέαν μόνον. . . .ότι είσαι
εκατομμυριούχος! Βλέπεις λοιπόν, ω σοφέ, αυτό το χαρτονόμισμα το
ξεσχισμένον, το λερωμένον, το βρωμερόν; η βρώμα του αποτελεί το
ελιξίριον της μακροβιότητος και της αθανασίας· πολλοί εβλάβησαν από
χρήσιν βρωμερών βιβλίων, από χρήσιν όμως βρωμερών χαρτονομισμάτων
ουδείς. Με τούτο ημπορείς, όσον κτήνος και αν ήσαι, να εγείρης ένα
ανδριάντα εις την γελοίαν ύπαρξίν σου, να τον ίδης ζων τοποθετούμενον
εις το άκρον μιας οδού, φερούσης το όνομά σου, και να διαιωνίσης διά
του λίθου ξύλινον ον, μεταξύ του οποίου και σού η μόνη διαφορά
υπάρχει, ότι το ξύλον επλήρωνε και ανηγείρετο ο λίθος!
103
Το Μεγαλείον έχει όρια, πέραν των οποίων, ή γελοίον αποβαίνει, ή
ειδεχθές.
104
Εξέλεγχε πάντοτε την Αιδώ· ομοιάζει με τα πολύτιμα προσόντα· όσω
μάλλον εκλείπει, τόσον και πολλαπλασιάζεται η α π ο μ ί μ η σ ι ς
της.
105 Η φύσις κατέχει και τα αντίδοτα όλων των δηλητηρίων της· το δυστύχημα όμως είνε, ότι είνε δύσκολος η ανεύρεσις αυτών. 106 Μέγας νους μετά μεγάλης καρδίας, ανέρχεται μέχρι της Αρετής διά να την φθάση. Μέγας νους μετά μικράς καρδίας, ανέρχεται μέχρι της Αρετής· διά να την κρημνίση. Μικρός νους μετά μεγάλης καρδίας, καταβιβάζει την Αρετήν μέχρις εαυτού διά να την φθάση. Μικρός νους μετά μικράς καρδίας, καταβιβάζει την Αρετήν μέχρις εαυτού διά να την συντρίψη. 107 Θέλεις να κρίνης την εργασίαν του άλλου ασφαλέστερον; δοκίμασε πρώτον αν ημπορής να την κάμης, και ερώτησε τον εαυτόν σου διατί δεν την έκαμες. 108 Μη δίδης ποτέ πίστιν εις τα χρώματα· και τα δηλητήρια ανθούσιν, αλλά τα άνθη των φονεύουσι ταχύτερον. 109 Ουδέποτε θα δυνηθής να εννοήσης και τούτο· πώς υπάρχουν άνθρωποι αναμιγνυόμενοι εις ξένα όνειρα, μολονότι δεν εξώφλησαν ακόμη με τα ιδικά των. 110 Ποτέ μη λέγης τι είσαι· δεν θα σε πιστεύση κανείς, ουδ' εάν κατηγορήσης σεαυτόν. Ο κόσμος τείνει εις το να έχη συνήθως περί σου πολύ διάφορον ιδέαν της ιδικής σου. 111 Όταν αγαπήσης και ανταγαπηθής, ερώτησε τον εαυτόν σου: — Τι πλειότερον εγνώρισε και απήλαυσεν ο Μαθουσάλας από το έντομον εκείνο, το καλούμενον Εφήμερον, του οποίου ο βίος άρχεται με την ανατολήν του ηλίου και εκλείπτει με την δύσιν του; 112
Όταν σε πάρη ο κατήφορος, και εις τον Παράδεισον αν ταξειδεύσης, θ' ακούσης περισσοτέρας κακολογίας επανερχόμενος, παρ' όσας θα ήκουες εάν εταξείδευες εις αυτήν την Κόλασιν. 113 Το μεγαλείτερον ελάττωμα είνε η προσπάθεια προς απόκρυψιν ενός ελαττώματος· αντί ν' αλλάξης όψιν, παρουσιάζεις αυτήν με έν ελάττωμα επί πλέον. 114 Και το γελοίον έχει όρια, πέραν των οποίων αποβαίνει συμπαθές. 115 Η γυνή ορκιζομένη, θάπτει ζώντας και εκθάπτει νεκρούς μετά τοσαύτης ευκολίας, ώστε ο έρως δι' αυτήν καταντά νεκροθάπτης αυτόχρημα. 116 Μη θαυμάζης τον ταώ· έχει χρυσάς πτέρυγας, αλλά μυαουρίζει ως η γάτα· προτίμησε την γάταν, η οποία δεν μιμείται κανέν άλλο ζώον. 117 Ο ενθουσιασμός είνε σύμπτωμα, μαρτυρούν αναβίωσιν και αναγέννησιν. 118 Ο Γολγοθάς της Τέχνης έχει δυο ατραπούς, οδηγούσας εις την αυτήν κορυφήν· από την μίαν ανέρχονται διά να σταυρωθούν, κι από την άλλην διά να πάρουν τον αέρα των· και συμβαίνει συνήθως οι μεν πρώτοι να σταυρούνται, οι δε δεύτεροι να φαίνωνται εις τον κόσμον περιβεβλημένοι την αίγλην του αγίου Πνεύματος και τον στέφανον του μαρτυρίου. 119 Αγάπα τα άνθη· είνε το σιωπηλόν και άγραφον ευαγγέλιον της φύσεως. 120 Δεν υπάρχει θέσις οικτροτέρα δι' ένα άνδρα, από το πλευρόν γυναικός, παρ' ης δανείζεται το όνομά του, έστω και αν λέγεται «ο σύζυγος της Βασιλίσσης». Όταν του απονέμεις τον τίτλον του είνε ωσάν να λέγης εις τους άλλους: « — Ησυχάσετε, δεν είνε κ α ν ε ί ς.»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου