Πολύβιου Δημητρακόπουλου*
"Αι δύο Διαθήκαι"
[Ολόκληρο (σε συνέχειες) το κείμενο ενός σπινθηροβόλου πνεύματος,
η επικαιρότητα του οποίου αναδεικνύεται όλο και πιο πολύ στις μέρες μας,
εποχή έντονου εξυπνακισμού , αλλά απουσίας ουσιαστικού κριτικού και σατιρικού λόγου...]
[* 1. Πολύβιος Δημητρακόπουλος - Βικιπαίδεια
ΜΕΡΟΣ Α'.
ΔIΑ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟΝ
Η ΧΡΥΣΗ ΔΙΑΘΗΚΗ
(3)
45
Μη παραδεχθής ποτέ ότι η ιστορία διδάσκει· είνε ανόητος ιδέα. Εάν η
ιστορία εδίδασκε, δεν θα ήτον η μία σελίς της αντιγραφή της άλλης.
46
Το παρελθόν είνε κτήμα των παρελθόντων, και το μέλλον είνε κτήμα των
μελλόντων. Το παρόν μόνον είνε ιδικόν σου, εφ' όσον δε έχεις αγρόν
καλλιεργήσιμον, είνε ανοησία να χάνης τον καιρόν σου καταπατών
αγρούς, ανήκοντας εις άλλους.
47
Όταν ακούης αλήθειαν, ήτις, μόλις προφερομένη, αναγνωρίζεται παρ'
όλων, έσο βέβαιος, ότι δεν είνε προωρισμένη να εξασκήση μεγάλην
επιρροήν επί της τύχης της ανθρωπότητος.
48
Μη φοβηθής ποτέ την ειμαρμένην είνε η μάλλον θρασύδειλος θεότης, εξ
όσων εφιλοξένησεν ο ουρανός, ή συνέλαβεν η ανθρωπίνη φαντασία.
Επιτίθεται κατά της αδυναμίας και της δειλίας, και υποχωρεί προ της
δυνάμεως και του θράσους. Η αυθάδεια την καταπλήττει και την τρέπει
εις φυγήν. Ομοιάζει με τον θρασύδειλον κύνα, όστις σου επιτίθεται
άνευ λόγου, αρκεί δε μόνον να προσποιηθής, ότι κύπτεις ίνα λάβης
λίθον εκ της γης, διά να φύγη ουρλιαζόμενος.
49
Προσευχήθητι και οργίασε κατόπιν, διά να εννοήσης τι εστι προσευχή·
οργίασε και προσευχήθητι, διά να εννοήσης τι εστι όργιον.
50
Ουδέποτε ν' αμφιβάλης, ότι η αύριον δεν βραδύνει επί πολύ διά τα
έθνη, τα προωρισμένα να ζήσουν.
51
Μη αποπειραθής ματαίως ν' ανακαλύψης το μυστήριον της Δόξης· είνε
φίλτρον μαγικόν, το οποίον άλλοτε παρασκευάζεται με τα ακριβώτερα
βότανα, και άλλοτε με καθαρό νερό.
52
Απόφευγε την πρώτην λέξιν και επιφύλασσε πάντοτε δια τον εαυτόν σου
την τελευταίαν· ουδέποτε δε να λαλής πριν εξημερώση, όσον και αν ήσαι
βέβαιος ότι και τούτο θα γίνη.
53
Υποπτεύου πάντοτε τον θόρυβον· πίθος πλήρης ουδέποτε θορυβεί· ο
κενός, ορχήστρα ολόκληρος.
54
Μη εμπιστεύεσαι εις την όρασιν του ανθρώπου· σπανιώτατα
αντιλαμβάνεται όπως βλέπει· συνηθέστατα βλέπει όπως αντιλαμβάνεται.
55
Ουδέποτε προς μέτρησιν της ηθικής του άλλου να μεταχειρισθής την
ιδικήν σου· διότι τόσω μείζονα εμπιστοσύνην έχεις εις το μέτρον σου
τούτο, όσω περισσότερον τυγχάνει βεβλαμμένον και ελλειπές.
56
Η ψυχή της μεγάλης τέχνης δεν είνε όγκος, όστις δύναται να προσπέση
εις τας αισθήσεις σου ευθύς αμέσως· είνε έν σημείον ελάχιστον· σου
διέφυγε το σημείον αυτό; σου διέφυγεν ολόκληρος η ψυχή της· δεν
ενόησες τίποτε.
57
Ξεύρεις; αι γυναίκες κλαίουν συνήθως, αλλά μη δίδης εις τούτο
προσοχήν πάντοτε. Εάν οι κροκόδειλοι εγνώριζον πώς κλαίουν αι
γυναίκες, βλέποντες κανένα κλαίοντα μεταξύ αυτών, θα έλεγον προς
χλευασμόν του:
— Κύτταξε! αυτός ο κροκόδειλος κλαίει σαν γυναίκα.
58
Μη εμπιστεύεσαι εις τας χείρας, όσον επιμελώς και αν εκαθαρίσθησαν
από μιας κηλίδος·
έφτιασε και το λελέκι
άλλην μια φωληάν παρέκει,
μα δεν πρόφθασε να μείνη
και τη λέρωσε κ' εκείνη!
59
Ν' αγαπήσης άπαξ, είνε αίσθημα· ν' αγαπήσης δις, είνε τέχνη· ν'
αγαπήσης τρις, είνε έξις· τετράκις, ανισορροπία· και πέραν; — ω θεέ
μου!. . .
60
Υπάρχουσι καταπλήξεις, υπάρχουσι κεραυνοβόλα θεάματα, προ των οποίων
δύνασαι να βάλης ένα στεναγμόν. Αλλ' υπάρχουσι και κεραυνοί, οίτινες
σε μεταβάλλουσιν εν ακαρεί εις ψυχρόν και αναίσθητον αυτόματον,
αφαιρούντες εν τέλει και αυτού του άλγους την συναίσθησιν. Το πνεύμα
παύει τότε λειτουργούν, η δε καρδία μεταπίπτει διά της
υπερευαισθησίας εις την εντελή αναισθησίαν. Τη αληθεία όμως, η
τοιαύτη ακαριαία άμβλυνσις του αισθητικού, αποτελεί μεγίστην
ευεργεσίαν εκ μέρους της φύσεως, αποτελεί ασπίδα ισχυράν κατά των
υπολοίπων πληγών, ας δύναται να καταφέρη· εξακολούθητικώς ο αγρίως
διεγερθείς περιβάλλων σε κόσμος, και κηρύξας αμείλικτον πόλεμον κατά
του περιβαλλομένου εν σοι. Εις την περίστασιν ταύτην, η αναισθησία
είνε αληθής ηρωισμός.
61
Τρέμε, δυστυχή, τον ηθικόν θάνατον· είνε τόσον τρομερώτερος του
φυσικού, ώστε η ανάστασις των ζώντων είνε έργον πολύ μεγαλείτερον από
την ανάστασιν των νεκρών· εάν εδοξάσθη ο Ιησούς, εδοξάσθη μόνον διά
το πρώτον.
62
Αληθώς η δυσκολωτέρα γνώσις, είνε η γνώσις σεαυτού.
Νομίζω μάλιστα, ότι εν όλω τω δικαίω του ηδύνατο να θεωρηθή ως
μεγαλοφυής και ο μωρός ακόμη εκείνος, όστις θα εξύπνα μίαν πρωίαν και
θα έλεγεν εις τον υπηρέτην του:
— Φίλε μου, σε αποβάλλω της υπηρεσίας μου, διότι, διά να υπηρετής
άνθρωπον σαν εμέ, ή πολύ ανόητος πρέπει να ήσαι, ή πολύ αχρείος!
63
Η καρδία· μέλος των εντοσθίων σου, αιωνίως αιχμάλωτον, σύρον μόνον
σε, και συρόμενον από όλους τους άλλους.
64
Ο Θεός· το ηθικόν στήριγμα της συνειδήσεώς σου, παρά του οποίου
σπανίως ζητείς συγγνώμην διά την χθες, πάντοτε όμως αναθέτεις εις
αυτόν την φροντίδα της αύριον. Με την σήμερον, ο Θεός δεν έχει
καμμίαν σχέσιν.
65
Όταν συναντάς έρωτα πολύ θερμόν και ολίγον ειλικρινή, να του
συμβουλεύης ψυχρολουσίας και νοσοκομείον.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου