Πολύβιου Δημητρακόπουλου*
"Αι δύο Διαθήκαι"
[Ολόκληρο (σε συνέχειες) το κείμενο ενός σπινθηροβόλου πνεύματος,
η επικαιρότητα του οποίου αναδεικνύεται όλο και πιο πολύ στις μέρες μας,
εποχή έντονου εξυπνακισμού , αλλά απουσίας ουσιαστικού κριτικού και σατιρικού λόγου.
Σεβαστήκαμε την προσωπική ορθογραφία του συγγραφέα...]
Σεβαστήκαμε την προσωπική ορθογραφία του συγγραφέα...]
[* 1. Πολύβιος Δημητρακόπουλος - Βικιπαίδεια
ΜΕΡΟΣ Α'.
ΔIΑ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟΝ
Η ΧΡΥΣΗ ΔΙΑΘΗΚΗ
(7)
121 Μεσονύκτιον· η τελευταία θωπεία της χθες, και το πρώτον ράπισμα της αύριον. 122 Μη πιστεύσης ποτέ, ότι η καρδία δεν έχει και ολίγον πνεύμα· το πνεύμα όμως είνε ανηλεές· δεν έχει ούτε ίχνος καρδίας. 123 Αλλοίμονον εις εκείνον, όστις εσυνείθισε να βλέπη όλα τα πράγματα ανάποδα· θα καταγγείλη επί εσχάτη προδοσία κατά της φύσεως και τον εαυτόν του ακόμη, όταν αποφασίση να εννοήση, ότι περιπατεί με την κεφαλήν άνω και με τους πόδας κάτω. 124 Απόφευγε την αυταπάτην· είνε η οικτροτέρα κωμωδία της ανθρωπίνης ψυχής. 125 Ο έρως ή αιθήρ θα ήνε, ή βόρβορος. 126 Εις τον κόσμον αυτόν ουδέποτε θα εννοήσης διατί υπάρχουν τόσα πράγματα απαίσια, περιβαλλόμενα με το αισιώτερον κάλυμμα. Και ακόμη δεν θα εννοήσης, διατί ο ήλιος αντανακλάται και εις τον βόρβορον ούτε διατί ο βόρβορος αποξηραινόμενος, ανέρχεται ως κονιορτός μέχρι του αιθέρος. Και δεν θα εννοήσης ακόμη, ούτε το δάκρυ της χαράς, ούτε το μειδίαμα της λύπης· ούτε την διαφοράν του στεναγμού της οδύνης από του στεναγμού της ηδονής. Και δεν θα εννοήσης, ούτε διατί η φύσις αποδεικνύεται ενιατού και προς εαυτήν ανειλικρινής και ψευδομένη· παρουσιάζει ζώα με μοναδικήν υπόστασιν και ανθρώπους με διπλήν· σε θωπεύουν διά του βλέμματος, καθ' ην στιγμήν διά της ψυχής των σε καταξεσχίζουν· ωκεανούς, υπό την λείαν των οποίων και χαρίεσσαν επιφάνειαν, κρύπτεται μαύρη άβυσσος με μυρίους θανάτους. 127 Ολόκληρος ο βίος είνε έν όνειρον, από το οποίον αφυπνιζόμεθα, όταν πίπτωμεν ίνα κοιμηθώμεν διά παντός.
137 Μη επικαλεσθής ματαίως την ψυχράν λογικήν, όπου η ψυχή σου θα λαλήση ευγλώττως· δεν θα σε υπακούση. 138 Εκ της χαράς του άλλου, προσθέτεις εις την λύπην σου λύπην και εκ της λύπης του άλλου, εις την λύπην σου χαράν. 139 Όσω στον κόσμον βλέπωμεν ποδόγυρον, κι' όσω ακόμη έχωμεν πατρίδα, το ράσσον δεν θα φτιάνη τον καλόγηρον, ούτε τον μασκαράν η προσωπίδα. 140 Απόφευγε τους εμπόρους των μεγάλων εκδουλεύσεων· είνε λαθρέμποροι δηλητηρίων. 141 Μάθε και κατά τι διαφέρει η γυνή της γάτας: ότι η μεν γάτα είνε γυνή με ουράν, η δε γυνή, γάτα χωρίς ουράν. 142 Η σήμερον είνε μία σφην μεταξύ της χθες και της αύριον· είνε δηλαδή μία στιγμή ελαχίστη, μεταξύ δύο απείρων. 143 Η ηθική δύναμις, αφ' ης εκπηγάζει και εξαρτάται το μεγαλείον, είνε τι ένθεον, εδρεύον εν τη ψυχή, και απολύτως ανεξάρτητον των μέσων, άτινα ο εξωτερικός κόσμος διαθέτει προς την ανάπτυξιν και την δράσιν του. 144 Δύο, αντιθέτου φύσεως όντα, δεν στρέφονται όπισθέν των· ο λύκος και ο αθώος άνθρωπος. Θέλεις να πλήξης επιτυχέστερον; ελθέ εκ των νώτων. 145 Όσω μάλλον πεπωρωμένη είνε μία καρδία, τοσούτον και ιλιγγιά προ της ιδέας του θανάτου· θα έλεγέ τις, ότι φοβείται μήπως ο θάνατος αποσβέση το αίσχος της. 146
Ολιγώτερον φαίνεσαι, ολιγώτερον υβρίζεσαι· είς φιλικός χαιρετισμός, ισοδυναμεί πολλάκις προς δέκα εχθρικάς ύβρεις. 147 Η τύχη σου είνε έργον των χειρών σου· εάν δε συμβαίνη να λαμβάνη ταχυτέραν ή βραδυτέραν φοράν, τούτο δεν είνε συμπτωματικόν· εξαρτάται από μυρίας συγκεκριμένας αιτίας, απορρεούσας και ταύτας συνήθως εκ της ιδίας θελήσεώς σου. 148 Η Ειρήνη είνε το ιλαρόν προσωπείον του Πολέμου· ο Πόλεμος, το τραγικόν προσωπείον της Ειρήνης. 149 Οι μάρτυρες της ιδέας είνε κατά το μάλλον και ήττον ισότιμοι· αδιάφορον ποία υπήρξεν η ιδέα των και ποία η επί της ανθρωπότητος επιρροή της. 150 Όταν ίδης σύζυγον, ανησυχούντα διά την πίστιν της γυναικός του, λάλησε εις το ους του: — Ηλίθιε! θέλεις να κοιμάσαι ήσυχος; αφαίρεσε ολίγα πτερά από το καπελλίνον της συζύγου σου, και πρόσθεσε τα εις την ψυχήν της. 151 Ούτε ο ήλιος τυφλώνει ταχύτερον τους οφθαλμούς σου, από την λάμψιν, την οποίαν διαβλέπεις εις τον εαυτόν σου. 152 Τα έθνη δεν φονεύονται, ούτε διά της πείνης, ούτε διά των χρεωκοπιών, ούτε διά της ήττης· φονεύονται διά της ιδέας. 153 Είνε παράδοξος ο έρως, πολύ παράδοξος κατάστασις· μεταφέρει τον άνθρωπον ακαριαίως εκ της περιωπής του αγγέλου εις την του θηρίου· κάλλιον ειπείν, συγχέει τας δύο ταύτας ιδιότητας εις βαθμόν ακατανόητον και επικίνδυνον· προξενεί λύπην και χαίρει· ενίοτε προξενών χαράν, ευρίσκει ηδονήν μη συμμεριζόμενος αυτήν· πολλάκις δημιουργεί μόνος την δυστυχίαν, και άλλοτε κενώει την κύλικα της ευδαιμονίας μέχρι πυθμένος, μόνον και μόνον, όπως αναζητήση εν αυτή την μυστηριώδη κόκον της δυστυχίας. Είνε είς περιπλανώμενος παράφρων, όστις ουδέν άλλο ζητεί, ή την εξόντωσιν εαυτού διά παντός μέσου, και ούτινος η γη της επαγγελίας είνε συνήθως το πλησιέστερον νεκροταφείον.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου