Οι θύρες
Κρούω και τούτη τη θύρα.
Ο σιωπηλός θυρωρός υποκλίνεται,
τραβώντας το μάνταλο πρόθυμος.
Και πίσω μου πάλιν ακούγεται
ο τελευταίος ασπασμός των θυρόφυλλων.
Κι' άλλη μια θύρα, κι' ακόμα μιαν άλλη.
Το ίδιο ανοίγονται πρόθυμα,
το ίδιο στριγγλίζει το μετάλλινο φίλημα.
Πόσες θύρες νάχω τάχα περάσει
στον απέραντο τούτο διάδρομο;
Πόσα φράγματα εγκάρσια,
στην επάλληλη διαδοχή τους,
έκλεισαν πίσω μου;
Οι γυμνοί τοίχοι παράλληλοι τρίβουν
την παγωμένη τους ράχη
στης ανοιχτής μου παλάμης το ψάξιμο.
Κρυώνω. Και χτυπώ την επόμενη θύρα.
Κρυώνω. Και χτυπώ την επόμενη.
«Τῷ κρούοντι ανοιγήσεται».
Όμως δεν αρκεί
της θύρας μονάχα το χτύπημα.
Δεν αρκεί του σιωπηλού θυρωρού
η πρόθυμη υπόκλιση.
Γιώργος Βαφόπουλος, "Το δάπεδο και άλλα ποιήματα",1951.
Anne Sexton
(1928-1974)
Locked Doors
For the angels who inhabit this town,
although their shape constantly changes,
each night we leave some cold potatoes
and a bowl of milk on the windowsill.
Usually they inhabit heaven where,
by the way, no tears are allowed.
They push the moon around like
a boiled yam.
The Milky Way is their hen
with her many children.
When it is night the cows lie down
but the moon, that big bull,
stands up.
However, there is a locked room up there
with an iron door that can't be opened.
It has all your bad dreams in it.
It is hell.
Some say the devil locks the door
from the inside.
Some say the angels lock it from the outside.
The people inside have no water
and are never allowed to touch.
They crack like macadam.
They are mute.
They do not cry help
except inside
where their hearts are covered with grubs.
I would like to unlock that door,
turn the rusty key
and hold each fallen one in my arms
but I cannot, I cannot.
I can only sit here on earth
at my place at the table.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου