Γιώργης Βαρλάμος
(1922- )
ΑΜΝΗΣΙΑ
Η κάθε μέρα σαν τη γομολάστιχα
σβήνει την προηγούμενη και πάει.
Άλλοτε σβήνει την επόμενη,
καμιά φορά ολόκληρη βδομάδα.
Βροχές θυμάμαι και πουλιά
και ιστορίες που δεν έζησα ποτέ μου.
Τις νύχτες γράφεται το μέλλον μου,
τα φοβερά καθέκαστα της επομένης,
και πρέπει να ξυπνάω στις εφτά,
με την ψυχή στα δόντια να γυρίζω,
για να προλάβω τις παραγγελίες.
Χιόνια θυμάμαι και βουνά
και εξορίες που δεν έζησα ποτέ μου.
Λησμόνησα τους ίδιους τους γονείς μου,
πώς ήτανε και ποιοι και πόσοι.
Κοιτάζω γράμματα, φωτογραφίες,
δεν ξεχωρίζω ζωντανούς και πεθαμένους.
Γριές και γέροι και παιδιά,
μεσήλικες θλιμμένοι.
Μάτια θυμάμαι και φωνές,
πρόσωπα που δε γνώρισα ποτέ μου.
ΑΜΝΗΣΙΑ
Η κάθε μέρα σαν τη γομολάστιχα
σβήνει την προηγούμενη και πάει.
Άλλοτε σβήνει την επόμενη,
καμιά φορά ολόκληρη βδομάδα.
Βροχές θυμάμαι και πουλιά
και ιστορίες που δεν έζησα ποτέ μου.
Τις νύχτες γράφεται το μέλλον μου,
τα φοβερά καθέκαστα της επομένης,
και πρέπει να ξυπνάω στις εφτά,
με την ψυχή στα δόντια να γυρίζω,
για να προλάβω τις παραγγελίες.
Χιόνια θυμάμαι και βουνά
και εξορίες που δεν έζησα ποτέ μου.
Λησμόνησα τους ίδιους τους γονείς μου,
πώς ήτανε και ποιοι και πόσοι.
Κοιτάζω γράμματα, φωτογραφίες,
δεν ξεχωρίζω ζωντανούς και πεθαμένους.
Γριές και γέροι και παιδιά,
μεσήλικες θλιμμένοι.
Μάτια θυμάμαι και φωνές,
πρόσωπα που δε γνώρισα ποτέ μου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου