Μνήμη Η. Χ. Παπαδημητρακόπουλου (1930-2024)
«Στρατηγέ, τι γυρεύεις εσύ, ένας Πυργιώτης, στα σύννεφα;»
Ηλίας Χ. Παπαδημητρακόπουλος | φωτ. ΧΑΡΗΣ ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΑΚΟΠΟΥΛΟΣ
«Στρατηγέ, τι γυρεύεις εσύ, ένας Πυργιώτης, στα σύννεφα;»
Ο στρατιωτικός γιατρός Η[λίας] Χ[αραλάμπους] Παπαδημητρακόπουλος –γνωστός και ως Θανάσης Χιλιώτης, όπως υπέγραφε τα πρώτα του πεζά–, ο «λεπτουργός της καίριας λεπτομέρειας» και «μανιώδης της γραφικής εντέλειας» (κατά Αλέξανδρο Κοτζιά), ο συνοδοιπόρος μιας θρυλικής «γενιάς» από τον Πύργο της Ηλείας (από τον Τάκη Δόξα και τον Νίκο Καχτίτση στον Τάκη Σινόπουλο κ.ά.), ο μινιμαλιστής διηγηματογράφος με το διακριτό ιδιοσυγκρασιακό προσωπικό ύφος, δεν είναι πια μαζί μας.
Παραμένοντας προσηλωμένος στη μικρή φόρμα, έχει αφήσει ανεξίτηλο το αποτύπωμά του στη μεταπολεμική πεζογραφία μας. «Μικρό βιβλίο, μεγάλο καλό» για να παραλλάξω το καλλιμάχιον απόφθεγμα («Μέγα βιβλίον, μέγα κακόν») για τους επικούς που αποδίδει ο Αλέξης Πανσέληνος στον Παπαδημητρακόπουλο.
Αν και το έργο του κυοφορήθηκε με αργό ρυθμό στο μάκρος μιας εξηκονταετίας [από την πρώτη εμφάνιση (1962), με το διήγημα «Οι φρακασάνες» στο περιοδικό «Αργώ» Καβάλας, μέχρι τη Συγκοπή πλατάνου (2010) και το Μπάνιο με τον Γιάννη (2019)], παρουσιάζει σημαντική ομοιογένεια σε ύφος και τρόπους. Τα έντεκα μικρά πεζογραφήματα [ο όρος «διηγήματα» της πρώτης έκδοσης (Τραμ, 1973) δεν υπάρχει στις επόμενες] του τόμου Οδοντόκρεμα με χλωροφύλλη, γραμμένα μεταξύ 1962 και 1969, αποτελούν τις πρώτες «καθάριες ψηφίδες» ενός συνεκτικού μυθοπλαστικού μικρόκοσμου που χτίστηκε με παροιμιώδη συγγραφική αυταπάρνηση.
Ματαιωμένοι εφηβικοί και ανεκπλήρωτοι έρωτες ή οδυνηροί χωρισμοί («Το πάρτυ», «Μάθημα χορού», «Ερωτική ιστορία», «Η Γλυκερία»), ο ζόφος του εμφυλίου και της κατοχής («Ο Νίκος ο Σερέτης», «Η εκτέλεση»), το πέρασμα από τη ζωή παλιών φίλων («Ο τελευταίος επιζών»), μια θλιβερή ανάσταση στην πόλη («Ανάσταση»), η ανάκληση του πεθαμένου πατέρα («Εις μνήμην»): σπαράγματα εμπειριών πλήρως αποδραματοποιημένα, μνημονικά στιγμιότυπα αντιδραματικά παρουσιασμένα, διάθεση νοσταλγίας ειρωνικά αποστασιοποιημένη, η αγωνία του θανάτου, η αίσθηση της φθοράς και το υπαρξιακό άγχος με κριτική ματιά, χιούμορ, ειρωνεία και αυτοσαρκασμό. Ολα τους γραμμένα σε γλώσσα μικτή αλλά νόμιμη, η οποία εκμεταλλεύεται αποχρώσεις της καθαρεύουσας για τις ειρωνικές της συνδηλώσεις.
Στις συλλογές που θ’ ακολουθήσουν [Θερμά θαλάσσια λουτρά (1980), Ο Γενικός Αρχειοθέτης (1989), Ροζαμούνδη (1995), Ο Οβολός (2004), Ο θησαυρός των Αηδονιών (2009)], ο αυτοβιογραφούμενος αφηγητής, με πολλά κοινά στοιχεία με τον συγγραφέα (πάντα Ηλίας ή Λιάκος), παραμένει το επίκεντρο κάθε ιστορίας. Ωστόσο, η θεματολογία και οι αφηγηματικοί τρόποι διευρύνονται. Καταρχάς, οι χωροχρονικές συντεταγμένες, που αρχικά περιορίζονται στην Κατοχή και τον Εμφύλιο με επίκεντρο τον Πύργο και το μυθοποιημένο κτήμα του αφηγητή, εξακτινώνονται ακολουθώντας προοδευτικά τις εμπειρίες του συγγραφέα κατά τις μεταθέσεις του (Καβάλα, Βέροια, Καλπάκι, Νιγρίτα κ.ά., εμπειρίες που αποτυπώνονται και στο αυτοβιογραφικό Τόποι τέσσερις συν τρεις, 2001), φτάνοντας χρονικά μέχρι τις μέρες μας. Επειτα, με νέες κατηγορίες κειμένων, κυρίως οιονεί δοκιμιακά στην ανάπτυξή τους κείμενα (όπως τα «Μαξιλάρια» ή τα «Εικονοστάσια»), ή «ονειρικά» πεζά και «πένθιμα ενύπνια» (όπως η «Επίσκεψη»: Ο Γενικός Αρχειοθέτης, 1989) που φτάνουν στα όρια του άλογου ή του φανταστικού, χωρίς να τα διασχίζουν όμως ποτέ με σαφήνεια, καθώς ο συγγραφέας παραμένει πάντα γειωμένος στην πραγματικότητα.
Ο όρος «αφηγηματική μαγγανεία», που χρησιμοποιούσε συχνά ο ίδιος για τους αγαπημένους του διηγηματογράφους, νομίζω, ταιριάζει και στην περίπτωσή του και εξηγεί τη μεγάλη αναγνωστική ανταπόκριση. Το έργο του είναι η καλύτερη απάντηση στο ερώτημα πώς γίνεται πεζογραφία ικανή να συγκινήσει και να ξαφνιάσει με τα πιο απλά εκφραστικά μέσα! Απέναντι στον πληθωρισμό και τη σπατάλη τρόπων η πεζογραφία του Παπαδημητρακόπουλου αντιτείνει τη σαφήνεια της κυριολεκτικής γλώσσας, την οικονομία της στρωτής αφήγησης και τη δεξιοτεχνία στον χειρισμό του απαραίτητου. Κάτω από την επιφάνεια και τον απατηλό γαλήνιο ρυθμό τους, τα μικρά πεζά του κρύβουν υπόγειες αλλαγές θερμοκρασίας και τόνου, εσωτερικές συνηχήσεις σημαινόντων και σημαινομένων, απροσδόκητες αλλαγές διάθεσης και αναπάντεχα ευρήματα.
Δίπλα στον μινιμαλιστή πεζογράφο όλα αυτά τα χρόνια εργάστηκε ακούραστα και ο καυστικός χρονογράφος (Βουστροφηδόν, 1987), αλλά και ο εύστοχος, συχνά ανορθόδοξος, κριτικός που ενδιαφέρθηκε για άγνωστους και λησμονημένους συγγραφείς (π.χ. η ανθολόγηση του Ομηρου Πέλλα) ή παραγνωρισμένες όψεις της λογοτεχνίας (όπως τα ληστρικά μυθιστορήματα). Οι τρεις συλλογές κριτικών σημειωμάτων [Παρακείμενα (1983), Αποκείμενα (2000), Υποκείμενα (2014)] είναι, μεταξύ άλλων, αποκαλυπτικές για τις εκλεκτικές του συγγένειες. Κοινές αφετηρίες και η λειτουργία της μνήμης εξηγούν το μόνιμο ενδιαφέρον για την πεζογραφία του Νίκου Καχτίτση, κάποιες βιογραφικές συμπτώσεις και η εύκαμπτη γλώσσα τις μελέτες για τον Αντρέα Καρκαβίτσα, η αφηγηματική οικονομία αυτές για τον Κωνσταντίνο Θεοτόκη, η «σιγουριά της πραγματογνωσίας», η «διά της μνήμης εμφάνιση προσώπων και πραγμάτων» και η «χωρίς τερτίπια ειλικρίνεια» τον σεβασμό στον Πεντζίκη, και η αντικομφορμιστική αφήγηση σε ελεύθερη γλώσσα τον αντίστοιχο στον Σκαρίμπα. Με τον ίδιο τρόπο, αισθανόταν οικεία με τη χαμηλόφωνη εξομολογητική φωνή του Ιωάννου και θαύμαζε το «άφοβο χιούμορ» του Πετρόπουλου [Επιστολαί προς μνηστήν (1980)], ενώ στα παπαδιαμαντικά του δοκίμια [Επί πτίλων αύρας νυκτερινής, (1992)] κοιτάζεται στον καθρέφτη του Σκιαθίτη διηγηματογράφου με τον οποίο συχνά συνομιλεί (από το «Ονειρο στο Κύμα» και τον «Αμερικάνο» στο παπαδιαμαντικό γαστριμαργικό διήγημα: «Οι τέσσερις δεκάρες του Αποστόλη του Κακόμη» του συλλογικού τόμου Γεύμα με έναν ήρωα, Πατάκης 2009, επιμ. Μισέλ Φάις).
Το αρχείο του συγγραφέα φιλοξενείται από το 2023 στη Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη της Βέροιας, ενώ πρόσφατα ολοκληρώθηκε σε έξι αυτόνομα, καλαίσθητα τομίδια η επανέκδοση του διηγηματικού του έργου, από τις εκδόσεις «Κίχλη». Πριν την προγραμματισμένη έκδοση των κριτικών σημειωμάτων, από τις ίδιες εκδόσεις, θα προηγηθεί, σύμφωνα με δική του επιθυμία, η έκδοση των Τριών γραμμάτων από την Αμερική του Γιώργη Παυλόπουλου, που επιμελήθηκε ο ίδιος, διορθώνοντας τυπογραφικά δοκίμια μέχρι την τελευταία στιγμή...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου