Άγιος Αχμέτ. Μια αστυνομική ιστορία (Α΄)
30 Οκτωβρίου, 2009
Πηγή: Δύτης των νιπτήρων (καταδύσεις ποικίλης ύλης)
καταδύσεις ποικίλης ύλη
Όσοι έχουν ασχοληθεί με την τουρκική γλώσσα, ερασιτεχνικά ή όχι, τις τελευταίες δυο δεκαετίες ή και λίγο παλιότερα, ξέρουν ίσως το φίλο μου τον Φαρούκ στην Αθήνα. Πολλοί από αυτούς ίσως έχουν παρευρεθεί και στους εορτασμούς του Αγίου Αχμέτ, προς τα τέλη του Δεκέμβρη, που οργάνωσε ο Φαρούκ τρεις ή τέσσερις φορές γύρω στο 2000, απ’ όσο θυμάμαι. Ο Άγιος Αχμέτ είναι υπαρκτός στο εορτολόγιο· δεν ξέρω πότε ακριβώς εντάχθηκε επίσημα, αλλά εμφανίζεται στο Νέον Μαρτυρολόγιον, ήτοι μαρτυρία των νεοφανών μαρτύρων των μετά τήν άλωσιν της Κωνσταντινουπόλεως κατά διαφόρους καιρούς καί τόπους μαρτυρησάντων…, του Νικόδημου του Αγιορείτου, που πρωτοδημοσιεύτηκε το 1794 στη Βενετία. Αντιγράφω εδώ από την επανέκδοση του 1961 (επιμ. Π. Β. Πάσχος), σελ. 101:
«Κατά δε το αχπβ’ έτος, 1682, εμαρτύρησεν εν Βυζαντίω ο Αχμέδ Κάλφας,
ήτοι ο γραφεύς του Δευταρδάρη, ο επικαλούμενος Πάτ σουρούνης· ου το
Μαρτύριον ανώνυμος συνέγραψε συγγραφεύς. Ούτος έχων σκλάβαν Ρώσσαν
συνεμίγνυτο μέ αυτήν, άφινεν όμως αυτήν νά πηγαίνη εις τήν Εκκλησίαν των
Χριστιανών εις τάς επισήμους ημέρας· επειδή δέ όταν εκείνη ήρχετο από
τήν Εκκλησίαν, αυτός ησθάνετο ευωδίαν άρρητον οπού έβγαινεν από τό στόμα
της, τήν ηρώτησε τί τρώγει καί μυρίζει έτζη; εκείνη του είπεν,
ότι τρώγει αντίδωρον, καί πίνει αγιασμόν· ταύτα ακούσας προσκαλεί ένα
εφημέριον της Μεγάλης Εκκλησίας, καί του λέγει νά ετοιμάση τόπον διά νά
υπάγη αυτός, όταν ελειτούργει ο Πατριάρχης· ου γενομένου, έβλεπεν, ώ του
θαύματος! όταν ευλόγει ο Πατριάρχης τόν λαόν, καί έβγαιναν από τό
κριτήριον, καί από τά δάκτυλά του ακτίνες, καί έπιπτον επάνω εις όλων
των Χριστιανών τάς κεφαλάς, αυτού δέ μόνον τήν κεφαλήν άφηναν άμοιρον·
τούτο τό θαυμάσιον ιδών, κράζει τόν ιερέα, καί βαπτίζεται, καί ήτον
κρυφά Χριστιανός ικανόν καιρόν, επειδή δέ εις μίαν σύναξιν
λογοτριβούντες οι μεγιστάνες ποίος άρά γε νά ήναι ο μεγαλύτερος; καί ερωτήσαντες καί αυτόν, αυτός εφώναξεν όσον εδύνατο· μεγαλωτάτη από όλα είναι η πίστις των Χριστιανών·
καί ωμολόγησε τόν εαυτόν του Χριστιανόν, καί όλον τό Μαρτύριον της
ενσάρκου οικονομίας του Χριστού κηρύξας παρρησία, τό Μακάριον τέλος του
Μαρτυρίου εδέξατο.» (φανταστείτε το πολυτονικό, βέβαια).Άγιος Αχμέτ , ο καλλιγράφος (17ος αι.)
Ποιος ήταν λοιπόν αυτός ο Αχμέτ Κάλφας; Επιλεγόμενος και Πατ σουρούνης, αγνώστου φαινομενικά ετύμου; (Υπάρχει, με την ευκαιρία, και μια σχετική επιφυλλίδα του Σουρούνη, στον οποίο θα πήγε το μυαλό σας). Η αναζήτηση που ακολουθεί έχει κάτι από ψάξιμο ντέτεκτιβ σε αστυνομική ιστορία· για περισσότερες λεπτομέρειες, η πηγή μου γι αυτό το ποστ και τα άλλα δύο που θα ακολουθήσουν είναι: «Aspects of ‘Neomartyrdom’: Religious Contacts, ‘Blasphemy’ and ‘Calumny’ in 17th-Century Istanbul», Archivum Ottomanicum 23 (2005/06) [Mélanges en l’honneur d’Elizabeth A. Zachariadou], σελ. 249-262.
Και, για αρχή, ποια ήταν η πηγή του Νικόδημου, πάνω από έναν αιώνα μετά; Ο Βίος του Αχμέδ Κάλφα είναι μια αρκετά συνοπτική βιογραφία σε σχέση με τις υπόλοιπες του Νικόδημου, που έχει όσο νάναι μια τάση να διανθίζει τις πηγές του με διάφορες λεπτομέρειες (όπως έκαναν άλλοι αργότερα στο Νικόδημο, εδώ π.χ.).
Νέον Μαρτυρολόγιον
Ο ίδιος γράφει ότι το μαρτύριο του Αχμέτ ανώνυμος συνέγραψε συγγραφεύς, ξέρουμε όμως ότι για πολλούς νεομάρτυρες βασίστηκε στο μαρτυρολόγιο του Ιωάννη Καρυοφύλλη, Μεγάλου Λογοθέτη του Πατριαρχείου που πέθανε το 1692· ενός αμφιλεγόμενου τύπου, που φαίνεται ότι είχε μπλέξει σε κάτι περίεργες κληρονομικές διαμάχες και που κάποια στιγμή έπαιξε ξύλο με τον μεγάλο σκευοφύλακα του Πατριαρχείου. Ωστόσο, το κείμενο του Καρυοφύλλη δεν αναφέρει τον Αχμέτ Κάλφα [Ι. Μπαλατσούκας, Το νεομαρτυρολόγιο του Ιωάννου Καρυοφύλλη (Θεσσαλονίκη 2003, Επιστημονική Επετηρίς ΑΕΣΘ, παράρτημα ΙΙ)]. Χμμμ. Πού να ψάξουμε τώρα;Στη Δημοκρατία δεν υπάρχουν αδιέξοδα, λένε· στην ιστορία, μερικές φορές τα αδιέξοδα έχουν κρυφές πορτούλες. Το μαρτυρολόγιο του Καρυοφύλλη σώζεται σε δύο χειρόγραφα: το ένα, αυτό που εκδόθηκε, και που προέρχεται από τη Σκήτη της Αγίας Άννης στον Άθω, φέρει το όνομά του. Υπάρχει και ένα δεύτερο, ανώνυμο, που βρίσκεται στην Πατριαρχική Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας και που περιέχει δύο επιπλέον βίους, σε πιο δημώδη γλώσσα. Ας τον ονομάσουμε Ψευδο-Καρυοφύλλη. Ο ένας από τους δύο βίους μπόνους, το μαντέψατε, είναι ο αχμέτης πολίτης ονομαζόμενος παζπουρούνης. Ας δούμε τι γράφει· σεντόνι πρώτης, δε λέω, αλλά αξίζει τον κόπο αν μη τι άλλο γιατί η αφήγηση ρέει:
«Μαρτύριόν τινος τούρκου, αχμέτη κάλφα, ήτοι γραφέως του τεφτερντάρη επονομαζομένου παζπουρούνη. Μαΐου γ΄ έτει αχπβ΄. Αυτός ο γραφεύς ήτον εν Κωνσταντινουπόλει τούρκος από τους προγόνους του, ονόματι Αχμέτης, ο οποίος έμαθε τα γράμματά τους και τήν καλλιγραφίαν τους, καί έγινεν εις τήν τάξην των λεγομένων καλφάδων ήτοι γραφέων του μεγάλου καταστιχάρη. Αυτός δέν έλαβε γυναίκα κατά τόν νόμον τους, μόνον αγόρασε μίαν δούλην ρώσον καί τήν εκράτει διά γυναίκα, είχε καί πρωτίτερα μίαν ρώσον δούλην γραίαν οπού τόν εδούλευε, καί αυτή η γραία εφύλαξε τήν πίστιν του Χριστού καί δέν ασέβησε, καί είχε θέλημα από αυτόν τόν αυθέντην της νά πηγαίνη εις τήν εκκλησίαν ταις κυριακαίς, καί επήγενε καί έπερνεν καί αντίδωρον καί έφερνε καί της νέας καί έτρωγε καί εκείνη, καί όταν έτρωγε τό αντίδωρον καί έπεφτεν εις τό στρώμα μέ τόν αγάν της αυτόν τόν κάλφαν, εμύριζε τό στόμα της μίαν ευωδιάν πολλά θαυμαστήν, καί αυτός τήν ερώτησε τί τρώγεις καί κάν μίαν φοράν μυρίζει τό στόμα σου τόσον εύμορφα, αυτή φοβουμένη νά μήν τήν οργισθή πώς τρώγει αντίδωρον, δέν τό ομολόγη μόνον τό έκρυπτεν, όμως αυτός θαυμαζόμενος τήν ευωδίαν όταν ετύχενε καί έτρωγε τό αντίδωρον τήν εβίασε πολλά νά του ειπή τί πράγμα τρώγει, καί αυτή στενοχωρουμένη τού είπε πώς οι χριστιανοί εν ταις εκκλησίαις τους φέρνουν ψωμί καί τό ψήνουν οι παπάδες τους καί διαβάζουν επάνω του τό ευαγγέλιον, καί ύστερα τό κόπτουν μικρά κομματάκια, καί τό μοιράζουν τούς χριστιανούς, καί όταν πηγαίνη εις τήν εκκλησίαν η γραία δούλη σου, πέρνη καί αυτή από τόν παπάν, φέρνει καί εμένα καί τρώγω, καί αυτό είναι οπού ευωδιάζει στό στόμα μου.
»Τότε αυτός ακούσας εθαύμασε, καί ελάλησε τήν γραίαν, καί της είπεν άν η μπορετόν νά υπάγω καί εγώ εις τήν εκκλησίαν νά ειδώ αυτό τό ψωμί; Καί η γραία είπε, βάλλε φορέματα καί σκούφια χριστιανικά καί σύρε, ποίος σέ γνωρίζει, καί βάνωντας χριστιανικά υπήγεν εις τήν εκκλησίαν του πατριαρχειόυ, καί στεκόμενος ευγήκεν ο ιερεύς μέ τά άγια εις τήν κεφαλήν του νά κάμη τήν μεγάλην είσοδον, καί ο Θεός διά νά τόν φέρη εις τήν ευσεβή πίστιν καί νά τόν σώση, τού έδειξε θαύμα, καί του εφάνη πως ο ιερεύς μέ τά άγια πώς ήτον υψηλά από τήν γην έως μίαν πήχην, καί αυτός εθαύμασε καί ετρόμαξε, καί υπήγεν εις τό σπήτι του έντρομος καί αμφίβαλλεν, καί πάλιν υπήγε καί δεύτερον καί τρίτον καί είδε τά όμοια, καί επίστευσε τελείως εις τόν Χριστόν, καί καθήμενος εις τήν τάξιν των γραφέων έλεγε παρρησία, μία είναι η πίστις των χριστιανών, τά δικά μας είναι φλυαρίαις καί ψευδολογήματα, ποίον μυστήριον έχει η πίστις του Μεχεμέτη, καί αυτός ψεύστης καί η πίστις του ψεύτικη, καί αυτοί του έλεγαν, άνθρωπε ετρελάθης, τί είναι αυτά οπού λέγεις; καί αυτός τούς έλεγεν εσείς ήσθετε τρελοί οπού πιστεύετε πίστιν καθώς καί εγώ προτίτερα, οπού δέν έχει κάν ένα μυστήριον, ή κάν ένα θαύμα ωσάν έχει η πίστις του Ιησού, καί ήτον καθ’ εκάστην εις τήν αυτήν φιλονεικίαν.
»Όμως αυτός όντας δεύτερος κάλφας εις τήν τάξιν, ο τρίτος ο κατώτερός του τόν εφθόνει, καί εγύρευε τρόπον νά τόν ευγάλη νά γενή εκείνος δεύτερος, καί τότε εύρε τόν καιρόν καθώς τόν ήθελε, καί προσκινά τόν πρώτον τους κάλφαν καί τούς μετ’ αυτόν, λέγωντας τί μουσουλμάνοι ήμεσθα ημείς νά ηκούωμεν τόν εχθρόν τής πίστης μας νά υβρίζη τήν πίστιν μας καί τόν προφήτην μας, καί δέν πηγένομεν εις τόν επίτροπον [το μεγάλο βεζίρη] της βασιλείας, νά φανερώσωμεν τά όσα λέγει κατά του προφήτου νά τόν θανατώσουν, καί μέ ταις παρακίνησαις αυτουνού υπήγαν όλοι εις τόν τότε επίτροπον, Καραμουσταφά πασιάν καί είπαν τήν υπόθεσι.
»Καί αυτός έστειλε καί έφερε τόν Αχμέτην καί τόν ερώτησεν εάν είναι αληθινά αυτά οπού τόν κατηγορούν αυτοί, καί αυτός απεκρίθη καί είπεν όλα αληθινά είναι, καί άλλα περισσότερα τούς είπα, καί ο επίτροπος του απεκρίθη, εσύ δέν ήσαι φυσικός τούρκος; αμή τήν πίστιν των ρωμαίων πού τήν έμαθες, καί άφηκες τήν πίστιν του Μεχμέτη τήν αληθινήν; αυτός απεκρίθη, τήν πίστιν του Χριστού μέ τήν εδίδαξεν ο Θεός μέ θαύματα, οπού καί η ενδοξότης σου εάν τά έβλεπες ωσάν φρόνημος οπού ήσαι, ευθύς άφηνες τήν ψεύτικην πίστιν καί εγίνουσουν χριστιανός, τότε οργίσθη ο επίτροπος καί τόν έβαλαν εις τήν φυλακήν των φονέων, καί επαράγγειλε, νά μήν τού δίδουν ψωμία ούτε νερόν, έως έξ ημέραις, καί έτζη εστάθη χωρίς τροφήν εξ ημέραις, έπειτα τόν έφερε πάλιν ομπρός του ο επίτροπος, καί τόν ερώτησεν εάν ήλθεν εις αίσθησι, εάν αφήκε ταις μωρολογίαις του, καί νά τόν κάμη πρώτον κάλφαν μόνον νά παύση από αυταίς ταις τρέλαις, καί αυτός απεκρίθη αυθέντη μέ τό νά μέ αφήκετε νηστικόν εξ ημέραις εκαθαρίσθηκα μέ τήν νηστείαν, καί μου εφανέρωσεν ο Ιησούς πολλά μυστήρια εις τόν ύπνον μου, καί εστεραιώθηκε καλλίτερα εις τήν πίστιν του, μόνον κρίμα εις εσάς οπού ευρίσκεσθαι εις αυτήν τήν πλάνην. Καί ό,τι έχεις νά μέ κάμης κάμε με, καί πλέον μήν αργοπορής, ευκολώτερα είναι νά ζυμώσης σίδηρα καί πέτραις μέ τά χέρια σου παρά νά πείσης εμένα νά αλλάξω τήν γνώμην μου, τότε εσυκώθη ο επίτροπος καί υπήγεν εις τόν βασιλέα καί ανέφερε τήν υπόθεσι, καί ο βασιλεύς ώρισε νά τόν φέρουν έμπροσθέν του, ευρισκόμενος εις τό λεγόμενον κεχατχανέ παχτζέ, καί φέρωντάς τον έμπροσθέν του, έστειλε τόν κιζλάραγαν καί του είπεν άφησαι αυταίς ταίς φλυαρίαις, καί ωμολόγησε πως ήσαι μουσουλμάνος, καί ειπέ τήν ομολογίαν της πίστεώς μας νά σέ συγχωρήσω, ει δέ καί λέγεις πάλιν τά όμοια κόπτω τό κεφάλι σου. Καί ο Αχμέτης απεκρίθη, εγώ όσα είπα δέν είναι μωρολογίαις, αλλά αλήθειαις, καί αυτό οπού μέ φοβερίζει ο βασιλεύς νά κόψη τό κεφάλη μου, τί χαρά είναι εις τήν καρδίαν μου, νά αξιωθώ εγώ ο ταλαίπωρος νά αποθάνω μέ τόν αυτόν θάνατον διά τήν αγάπην του Χριστού. Τότε λέγοντας ο κιζλάραγας τά λόγια αυτά προς τόν βασιλέα, είπεν ο βασιλεύς άς κόψουν τό κεφάλι του, καί παρευθύς ο τζελάτης [δήμιος] απεκεφάλισε τόν μακαρίον, καί έλαβεν τόν στέφανον του μάρτυρος, καί εβαπτίσθη με τό αίμα του. [εδώ παρεμβάλλεται μια παρέκβαση για το βάπτισμα διά του μαρτυρίου] Τό τίμιόν του σώμα τό έρριψαν εις τόν αιγιαλόν, καί εφαίνετο πολλαίς νύχταις, οπού εκατέβαινε φως ουρανόθεν καί έφεγγεν ολονύκτιον εκεί οπού ήτον τό λείψανόν του, καί τέλος εγένετο αφανές.»
Ας συνοψίσω λίγο λοιπόν τι έχουμε μέχρι εδώ:
α) ίδιος περίπου καμβάς της ιστορίας
β) διαφορετικό θαύμα (ακτίνες στο Νικόδημο, βουδιστικά κόλπα στον Ψευδο-Καρυοφύλλη).
γ) Πατ σουρούνης στο Νικόδημο, Παζπουρούνης στον Ψ.Κ. Αυτό το όνομα θα μας ταλαιπωρήσει λίγο, μου φαίνεται.
Υπομονή τώρα, η συνέχεια εδώ...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου