The Beggar’s Opera, a ballad opera in three acts by John Gay, performed at Lincoln’s Inn Fields Theatre, London, in 1728 and published in the same year. The work combines comedy and political satire
in prose interspersed with songs set to contemporary and traditional
English, Irish, Scottish, and French tunes. In it, Gay portrays the
lives of a group of thieves and prostitutes in 18th-century London. The
action centres on Peachum, a fence for stolen goods; Polly, his
daughter; and Macheath, a highwayman. Gay caricatures the government, fashionable society, marriage, and Italian operatic style. Particularly evident are parallels made between the moral degeneracy of the opera’s protagonists and contemporary highborn society.
Bertolt Brecht and Kurt Weill based their ballad opera Die Dreigroschenoper (1928; The Threepenny Opera) on Gay’s work.
Source: britannica.com
Η Όπερα του ζητιάνου δεν είναι μια συνηθισμένη όπερα. Είναι μια φτωχή όπερα ή μια όπερα για τους φτωχούς. Δεν πρωταγωνιστούν σ’ αυτή, όπως συμβαίνει στην ιταλική όπερα, τα μεγάλα ερωτικά πάθη και οι ευγενείς χαρακτήρες αλλά η ανάγκη, η διαφθορά, το χρήμα και ο υπόκοσμος. Οι ήρωες του έργου _ζητιάνοι, πόρνες, προαγωγοί, μαχαιροβγάλτες, κλεφτρόνια, χαρτοπαίχτες και ληστές_ είναι οι παρίες μιας βαθιά διεφθαρμένης κοινωνίας, στην οποία η εξουσία παρέχει προστασία σ’ αυτόν που δίνει τα περισσότερα και η επιχειρηματική δραστηριότητα χρησιμοποιείται ως βιτρίνα για κάθε λογής παρανομία. Μέσα σ’ ένα τέτοιο περιβάλλον, όπου περισσεύει η εγκληματικότητα και όπου η ανθρώπινη ζωή δεν αξίζει περισσότερο από μια χρυσή ταμπακιέρα ή μερικά μεταξωτά μαντήλια, ο συγγραφέας του έργου Τζον Γκέι στήνει τη δική του ερωτική ιστορία, ανάμεσα στην Πόλυ Πήτσαμ, κόρη του εμπόρου και κλεπταποδόχου κ. Πήτσαμ, και τον Μακήθ, αμετανόητο γυναικά και αρχηγό μιας συμμορίας κλεφτών.
Η Όπερα του ζητιάνου είναι μια μουσική σατιρική κωμωδία των ηθών που επικρατούσαν στο μακρινό Λονδίνο των αρχών του 18ου αιώνα. Γράφτηκε το 1728 ως αντίδραση στη μόδα της ιταλικής όπερας που κυριαρχούσε εκείνη την εποχή στις λονδρέζικες σκηνές και δεν σταμάτησε ποτέ να παίζεται στους αιώνες που ακολούθησαν. Ανεβασμένη ως λαϊκή μουσική κωμωδία, η παράσταση εκσυγχρονίζει το κείμενο ώστε μέσα από το χιούμορ, το χορό και το τραγούδι να τονιστούν ακόμα περισσότερο οι αναλογίες με την εποχή μας.
Πηγή: tospirto.net
Bertolt Brecht and Kurt Weill based their ballad opera Die Dreigroschenoper (1928; The Threepenny Opera) on Gay’s work.
Source: britannica.com
Η Όπερα του ζητιάνου δεν είναι μια συνηθισμένη όπερα. Είναι μια φτωχή όπερα ή μια όπερα για τους φτωχούς. Δεν πρωταγωνιστούν σ’ αυτή, όπως συμβαίνει στην ιταλική όπερα, τα μεγάλα ερωτικά πάθη και οι ευγενείς χαρακτήρες αλλά η ανάγκη, η διαφθορά, το χρήμα και ο υπόκοσμος. Οι ήρωες του έργου _ζητιάνοι, πόρνες, προαγωγοί, μαχαιροβγάλτες, κλεφτρόνια, χαρτοπαίχτες και ληστές_ είναι οι παρίες μιας βαθιά διεφθαρμένης κοινωνίας, στην οποία η εξουσία παρέχει προστασία σ’ αυτόν που δίνει τα περισσότερα και η επιχειρηματική δραστηριότητα χρησιμοποιείται ως βιτρίνα για κάθε λογής παρανομία. Μέσα σ’ ένα τέτοιο περιβάλλον, όπου περισσεύει η εγκληματικότητα και όπου η ανθρώπινη ζωή δεν αξίζει περισσότερο από μια χρυσή ταμπακιέρα ή μερικά μεταξωτά μαντήλια, ο συγγραφέας του έργου Τζον Γκέι στήνει τη δική του ερωτική ιστορία, ανάμεσα στην Πόλυ Πήτσαμ, κόρη του εμπόρου και κλεπταποδόχου κ. Πήτσαμ, και τον Μακήθ, αμετανόητο γυναικά και αρχηγό μιας συμμορίας κλεφτών.
Η Όπερα του ζητιάνου είναι μια μουσική σατιρική κωμωδία των ηθών που επικρατούσαν στο μακρινό Λονδίνο των αρχών του 18ου αιώνα. Γράφτηκε το 1728 ως αντίδραση στη μόδα της ιταλικής όπερας που κυριαρχούσε εκείνη την εποχή στις λονδρέζικες σκηνές και δεν σταμάτησε ποτέ να παίζεται στους αιώνες που ακολούθησαν. Ανεβασμένη ως λαϊκή μουσική κωμωδία, η παράσταση εκσυγχρονίζει το κείμενο ώστε μέσα από το χιούμορ, το χορό και το τραγούδι να τονιστούν ακόμα περισσότερο οι αναλογίες με την εποχή μας.
Πηγή: tospirto.net
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου