Τρίτη, Οκτωβρίου 10, 2017

https://www.e-kyklades.gr/images/GENIKI_F1101.jpg






Ίδρυμα Πέτρου και Μαρίκας Κυδωνιέως, Άνδρος

 

 

 

____________________________

 Ένα ατελιέ - κήπος Εδέμ

 

Το εξώφυλλο του λευκώματος του Ιδρύματος Κυδωνιέως με έργα (από επάνω) Στεφάνου, Φασιανού, Σπεράντζα

Φασιανός, Στεφάνου, Σπεράντζας, πριν από 55 χρόνια στην Καλλιθέα

Ηταν το 1962 όταν μια παρέα τριών νέων ζωγράφων (πασίγνωστων αργότερα) βρέθηκαν να συγκατοικούν και να συνδημιουργούν σε μια παλιά κατοικία της Καλλιθέας, που ανήκε στον ζωγράφο Οδυσσέα Φωκά (1857-1946), ο οποίος την κληροδότησε στην Εθνική Πινακοθήκη, που με τη σειρά της νοίκιαζε, με προσιτό μίσθωμα, σε νέους καλλιτέχνες. Ηταν ο Αλέκος Φασιανός, ο Νίκος Στεφάνου και ο Βασίλης Σπεράντζας.
Η –γόνιμη, κατά τα πάντα και ανέμελη– συνύπαρξή τους κράτησε πέντε χρόνια, ώς το 1967 (πριν από 50 χρόνια), οπότε ενέσκηψε η χούντα. Η παρέα σκόρπισε και ο καθένας πήρε τον δρόμο του… Και λέω σήμερα ν’ ασχοληθώ μ’ αυτό το σπίτι ή ατελιέ, καθώς έλαχε να είμαι και εκ των επισκεπτών του, λόγω της φιλίας με τον ομότεχνό τους Δήμο Σκουλάκη, με τον οποίο εργαζόμασταν στην εφημερίδα «Δημοκρατική Αλλαγή» (εκείνος ως γελοιογράφος).

«Κόκκινη γυναίκα» του Β. Σπεράντζα
«Κόκκινη γυναίκα» του Β. Σπεράντζα

Στην Ανδρο

Πριν από 15 χρόνια, το καλοκαίρι του 2002, το Ιδρυμα Πέτρου και Μαρίκας Κυδωνιέως στην Ανδρο είχε αφιερώσει έκθεση στο ατελιέ της Καλλιθέας με έργα και των τριών συγκάτοικων καλλιτεχνών. Γράφει η Αθηνά Σχινά, κριτικός τέχνης, συνδιευθύντρια του ιδρύματος, στο λεύκωμα που συνόδευε την έκθεση:
«Το σπίτι της Καλλιθέας έγινε καταφύγιο και την ίδια στιγμή τόπος της Εδέμ. Εκεί βασίλευε η αειφόρος πανσπερμία ενός μεσογειακού φωτός, δίχως σκιές και παρασκήνια, δίνοντας βλάστηση σε μια παγανιστική δημιουργική φύση, καθώς, φαίνεται, ή όπως τουλάχιστον την βίωναν οι τρεις ζωγράφοι […]
»Το “Ατελιέ της Καλλιθέας” ήταν το λίκνο, μέσα απ’ όπου αναδύθηκαν οι ποδηλάτες - αναχωρητές του Αλέκου Φασιανού και κοντά τους οι καπνίζοντες αιθεροβάμονες με τα αστικά καπέλα, τις ιπτάμενες γραβάτες και τα δοξαστικά κλαδιά της φοινικιάς, δίπλα στις μέλισσες που στροβιλίζονταν, βομβίζοντας την χαρά μιας ατελείωτης άνοιξης. […] Ανάλογης ατμόσφαιρας έργα, με εντελώς όμως διαφορετικό ύφος, διατυπώνουν οι περιπαθείς γυμνές γυναίκες του Βασίλη Σπεράντζα, με τα δικά του δροσερά Αυγουστιάτικα φεγγάρια που κρέμονταν πάνω από μπαλκόνια, προσβλέποντας σε έναν ουρανό γεμάτο ανεκπλήρωτους πόθους […] Ο Νίκος Στεφάνου ζωγραφίζει με χρώματα τεφρά, χαλκόχροες ανταύγειες και αντιστικτικές φωτεινές τονικότητες, τα δικά του μεταβιομηχανικά τοπία ή εκείνα της υπαρξιακής αγωνίας, της ομιλητικής εγκατάλειψης και των μισοπεθαμένων ονείρων».

Τέχνη και πλάκες

Αλλά ιδού και κάτι από τους τρεις καλλιτέχνες, στο ίδιο λεύκωμα, όπου, πλην των καλλιτεχνικών τους ενασχολήσεων, γίνεται αναφορά και σε κάποιες πλάκες:
■ Σπεράντζας: «Όταν βρισκόμουν εκεί, ένιωθα σα να βρισκόμουν μακριά από τον κόσμο με τα προβλήματα και τις έγνοιες του. Το μόνο που με απασχολούσε ήταν η ζωγραφική. Η ατμόσφαιρα του σπιτιού και του κήπου βοήθαγε να ξυπνήσει μέσα μου η επιθυμία για δημιουργία και η παρουσία των φίλων, γύρω μου, ήταν σημαντική και καθοριστική, στο να ζήσω εκεί αξέχαστες εμπειρίες, που με ακολούθησαν, πολύν καιρό, στη μετέπειτα ζωή μου».
«Στη σκηνή» του Ν. Στεφάνου«Στη σκηνή» του Ν. Στεφάνου
■ Στεφάνου: «Το σπίτι αυτό ήταν σαν εκείνο του Δράκουλα, αλλά

πολύ ευρύχωρο, στη μέση ενός αγριεμένου κήπου, με πανύψηλους κάκτους, πελώρια φοινικόδεντρα και άλλα πυκνά φυλλώματα και στοιβαγμένους θάμνους. Μια όαση για μας, που βρήκαμε έναν τόπο ν’ απλωθούμε, να ζωγραφίζουμε και να ζούμε, όπως μας άρεσε».
■ Φασιανός: «Στον κήπο του σπιτιού γυρίζαμε και φιλμς. Παρωδίες Δράκουλα, όπου εγώ, μεταμφιεσμένος σε βρικόλακα, κυνηγούσα μ’ ένα φιλέ τον Στεφάνου, για να του πιω το αίμα, ενώ η Ασπασία, μια φίλη μας, έπαιζε βιολί επάνω σ’ έναν κορμό δέντρου. Για όλα αυτά, οι γείτονές μας θύμωναν και φώναζαν την Αστυνομία.
Ιδίως έγιναν έξω φρενών, όταν κάναμε δυο τάφους και βάλαμε επάνω τα ονόματά μας, με   φωτογραφίες και τσιγκάκια, σαν αυτά που υπάρχουν στα λαϊκά νεκροταφεία. Όταν είδαν τους τάφους, μας υποχρέωσαν να τους σκάψουμε για να βρούνε τα πτώματα. Αλλά τα πτώματα είχαν εξαϋλωθεί, αφού ποτέ δεν υπήρξαν!»


«Ποδηλάτης καπνίζων» του Α. Φασιανού
«Ποδηλάτης καπνίζων» του Α. Φασιανού

Δεν υπάρχουν σχόλια: