TO ΠAΛΙΟΣΚΑΡΟ
Στίχοι: Βαγγέλης Κορακάκης
Μουσική: Βαγγέλης Κορακάκης
Πρώτη εκτέλεση: Βαγγέλης Κορακάκης
Εις τον Εικοστό αιώνα
μες το μάτι του κυκλώνα
έπεσε ένα καραβάκι
που ταξίδευε γιαλό
Μες τα βράχια το φουντάρει
μα δεν πήρανε χαμπάρι
πως τα αμπάρια ήταν κάργα
φορτωμένα με χρυσό
Κι αυτό ταξίδευε λιμάνι γύρευε
άγκυρα έριχνε τον ήλιο έδειχνε
Το έβλεπαν να ταξιδεύει
μα δεν ξέραν τι γυρεύει
σημασία δεν του δίναν
γιατί ήτανε παλιό
Απ' την Κρήτη έως τον Έβρο
το παλιόσκαρο είχε νεύρο
τρικυμίες και φουρτούνες
που το βρίσκανε σωρό
Κι αυτό ταξίδευε λιμάνι γύρευε
άγκυρα έριχνε τον ήλιο έδειχνε
Τι παράξενο καράβι
τι κουστούμι να μας ράβει
έτσι λέγαν οι ρουφιάνοι
το έβλεπαν από καιρό
Άσ' τε το για να βουλιάξει
να καεί και να ρημάξει
το πολύ πολύ να μείνουν
τα συντρίμμια στον αφρό
Κι αυτό ταξίδευε λιμάνι γύρευε
άγκυρα έριχνε τον ήλιο έδειχνε
ΗΤΑΝ ΚΑΠΟΤΕ ΜΙΑ ΧΩΡΑ
2012
Στίχοι:
Βαγγέλης Κορακάκης
Μουσική:
Βαγγέλης Κορακάκης1. | Βαγγέλης Κορακάκης |
Ήταν, κάποτε, μια χώρα,
καλή ώρα, σαν και τώρα,
που υπήρχαν παλληκάρια,
δυνατά σαν τα λιοντάρια.
Όμως, ξένοι τη ζήλεψαν
και τη χώρα αυτή, την κλέψαν,
τη φορτώσανε στ’ αμπάρια
και την πήγαν στα παζάρια.
Και δε φτάναν τα κλεφτρόνια,
φτάσανε καινούργια πιόνια,
θέλανε να κυβερνήσουν
κι απ’ το χάρτη να τη σβήσουν.
Το κακό, όμως, δε φτάνει,
εμφανίστηκαν ρουφιάνοι,
τα κλεφτρόνια προσκυνάνε
και μαζί μ’ αυτούς τ’ αρπάνε.
Όλοι, τώρα, ενωμένοι,
την εκλέβαν την καημένη,
κάθε μέρα αιμορραγούσε
κι απ’ τα πάθη της βογγούσε.
Κι έτσι, την εκάναν στάχτη,
όλοι που την είχαν άχτι,
μα απ’ τη στάχτη της γεννούσε,
αντριωμένους ευλογούσε.
Ήταν, κάποτε, μια χώρα,
καλή ώρα, σαν και τώρα,
που έχει πάντοτε λιακάδα,
γιατί λέγεται.........-
καλή ώρα, σαν και τώρα,
που υπήρχαν παλληκάρια,
δυνατά σαν τα λιοντάρια.
Όμως, ξένοι τη ζήλεψαν
και τη χώρα αυτή, την κλέψαν,
τη φορτώσανε στ’ αμπάρια
και την πήγαν στα παζάρια.
Και δε φτάναν τα κλεφτρόνια,
φτάσανε καινούργια πιόνια,
θέλανε να κυβερνήσουν
κι απ’ το χάρτη να τη σβήσουν.
Το κακό, όμως, δε φτάνει,
εμφανίστηκαν ρουφιάνοι,
τα κλεφτρόνια προσκυνάνε
και μαζί μ’ αυτούς τ’ αρπάνε.
Όλοι, τώρα, ενωμένοι,
την εκλέβαν την καημένη,
κάθε μέρα αιμορραγούσε
κι απ’ τα πάθη της βογγούσε.
Κι έτσι, την εκάναν στάχτη,
όλοι που την είχαν άχτι,
μα απ’ τη στάχτη της γεννούσε,
αντριωμένους ευλογούσε.
Ήταν, κάποτε, μια χώρα,
καλή ώρα, σαν και τώρα,
που έχει πάντοτε λιακάδα,
γιατί λέγεται.........-
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου