Πέμπτη, Δεκεμβρίου 22, 2016

 

Σελίδες της Τετάρτης

Βιβλία στο προσκέφαλο

Πολυαγαπημένα, πολυδιαβασμένα, βιβλία που μας διαμόρφωσαν ή μας στήριξαν σε δύσκολες στιγμές. Πρόσωπα της γραφής ξεφυλλίζουν την «αυτοβιογραφική» βιβλιογραφία τους.
Πρόσωπο της γραφής, της μετάφρασης, του ραδιοφώνου, της αστικής περιπλάνησης και της συναναστροφής, ο σημερινός φιλοξενούμενος διακρίνει πυκνές αναγνωστικές μέρες από την πρώτη του νιότη έως σήμερα. Ο Γ.-Ι. Μπαμπασάκης μας ξεναγεί στη βιβλιοθήκη του, στις εμμονές του, στις φιλίες του -την ανθρωπο­γεωγραφία μιας εποχής, την αυτοβιογράφηση ενός βλέμματος.
Επιμέλεια: Μισέλ Φάις

Αταίριαστες αναγνώσεις και αείζωες προσηλώσεις


Γιώργος-Ικαρος Μπαμπασάκης ΜΑΡΙΛΗ ΖΑΡΚΟΥ

Κάπου στη μετάβαση από την προεφηβική στην εφηβική ηλικία δεσπόζει ο Καζαντζάκης και ο Αλέξης Ζορμπάς. Λίγο μετά τον Ελαφοκυνηγό και τον Τελευταίο των Μοϊκανών, σχεδόν ταυτόχρονα με τη Μάνα της Περλ Μπακ και τον Πυρετό του Σκακιού του Στέφαν Τσβάιχ, λίγο πριν από το Εγκλημα και Τιμωρία και το Πόλεμος και Ειρήνη του Τολστόι.
Ολα αλιευμένα από τη βιβλιοθήκη του πατέρα μου, και με δική του προτροπή. Στα δεκαπέντε, άρχισαν οι προσωπικές ιχνηλασίες: ο Ξένος του Καμί και ο Θάνατος στη Βενετία του Τόμας Μαν (αμφότερα σε Βίπερ, παρακαλώ), αγορασμένα κατά λάθος, πιστεύοντας ότι πρόκειται για «αστυνομικά».
Παράλληλα, η συνταρακτική για μένα πρώτη γνωριμία με την ποίηση του Αλεν Γκίνσμπεργκ μέσα από μια σειρά (μόλις τρία τομίδια εκδόθηκαν: Γκίνσμπεργκ, Σίλβια Πλαθ, και Αντρέι Βοζνισιένσκι) των εκδόσεων Μπουκουμάνης. Φουντώνει η καταβροχθιστική μανία του περιοδικού Τραμ, και εξοικειώνομαι με την ποίηση της Γενιάς του Εβδομήντα. Διαβάζω Εμπειρίκο από τις εκδόσεις Πλειάς.
Το 1977, τελειώνοντας το Λύκειο, διαβάζω συστηματικά όλα, κυριολεκτικώς, τα έως τότε βιβλία του Βασίλη Βασιλικού. Αμέσως μετά, έρχεται η σειρά του Δημήτρη Νόλλα, και μαζί ο τόμος του περιοδικού Πάλι. Η γνωριμία μου με τον Λεωνίδα Χρηστάκη οδηγεί σε άλλα διαβάσματα, από Βίλχελμ Ράιχ και Ντανιέλ Κον Μπεντίτ (το Μεγάλο Παζάρι), έως Πέτερ Χάντκε και Κορνήλιο Καστοριάδη. Επίσης, ο Λεωνίδας μού συστήνει τον Νάνο Βαλαωρίτη και τον Θωμά Γκόρπα, στους οποίους οφείλω πολλά.
Ο Νάνος με φέρνει σε επαφή με τη Μαντώ Αραβαντινού και μέσω αυτής φτάνω στον Τζέιμς Τζόις. Μια γόνιμη θητεία. Και κάπου εκεί αρχίζει η πρώτη, σπασμωδική αρχικά και ολοένα και πιο μεθοδική έως σήμερα (!) ανάγνωση και μελέτη όσων έγραψε ο Γκι Ντεμπόρ.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1980, γνωρίζω τον Νίκο Καρούζο και συνδεόμαστε φιλικά έως τον θάνατό του, το 1990. Εκείνη τη δεκαετία με συντροφεύουν κυρίως το Κάτω από το Ηφαίστειο του Λόουρι, η Λολίτα του Ναμπόκοβ, το Μαγικό Βουνό του Μαν, οι Στρατιές της Νύχτας του Νόρμαν Μέιλερ, ο Μολλόυ του Μπέκετ, οι Αδελφοί Καραμαζόφ του Ντοστογιέφσκι, οι Τροπικοί του Μίλερ, όλος ο Μπουκόβσκι, και τα βιβλία που εκδίδουν οι φίλοι μου Ευγένιος Αρανίτσης, Κωστής Παπαγιώργης, Γιώργος Κακουλίδης και Γιάννης Τζώρτζης. Διαβάζω τα τεύχη του περιοδικού Δέντρο. Αρχίζουν τα πρώτα συστηματικά διαβάσματα των έργων του Εγέλου.
Ο,τι έχει εκδοθεί σχετικά με τον Μάη του ’68 και των προπομπών του, το συλλέγω μεθοδικά και το μελετάω. Τα περισσότερα διαβάσματα τότε, όπως και σήμερα, έχουν να κάνουν με συνάξεις, κρασοκατανύξεις, συγκρούσεις, αντιπαραθέσεις -πάντα με καλούς φίλους.
Στη διάρκεια της στρατιωτικής μου θητείας διάβασα όλον τον Σέξπιρ, κάθε μέρα και ένα έργο, όλα στις μεταφράσεις του Ρώτα (αργότερα διαβάζω τις μεταφράσεις του Καρθαίου, του Μπελιέ, του Καψάλη). Επίσης επιδίδομαι σε φαινομενικά αταίριαστες διπλές αναγνώσεις: Κέρουακ και Παπαδιαμάντης, φέρ᾽ ειπείν.
Εν συνεχεία διαβάζω τα βιβλία των εκλεκτών ποιητών, δοκιμιογράφων και στοχαστών Στέφανου Ροζάνη, Μάριου Μαρκίδη και Γεράσιμου Λυκιαρδόπουλου, σχεδόν όλα τα μικρά εκλεκτά βιβλία των εκδόσεων Ερασμος και τα τεύχη των Σημειώσεων και του Λεβιάθαν. Επίσης τα σημαντικά έργα του Παναγιώτη Κονδύλη. Τέλος, ένα τυχαίο περιστατικό φέρνει στα χέρια μου το Μπετόν του Τόμας Μπέρνχαρντ. Εκτοτε διαβάζω μανιωδώς ό,τι έχει γράψει αυτός ο αδιανόητος συγγραφέας.
Από το 1990 αρχίζει η παθιασμένη ανάγνωση των μυθιστορημάτων του Ντον ΝτεΛίλο και του Τόμας Πίντσον, η οποία συνεχίζεται ακόμη, ακόπαστη. Εξακολουθώ να μελετάω τον Εγελο. Για ξεκούραση, διαβάζω αστυνομικά, κυρίως των εκδόσεων Αγρα. Ετσι πέφτω στον Τζέιμς Ελροϊ. Επιμένω να διαβάζω βιβλία που εκδίδουν φίλοι: ο Χρήστος Βακαλόπουλος, η Μαρία Μήτσορα, ο Τάσος Γουδέλης, ο Ηλίας Λάγιος.
Τη δεκαετία του 2000, το ολοένα και πιο έντονο ενδιαφέρον μου για τα πρωτοποριακά κινήματα του 20ού αιώνα με οδηγεί στο διάβασμα πολλών σχετικών πονημάτων και βιογραφιών. Ξαναπιάνω τον Ντοστογιέφσκι, δεν παύω να διαβάζω Κέρουακ και Γκίνσμπεργκ, μου κρατάει συντροφιά ο Μπόρχες (στις μεταφράσεις του Δημήτρη Καλοκύρη και του Αχιλλέα Κυριακίδη), με ταράζει κάθε τόσο ο Μπέρνχαρντ, συνεχίζω τα αστυνομικά, παλεύω ακόμη, γόνιμα και δημιουργικά, με τον Εγελο.
Η δεκαετία του 2010, καθώς κυλάει και αλλάζει ιλιγγιωδώς το κοινωνικό και πολιτικό τοπίο, με ωθεί τόσο στην ανάγνωση των γνώριμων βιβλίων (ούτως ώστε να μη χαθούν οι σταθερές και οι βεβαιότητες) όσο και στην ανάγνωση πολλών νέων συγγραφέων (προκειμένου να ψυχανεμιστώ πού πάει το πράγμα και τι απασχολεί τους ταλαντούχους που άλλοτε επελαύνουν και άλλοτε προχωρούν επιφυλακτικά και προσεκτικά). Ανάμεσα στους νέους οι: Λευτέρης Καλοσπύρος, Παναγιώτης Κεχαγιάς, Βασίλειος Δρόλιας.
Διαβάζω την τριάδα των λεπταίσθητων (Αχιλλέας Κυριακίδης, Γιάννης Ευσταθιάδης, Κώστας Μαυρουδής). Αρχίζω τα συστηματικά διαβάσματα Αμερικανών μυθιστοριογράφων που ανοίγουν δρόμους (ο καθένας με τον τρόπο του), όπως ο τόσο τολμηρός Ντέιβιντ Μάρκσον [David Markson], o Γουίλιαμ Χ. Γκας [William H. Gass], και ο Ντέιβιντ Φόστερ Γουάλας [David Foster Wallace], αλλά και ο Τζόναθαν Φράνζεν [Jonathan Franzen], η Ρέιτσελ Κούσνερ [Rachel Kusnher], και ο Τζορτζ Σόντερς [George Saunders], τους οποίους και μεταφράζω. Οι δύο συγγραφείς που με έχουν ενθουσιάσει τον τελευταίο καιρό είναι ο Αντονι Μάρα και ο Λάσλο Κρασναχόρκαϊ.
Τελευταίο βιβλίο του Γ.-Ι. Μπαμπασάκη είναι το «Guy Debord. Ποίηση και επανάσταση» (Κριτική, 2016).

Δεν υπάρχουν σχόλια: