Το Σύνταγμα του Τσίπρα και η ΝΔ
Η ανακοίνωση από το πρωθυπουργό των προτάσεων για την
συνταγματική αναθεώρηση έθεσαν εκ των πραγμάτων νέα πολιτική αντζέντα
ενόψει των επερχόμενων εκλογών- που δεν θα αργήσουν και πάρα πολύ.
Η αντζέντα αυτή δεν είναι ένας απλός πολιτικός αντιπερισπασμός, όπως αφελώς ισχυρίζονται εκ του προχείρου αρκετοί δημοσιογράφοι και πολιτικοί. Ο Τσίπρας και το επιτελείο του- κυρίως αυτοί που ασχολούνται με τη διακίνηση των ιδεών στο χώρο της πολιτικής φιλοσοφίας και του δικαίου- φαίνεται πως έχουν επεξεργαστεί έναν άξονα πολιτικής στρατηγικής ο οποίος χρησιμοποιεί όρους της νέας πολιτικής φιλοσοφίας που κυριαρχεί σήμερα διεθνώς και έχει τις ρίζες του στα έργα τόσο του δημοκρατικού φιλελεύθερου αμερικανού Τζων Ρωλς, όσο και του σκωτσέζου κοινοτιστή Αλασντάίρ Μακ Ιντάϊρ.
Οι δύο αυτοί στοχαστές, ήδη από τη δεκαετία του 70, παρουσίασαν ένα εντυπωσιακό έργο,που συνιστούσε μια σοβαρή διορθωτική παρέμβαση πάνω στο νέο-θετικιστικό μοντέλο του δυτικού κράτους, το οποίο έδινε τα πρωτεία στην κρατική κυριαρχία και υποβάθμιζε τόσο το άτομο και τις εθνικές παραδόσεις, όσο και το ζήτημα της δικαιοσύνης. Οι κρατικοί θεσμού νοούνταν αχρονικά, οι νόμου του κράτους δεν έμπαιναν σε συζήτηση αλλά εφαρμόζονταν ασυζητητί. Το νομικό οικοδόμημα- καντιανό στη σύλληψή του- ήταν εντελώς απροσπέλαστο στη σχετικότητα που πηγάζει από την ιστορία, την παράδοση και τις κοινωνικές ανάγκες. Και ο πολίτης εθεωρείτο ως απλός μεταφορές της κρατικής βούλησης.
Ωστόσο, μετά τη δημοσίευση του έργου του Ρωλς Θεωρία της Δικαιοσύνης και του Μακ Ιντάϊρ Μετά την Αρετή, τα πράγματα άλλαξαν. Μελετώντας συστηματικά την αριστοτελική πολιτική σκέψη οι δύο αυτοί στοχαστές έθεσαν άλλες προτεραιότητες στο χώρο της φιλοσοφίας του δικαίου και επομένως στο χώρο της πολιτικής. Ένας νόμος δεν αρκεί να ψηφιστεί από τη Βουλή για να είναι νόμος, πρέπει να είναι και δίκαιος νόμος, δηλαδή να έχει πολιτική νομιμοποίηση από το λαό, ειδάλλως τίθεται ζήτημα πολιτικής ανυπακοής. Ένα Σύνταγμα δεν αρκεί να ψηφίζεται από τη Βουλή, αλλά θα πρέπει να εκφράζει μια κοινωνική συμφωνία, ένα κοινωνικό συμβόλαιο που πρέπει να έχει συναφθεί μεταξύ του λαού και των αντιπροσώπων του, ώστε να υπάρχει συνέχεια της εθνικής και νομικής παράδοσης και να αναγνωρίζει ο καθένας τον εαυτό του μέσα σ’ αυτό.
Στο πλαίσιο αυτό του νέο-αριστοτελισμού, εισήχθησαν και νέοι πολιτικοί όροι, όπως η έννοια του κοινού αγαθού, του δίκαιου κράτους και της συμμετοχής. Δεν αρκεί να είσαι άριστος για να πάρεις μία θέση, αλλά θα πρέπει να είσαι ικανός να υπηρετήσεις ένα κοινό σκοπό που έχει τεθεί, που υπηρετεί ένα κοινό αγαθό. Η έννοια του κοινού αγαθού λοιπόν – την οποία χρησιμοποίησε εμφατικά ο Τσίπρας – είναι έννοια κλειδί της σύγχρονης πολιτικής φιλοσοφίας, έννοια που διορθώνει ή και ανατρέπει την κυριαρχία της αποτελεσματικότητας που προέρχεται από το χώρο της οικονομίας. Η αποτελεσματικότητα, ο ωφελιμισμός- τα θεμέλια αυτά του σύγχρονου φιλελευθερισμού- πρέπει πλέον να καθοδηγούνται από το κοινό αγαθό, από την προσπάθεια συμμετοχής του λαού στις αποφάσεις και από το αίτημα της δικαιοσύνης στη διανομή του πλούτου.
Όλα αυτά φαίνεται πως τα γνωρίζουν στο επιτελείο του πρωθυπουργού και αποφάσισαν να τα χρησιμοποιήσουν στην πολιτική αρένα. Είναι μια καλή σκέψη. Και θέτει την κεντροδεξιά- κυρίως τη ΝΔ που θα είναι το πρώτο κόμμα στις επόμενες εκλογές-προ σοβαρότατων ζητημάτων πολιτικής στρατηγικής. Στη ΝΔ φαίνεται πως αρκούνται στην αντι-κρατικιστική ρητορική και δεν αντιλαμβάνονται πως η παγκόσμια τάση σήμερα δεν είναι ο ακραίος φιλελευθερισμός, αλλά η ενίσχυση του κράτους και της συμμετοχής του λαού στις αποφάσεις του. Σε όλο τον κόσμο η κεντροδεξιά ενισχύει αυτήν την προβληματική- η οποία συνυπολογίζει το ζήτημα της δικαιοσύνης και δεν αφήνει τα πολιτικά ηνία στους τραπεζίτες. Πρόκειται για σοβαρή πολιτική εξέλιξη, η οποία έχει ήδη απαξιώσει την κεντροαριστερά, που συνεχίζει να αναμασά τις ιδέες του Τόνυ Μπλέρ και του Ζοσπέν, δηλαδή τις ιδέες του εκσυγχρονισμού Εξ αυτού του λόγου κυριαρχούν στο πολιτικό μας λεξιλόγιο όροι όπως λαϊκισμός, εμπιστοσύνη των αγορών και κρατισμός, όροι ξεπερασμένοι πλέον από την ίδια την πραγματικότητα.
Η ΝΔ, έχοντας απέναντί της έναν Σύριζα που θέτει ο ίδιος ζητήματα που έπρεπε να έχει θέσει η ίδια- εάν δεν στοχεύει σε μια απλή εκλογική πρωτιά, αλλά σε μια διακυβέρνηση με κάποια προοπτική- τα ζητήματα ενός δίκαιου κράτους που εξυπηρετεί το κοινό αγαθό και εκφράζει τις πολιτικές και πολιτιστικές παραδόσεις του έθνους.
Ο Τσίπρας λοιπόν έθεσε μια ατζέντα που δεν είναι απλός πολιτικός αντιπερισπασμός, αλλά ένα καλά μελετημένο πολιτικό όπλο, που έχει στρατηγικό βάθος, στοχεύοντας προφανώς στην σχετικώς μακρά πολιτική διάρκεια και όχι μόνον στις επόμενες εκλογές.
Ο Τσίπρας στοχεύει να υπερφαλαγγίσει οριστικά την κατακερματισμένη ελληνική κεντροαριστερά και να είναι ο έτερος σταθερός πόλος απέναντι στην κεντροδεξιά.
Η αντζέντα αυτή δεν είναι ένας απλός πολιτικός αντιπερισπασμός, όπως αφελώς ισχυρίζονται εκ του προχείρου αρκετοί δημοσιογράφοι και πολιτικοί. Ο Τσίπρας και το επιτελείο του- κυρίως αυτοί που ασχολούνται με τη διακίνηση των ιδεών στο χώρο της πολιτικής φιλοσοφίας και του δικαίου- φαίνεται πως έχουν επεξεργαστεί έναν άξονα πολιτικής στρατηγικής ο οποίος χρησιμοποιεί όρους της νέας πολιτικής φιλοσοφίας που κυριαρχεί σήμερα διεθνώς και έχει τις ρίζες του στα έργα τόσο του δημοκρατικού φιλελεύθερου αμερικανού Τζων Ρωλς, όσο και του σκωτσέζου κοινοτιστή Αλασντάίρ Μακ Ιντάϊρ.
Οι δύο αυτοί στοχαστές, ήδη από τη δεκαετία του 70, παρουσίασαν ένα εντυπωσιακό έργο,που συνιστούσε μια σοβαρή διορθωτική παρέμβαση πάνω στο νέο-θετικιστικό μοντέλο του δυτικού κράτους, το οποίο έδινε τα πρωτεία στην κρατική κυριαρχία και υποβάθμιζε τόσο το άτομο και τις εθνικές παραδόσεις, όσο και το ζήτημα της δικαιοσύνης. Οι κρατικοί θεσμού νοούνταν αχρονικά, οι νόμου του κράτους δεν έμπαιναν σε συζήτηση αλλά εφαρμόζονταν ασυζητητί. Το νομικό οικοδόμημα- καντιανό στη σύλληψή του- ήταν εντελώς απροσπέλαστο στη σχετικότητα που πηγάζει από την ιστορία, την παράδοση και τις κοινωνικές ανάγκες. Και ο πολίτης εθεωρείτο ως απλός μεταφορές της κρατικής βούλησης.
Ωστόσο, μετά τη δημοσίευση του έργου του Ρωλς Θεωρία της Δικαιοσύνης και του Μακ Ιντάϊρ Μετά την Αρετή, τα πράγματα άλλαξαν. Μελετώντας συστηματικά την αριστοτελική πολιτική σκέψη οι δύο αυτοί στοχαστές έθεσαν άλλες προτεραιότητες στο χώρο της φιλοσοφίας του δικαίου και επομένως στο χώρο της πολιτικής. Ένας νόμος δεν αρκεί να ψηφιστεί από τη Βουλή για να είναι νόμος, πρέπει να είναι και δίκαιος νόμος, δηλαδή να έχει πολιτική νομιμοποίηση από το λαό, ειδάλλως τίθεται ζήτημα πολιτικής ανυπακοής. Ένα Σύνταγμα δεν αρκεί να ψηφίζεται από τη Βουλή, αλλά θα πρέπει να εκφράζει μια κοινωνική συμφωνία, ένα κοινωνικό συμβόλαιο που πρέπει να έχει συναφθεί μεταξύ του λαού και των αντιπροσώπων του, ώστε να υπάρχει συνέχεια της εθνικής και νομικής παράδοσης και να αναγνωρίζει ο καθένας τον εαυτό του μέσα σ’ αυτό.
Στο πλαίσιο αυτό του νέο-αριστοτελισμού, εισήχθησαν και νέοι πολιτικοί όροι, όπως η έννοια του κοινού αγαθού, του δίκαιου κράτους και της συμμετοχής. Δεν αρκεί να είσαι άριστος για να πάρεις μία θέση, αλλά θα πρέπει να είσαι ικανός να υπηρετήσεις ένα κοινό σκοπό που έχει τεθεί, που υπηρετεί ένα κοινό αγαθό. Η έννοια του κοινού αγαθού λοιπόν – την οποία χρησιμοποίησε εμφατικά ο Τσίπρας – είναι έννοια κλειδί της σύγχρονης πολιτικής φιλοσοφίας, έννοια που διορθώνει ή και ανατρέπει την κυριαρχία της αποτελεσματικότητας που προέρχεται από το χώρο της οικονομίας. Η αποτελεσματικότητα, ο ωφελιμισμός- τα θεμέλια αυτά του σύγχρονου φιλελευθερισμού- πρέπει πλέον να καθοδηγούνται από το κοινό αγαθό, από την προσπάθεια συμμετοχής του λαού στις αποφάσεις και από το αίτημα της δικαιοσύνης στη διανομή του πλούτου.
Όλα αυτά φαίνεται πως τα γνωρίζουν στο επιτελείο του πρωθυπουργού και αποφάσισαν να τα χρησιμοποιήσουν στην πολιτική αρένα. Είναι μια καλή σκέψη. Και θέτει την κεντροδεξιά- κυρίως τη ΝΔ που θα είναι το πρώτο κόμμα στις επόμενες εκλογές-προ σοβαρότατων ζητημάτων πολιτικής στρατηγικής. Στη ΝΔ φαίνεται πως αρκούνται στην αντι-κρατικιστική ρητορική και δεν αντιλαμβάνονται πως η παγκόσμια τάση σήμερα δεν είναι ο ακραίος φιλελευθερισμός, αλλά η ενίσχυση του κράτους και της συμμετοχής του λαού στις αποφάσεις του. Σε όλο τον κόσμο η κεντροδεξιά ενισχύει αυτήν την προβληματική- η οποία συνυπολογίζει το ζήτημα της δικαιοσύνης και δεν αφήνει τα πολιτικά ηνία στους τραπεζίτες. Πρόκειται για σοβαρή πολιτική εξέλιξη, η οποία έχει ήδη απαξιώσει την κεντροαριστερά, που συνεχίζει να αναμασά τις ιδέες του Τόνυ Μπλέρ και του Ζοσπέν, δηλαδή τις ιδέες του εκσυγχρονισμού Εξ αυτού του λόγου κυριαρχούν στο πολιτικό μας λεξιλόγιο όροι όπως λαϊκισμός, εμπιστοσύνη των αγορών και κρατισμός, όροι ξεπερασμένοι πλέον από την ίδια την πραγματικότητα.
Η ΝΔ, έχοντας απέναντί της έναν Σύριζα που θέτει ο ίδιος ζητήματα που έπρεπε να έχει θέσει η ίδια- εάν δεν στοχεύει σε μια απλή εκλογική πρωτιά, αλλά σε μια διακυβέρνηση με κάποια προοπτική- τα ζητήματα ενός δίκαιου κράτους που εξυπηρετεί το κοινό αγαθό και εκφράζει τις πολιτικές και πολιτιστικές παραδόσεις του έθνους.
Ο Τσίπρας λοιπόν έθεσε μια ατζέντα που δεν είναι απλός πολιτικός αντιπερισπασμός, αλλά ένα καλά μελετημένο πολιτικό όπλο, που έχει στρατηγικό βάθος, στοχεύοντας προφανώς στην σχετικώς μακρά πολιτική διάρκεια και όχι μόνον στις επόμενες εκλογές.
Ο Τσίπρας στοχεύει να υπερφαλαγγίσει οριστικά την κατακερματισμένη ελληνική κεντροαριστερά και να είναι ο έτερος σταθερός πόλος απέναντι στην κεντροδεξιά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου