************************************
Ο αγριορωμιός, ως γνωστόν, δεν περιμένει την Ανάσταση για να αναστήσει. Η ψυχή του έχει βαρέσει κόκκινο από τον Επιτάφιο, τι λέω, και πριν ακόμη, από την Εθνική όπου η άμεση δημοκρατία ζει μεγάλες στιγμές. Και εννοείται πως η ιδιοπροσωπία δεν θα ήταν ιδιοπροσωπία χωρίς χοληστερίνη – όσο μπορείς πιο άφθονη χοληστερίνη και φωνές. Φωνές και τραγούδια. Κανείς δεν κατάφερε μέχρι στιγμής να κάμψει το θορυβώδες φρόνημα του ελληνισμού, κανείς δεν κατάφερε μέχρι στιγμής να μας αφαιρέσει το δικαίωμα να παράγουμε θόρυβο. Ολα αυτά, θα μου πείτε, σας ακούγονται λίγο ξεπερασμένα Σαν κατάλοιπα της εποχής εκείνης που είχαμε μετατρέψει την Ελλάδα σε σκυλάδικο, γλεντοκοπούσαμε από το πρωί ώς το βράδυ, και το Πάσχα δεν ήταν παρά η προέκταση του σκυλάδικου στο χωριό, και η διασκέδαση με τον παππού και τη γιαγιά. Για να χαρούν και αυτοί, να μοιραζόμαστε όλοι μαζί τις παραδόσεις και να μην ξεχνιόμαστε πως είμαστε Ελληνες, ελληναράδε.ς, οι μάγκες της ιστορίας. Απορούσα πάντα, ειδικά αυτές τις ημέρες, πού την κρύβουμε τόση προπέτεια. Και πώς είναι δυνατόν να είμαστε τόσο υποκριτές, και να περιφρονούμε τόσο πολύ τους εαυτούς μας, ώστε όλοι αυτοί που κόπτονται για τις νηστείες, τους ελληνισμούς και τα παρελκόμενα, να μην έχουν την υπομονή να δώσουν έστω και δέκα λεπτά από την προσοχή τους για να ακούσουν τα εγκώμια, και να ψάλουν ενδεχομένως.
* Δεν είμαι θρησκευόμενος, αμαρτία ομολογημένη, όμως σέβομαι και τους θρησκευόμενους και το θρησκευτικό αίσθημα του καθενός, όπως σέβομαι και το εκκλησιαστικό τελετουργικό. Και γοητεύομαι κιόλας. Και δεν βλέπω πόσα κέρδισε ο κόσμος και η ζωή μας από τότε που βαλθήκαμε με νύχια και με δόντια να την ξεγυμνώσουμε από τα τελετουργικά της. Η μικρή ιστορία της γενιάς μου είναι χαρακτηριστική. Προτιμήσαμε το ροκ από τις ψαλμωδίες του Πάσχα, λες και το πρόβλημα ήταν να διαλέξουμε, και όταν καταλάβαμε πόσο μας έλειπαν οι ψαλμωδίες του Πάσχα, μαζί με τα αρώματα και τη γοητεία του τοπίου, γυρίσαμε να τις ξαναβρούμε, αρχίσαμε να μιλάμε για την αισθητική τους δύναμη και ανακαλύψαμε ότι οι περισσότεροι γύρω μας τις είχαν εγκαταλείψει. Τις έλεγαν μηχανικά, από υποχρέωση, ειδικά στα χωριά και τα νησιά. Εκεί όπου το εκκλησιαστικό τυπικό των ημερών είναι κυρίαρχο, η ευλάβεια όμως λείπει. Θα έλεγα είναι αντιστρόφως ανάλογο: όσο περισσότερο το τυπικό, τόσο λιγότερη η ευλάβεια. Για καλό και για κακό είμαστε ανευλαβής κοινωνία. Ορφανές συνειδήσεις που αρπαζόμαστε με πείσμα στα πατροπαράδοτα επειδή κατά βάθος δυσκολευόμαστε να τα σεβαστούμε, γιατί δυσκολευόμαστε να καταλάβουμε σε τι μπορούν πια να μας βοηθήσουν. Βαρεθήκαμε να είμαστε Ελληνες; Ακόμη και αν δεν το ομολογούμε, αν αναλογισθεί κανείς τον τρόπο με τον οποίο μεταχειριζόμαστε τη γλώσσα που μιλάμε, τότε τα συμπεράσματα δεν δυσκολεύονται να βγουν και να σταθούν μπροστά στα μάτια σου.
* Και αν βαρεθήκαμε να είμαστε Ελληνες, και να μιλάμε ελληνικά και να σουβλίζουμε αμνοερίφια το Πάσχα, και να βαράμε βαρελότα στην Ανάσταση, τότε τι θέλουμε να γίνουμε; Σαν να κρεμόμαστε σε ένα κενό της Ιστορίας όπου ό,τι μας κρατούσε έως προχθές έχει ξεθωριάσει μέσα μας και δεν μπορούμε να αποφασίσουμε τι ρούχα θα φορέσουμε. Ποια γλώσσα θα μιλήσουμε, σε ποιο τοπίο θα ζήσουμε, ποιος είναι ο εαυτός μας, πού θα αγαπήσουμε για να μπορέσουμε να συνεχίσουμε.
Τάκης Θεοδωρόπουλος , "Βαρεθήκμε να είμαστε Έλληνες;" [Απόσπασμα], Η Καιημερινή, 19-20/4/14
Διαβάστε ολόκληρο το κείμενο =>
Βαρεθήκαμε να είμαστε Ελληνες;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου