Παντού και πάντα με άξονα την πολεμική
Ο Νικόλας Κάλας επιστρέφει στο προσκήνιο
για να ξαναδιαβαστεί, χάρη στο βιβλίο της Lena Hoff που μελέτησε το
ανέκδοτο αρχείο του στο Δανικό Ινστιτούτο της Αθήνας
Θεόδωρος Γρηγοριάδης
Ανατρεπτικός, πρωτοποριακός, προφητικός, πολιτικός ακτιβιστής, με
διαφορετικές ταυτότητες και ονόματα, ο Νικόλας Κάλας, ένας Έλληνας
εμιγκρέ, άφησε πίσω του ένα αρχείο που βρίσκεται πια σε ελληνικό έδαφος
και από το οποίο προέκυψε η εξαιρετική μελέτη της Lena Hoff Ο Νικόλας Κάλας και η πρόκληση του υπερρεαλισμού (Lena Hoff, Nicolas Calas and the Challenge of Surrealism, Museum Tusculanum Press, 2014).Η επιρροή του Τρότσκι
Τον Μάρτιο του 2014 βρέθηκα στη Δανία, καλεσμένος συγγραφέας του Υπουργείου Πολιτισμού της Δανίας και ανάμεσα στις πολιτιστικές επαφές και εκδηλώσεις επισκεφτήκαμε το Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης Louisiana, έξω από την Κοπεγχάγη, ένα διεθνές γνωστό μουσείο τόσο για τις μόνιμες συλλογές μοντέρνας τέχνης όσο και για τις περιοδικές εκθέσεις. Την επομένη, σε μια άλλη εκδήλωση στο Πανεπιστήμιο της Κοπεγχάγης, παρευρισκόταν ο Jordy Findanis, κατά το ήμισυ ελληνικής καταγωγής και εκδότης του Museum Tusculanum Press, ενός ανεξάρτητου εκδοτικού οίκου που εδρεύει στο Πανεπιστήμιο της Κοπεγχάγης και ειδικεύεται σε εκδόσεις ανθρωπιστικών και κοινωνικών σπουδών, ο οποίος μου χάρισε ένα βιβλίο που μόλις είχε εκδοθεί. Αφορούσε τη ζωή και το έργο του Νικόλα Κάλας μα κυρίως τη σχέση του με το κίνημα του υπερρεαλισμού. Γράφτηκε στα αγγλικά από τη Lena Hoff, που σπούδασε ελληνικά στο Πανεπιστήμιο της Κοπεγχάγης και έζησε για αρκετά χρόνια στην Αθήνα. Εκεί, στο Δανικό Ινστιτούτο, έμαθε ότι υπήρχε το αρχείο του Νικόλα Κάλας το οποίο εκείνος είχε δώσει αρχικά στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης Louisiana.
H γνωριμία του πρώην διευθυντή του Μουσείου Louisiana, ένα από τα σημαντικότερα μουσεία του κόσμου μοντέρνας τέχνης, Steingrim Laursen το 1972 στη Νέα Υόρκη με τον Νικόλα Κάλας ήταν καθοριστική. Ο Κάλας δεν υπήρξε μόνο ένας διορατικός κριτικός της μοντέρνας τέχνης αλλά και συλλέκτης. Η φιλία τους είχε ως αποτέλεσμα να καταλήξει η συλλογή και το αρχείο του Κάλας και της συζύγου του στη Δανία μέσω Νέας Υόρκης όπου και παρέμεινε για μια δεκαετία για να το μεταβιβάσει στο Δανικό Ινστιτούτο της Αθήνας το 1999. Η Lena Hoff μελετώντας τους υπερρεαλιστές επικεντρώθηκε στον Νικόλα Κάλας και της δόθηκε η δυνατότητα να καταλογογραφήσει το αρχείο του και να έχει άμεση πρόσβαση σε γνωστό αλλά και σε ανέκδοτο υλικό. Μια πρώτη έκδοση που προέκυψε ήταν το Νικόλας Κάλας-Μιχάλης Ράπτης. Μια πολιτική αλληλογραφία. Στη συνέχεια έκανε το διδακτορικό της στο Πανεπιστήμιο του Μπέρμιγχαμ και, δουλεύοντας εκ νέου το υλικό της, το επεξέτεινε και το συμπλήρωσε ώστε να αποκτήσει τη μορφή της έκδοσης αυτής με τον τίτλο Nicolas Calas and the Challenge of Surrealism.
Το βιβλίο είναι διαρθρωμένο σε έξι κεφάλαια με υποενότητες μέσα από τα οποία παρακολουθούμε τη διαμόρφωση της πολιτικής και καλλιτεχνικής σκέψης του Νικόλα Κάλας από τα πρώτα χρόνια του στην Ελλάδα μέχρι την εγκατάστασή του στην Αμερική. Έγραψε στα ελληνικά, τα γαλλικά και τα αγγλικά, είχε την τύχη να συμπέσει με τα μεγαλύτερα καλλιτεχνικά και πολιτικά κινήματα στο εξωτερικό και να τα αντιτεθεί τόσο εκεί όσο και στην ελληνική τους –αν και μικρότερη– εκδοχή.
Γόνος αστικής και πλούσιας οικογένειας, με πατέρα Χιώτη δικηγόρο, αντιβενιζελικό πολιτευτή και ιδιοκτήτη ναυτιλιακών επιχειρήσεων στη Ρουμανία, γεννημένος στην Ελβετία το 1907 αλλά μεγαλωμένος στην Αθήνα, ήρθε νωρίς σε επαφή με τις μεγαλύτερες κοινωνικοπολιτικές αλλαγές στην Ελλάδα. Η άφιξη και η εγκατάσταση των προσφύγων του 1922 τον συγκλόνισαν, η αδιαφορία και η αδιαλλαξία του πατέρα του ως προς τους «ξένους» τον επηρέασαν πολύ ώστε να διαφοροποιηθεί επαρκώς από τις ιδέες και τον χώρο του. Εντάχθηκε στην Αριστερά, έλαβε μέρος σε διαδηλώσεις ήδη από τα φοιτητικά του χρόνια στη Νομική και ήρθε αντιμέτωπος με το κατεστημένο της σχολής, επειδή τόλμησε να γράφει στη δημοτική από το 1923.
Από το 1930, αν και προσπάθησε να εργαστεί ως δικηγόρος, δημοσίευε τακτικά κείμενα και άρθρα σε επιφανή περιοδικά της εποχής. Το 1929 άσκησε έντονη κριτική στον νεοσυμβολισμό του Καρυωτάκη γιατί πίστευε ότι η νεότερη γενιά δεν έπρεπε να υποκύψει στην απελπισία και την έλλειψη προοπτικής. Πολύ σύντομα ξεκίνησε η συνομιλία και η φιλία του με τον Γιώργο Θεοτοκά, αποδεχόμενος με ενθουσιασμό το Ελεύθερο πνεύμα του. Όμως οι αντιθέσεις τους δεν άργησαν να φανούν όσον αφορούσε τον πολιτικό τους προσανατολισμό. Η θέση του Κάλας για την προλεταριακή τέχνη ήταν εμφανής: έπρεπε να υπάρχει ένα κοινωνικό υπόβαθρο που να απηχεί την εποχή και τον προβληματισμό της. Η επιρροή του Τρότσκι ήταν καθοριστική στη διαμόρφωση των θέσεών του.
Στραμμένος προς μια περισσότερο διεθνιστική υιοθέτηση της τέχνης και της πολιτικής άρχισε να διαμορφώνει το –ρευστό για καιρό– ιδεολογικό του πορτρέτο: διανοούμενος, με αστικό υπόβαθρο, φροϋδομαρξιστής με αιρετικές για την τέχνη απόψεις που απέρριπταν τον σοσιαλιστικό ρεαλισμό ενώ εναγκαλίζονταν τον σουρεαλισμό και τον φουτουρισμό, αφήνοντάς τον έκθετο απέναντι στην επίσημη γραμμή του Κομμουνιστικού Κόμματος. Αν και δεν ήταν μέλος του Κόμματος, είδε τον εαυτό του σε μια παράλληλη πορεία με τον Τρότσκι και η έξοδός του από τη χώρα, στο Παρίσι, του έδωσε μεγαλύτερα πεδία έκφρασης και εμπλοκής με ανθρώπους που προσέγγιζε ιδεολογικά και καλλιτεχνικά: πρωτίστως βέβαια το υπερρεαλιστικό κίνημα.
Μια πρωτοποριακή έκφραση
Ακολουθώ κατά βήμα τη μελέτη της Lena Hoff και τις επιμέρους ενότητες που φωτίζουν διεξοδικά πτυχές της περιόδου όπως η σχέση του φροϋδομαρξισμού και της τέχνης. Ο Κάλας πράγματι εμποτίζεται από τις ιδέες μιας νέας Αριστεράς που θα του επέτρεπαν να πειραματιστεί με μια νέα ποιητική γλώσσα και οι φροϋδομαρξιστικές έννοιες θα αναμειγνύονταν με την πρωτοπορία του υπερρεαλισμού και του φουτουρισμού.
Οι μεταμορφώσεις του, τόσο καλλιτεχνικά όσο και προσωπικά, τον ώθησαν να υιοθετήσει διαφορετικά προσωπεία και ψευδώνυμα. Η αναζήτηση της ταυτότητας ξεπερνούσε το προσωπικό του επίπεδο και συνέπιπτε με εκείνο της ελληνικότητας που αποτέλεσε και το πεδίο διαμόρφωσής της στην Ελλάδα, της γενιάς που είχε γνωρίσει, μόνο που αυτός πια παρενέβαινε από το εξωτερικό και με περισσότερα διευρυμένα εργαλεία σκέψης.
Σίγουρα τα πρώτα του ποιήματα προκάλεσαν την κατεστημένη λογοτεχνική τάξη. Ο Ανδρέας Καραντώνης τον αποκαθήλωνε με απαξιωτικούς όρους «υπερμοντέρνος θορυβοποιός με αντιαισθητική ιδιοσυγκρασία», ενώ κατανοήθηκε καλύτερα από τους μοντερνιστές της Θεσσαλονίκης, όπως ο Γιώργος Δέλιος (άλλωστε ήταν και οι πρώτοι που υποδέχτηκαν τον Τζόυς επί ελληνικού εδάφους). Μην έχοντας αθηνοκεντρική λογοτεχνική υποστήριξη, η ποίηση του Κάλας δεν ευδοκίμησε στο πλαίσιο της, οριοθετημένης από τη γενιά του τριάντα, «ελληνικότητας». Ο Κάλας χρησιμοποιούσε άλλο λεξιλόγιο, τα τοπία του ήταν ανοίκεια και τα ονόματά του αφελληνισμένα. Η κριτική που ασκούσε στην ελληνικότητα και την Ελλάδα απομακρυνόταν από την ελλαδικότητα του σεφερικού και του ελυτικού τοπίου. Διαισθάνθηκε έγκαιρα την τουριστικοποίηση των ελληνικών συμβόλων όπως η Ακρόπολη και της αρχαίας κληρονομιάς και τον απελπισμένο αγώνα να ενωθούν όλα σε μια διαχρονική αφήγηση, ερείπια και σκουπίδια του δικού του –τότε– παρόντος. Η δική του πρόταση δεν εφησύχαζε αλλά διέκοπτε τους κατεστημένους ειρμούς και προβλημάτιζε. Πρώτος, πριν από τον Ελύτη, αποθέωνε το Αιγαίο, όχι όμως σαν μια διαχρονική ψαλμωδία αλλά καταδείχνοντας τη γυμνότητα και τη μοναξιά του και ενίοτε τη βιαιότητά του. Για τον Κάλας, η τέχνη έπρεπε να επιστρέψει στην παγανιστική της μορφή και την πρωτόγνωρη σημασία της.
Απορρίπτοντας ωστόσο τον σοσιαλιστικό ρεαλισμό αλλά και την ιδεολογία της ελληνικότητας της γενιάς του τριάντα, απομονωνόταν και από το λογοτεχνικό κατεστημένο και την κυρίαρχη αριστερή ιδεολογία. Αρνιόταν να εμπλακεί στη διαμόρφωση του νέου ελληνικού μύθου αντιπροτείνοντας μια ποίηση πειραματική με πολιτικό ριζοσπαστισμό ταυτόχρονα. Η Lena Hoff, από την άποψη αυτή, διαφοροποιείται από κάποιες απόψεις περί γενικότερης μοντερνιστικής τάσης στον εικοστό αιώνα, δίνοντας έμφαση στον Κάλας ως τον πλέον πρωτοποριακό και μάλιστα ίσως τον πιο αυθεντικό πρωτοπόρο αφού θέλησε να εμποτίσει τον αριστερισμό του στη ζωή και την τέχνη με ταυτόχρονο πειραματισμό τόσο στο κοινωνικό γίγνεσθαι όσο και στο καλλιτεχνικό. Σε αυτή τη φάση ανιχνεύει συγγένειες και συνάφειες με το έργο του Μαγιακόφσκι του οποίου η αυτοκτονία δεν πτόησε ούτε τον Κάλας ούτε τους Γάλλους υπερρεαλιστές στο να βρουν μια ισορροπία ανάμεσα στην τέχνη και την πολιτική.
Το χάσμα του Κάλας με τους εκπροσώπους του εδώ υπερρεαλισμού σύντομα θα βάθαινε αφού εκείνος εισχωρούσε στη γαλλική επικράτεια, ενώ στην Ελλάδα οι αντίστοιχοι ποιητές αδυνατούσαν να σχηματίσουν μια συγκροτημένη ομάδα. Στην πραγματικότητα ο Κάλας (σύμφωνα με τη Hoff) δεν ήταν ένας Έλληνας υπερρεαλιστής αλλά ένας υπερρεαλιστής που τύχαινε να είναι Έλληνας. Γι’ αυτό και απέμεινε μοναδικός στον αγώνα του να δημιουργήσει έναν πυρήνα στην πρωτοποριακή έκφραση. Όμως η εγκατάστασή του στο Παρίσι είχε δημιουργήσει όλες εκείνες τις προϋποθέσεις που θα καταστάλαζαν στο έργο του Εστίες πυρκαγιάς.
Στο μεταξύ η δικτατορία του Μεταξά εμπόδισε τις μετακινήσεις του στην Ελλάδα και την ανανέωση του διαβατηρίου του. Τελικά, χάρη σε φιλικές παρεμβάσεις, κατόρθωσε να το ανανεώσει και να μείνει οριστικά στο Παρίσι, στον κύκλο του Μπρετόν, να ολοκληρώσει το θεωρητικό του έργο Εστίες πυρκαγιάς και να νομιμοποιήσει πια το όνομα Νικόλας Κάλας. Στο Παρίσι παρέμεινε πιστός στον κύκλο των τροτσκιστών υπερρεαλιστών, την περίοδο μάλιστα εκείνη έγινε φίλος με τον Μιχάλη Ράπτη, μια φιλία διαρκείας που έδωσε ώθηση στη διεθνή διαμαρτυρία κατά της ελληνικής χούντας. Από την περίοδο εκείνη όμως οι Εστίες πυρκαγιάς παραμένουν ακόμη άσβεστες. Πρόκειται για ένα οριακό έργο όπου φαίνεται η απέραντη γνώση του σε πολλά διαφορετικά πεδία όπως η ψυχανάλυση, η ποίηση, οι πολιτικές επιστήμες, η ανθρωπολογία και η κοινωνιολογία, όλα μαζί προορισμένα να εμπνεύσουν και να δημιουργήσουν μια νέα σκέψη, αναθεωρητική, προοδευτική και ανατρεπτική.
Η αντι-τέχνη ως διαμαρτυρία
Η καταβύθιση της Ευρώπης στη φρίκη του πολέμου και του φασισμού δυσχέραινε την παραμονή του Κάλας στο Παρίσι και, όπως ομολογούσε σε ένα γράμμα του προς τον Γιώργο Θεοτοκά, «κι όπου πας βρωμάει σαπίλα». Λίγο πριν ξεσπάσει ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος έφτασε στη Λισαβόνα και λίγους μήνες μετά έφυγε στην Αμερική ως ένας από τους πρώτους εμιγκρέ υπερρεαλιστές. Ευτυχώς εκεί τον περίμεναν άνθρωποι των γραμμάτων και με τον καιρό καθιερώθηκε κυρίως ως ένας σημαντικός κριτικός τέχνης. Η ραγδαία παρέμβαση του μακαρθισμού, στη δεκαετία του εβδομήντα, σήμανε το τέλος της ριζοσπαστικής πολιτικής έκφρασης, ενώ έβλεπε πολλούς πρώην αριστερούς και τροτσκιστές να μεταμορφώνονται σε αντικομμουνιστές.[.................]
Διαβάστε ολόκληρο το κείμενο εδώ:=> Παντού και πάντα με άξονα την πολεμική
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου