Γεώργιος Βιζυηνός
Πώς αλλάζουν οι καιροί
Ἐχθὲς ὁ ἥλιος μιὰ χαρὰ
μ' ὅλη τὴν οἰκουμένη
πὰ στ' ἅρμα του 'ζαχάρονε.
Καὶ μὲ τὰ ἥμερα νερά
ἡ θάλασσ' ἁπλωμένη,
τὴν λάμψη του 'καμάρονε.
Σήμερα ἡ ὄψη του γκαβή,
σὰν ἄπλυτο τηγάνι,
ζαρόνει μέσ' στ' ἀχοῦρί του.
Κ' ἡ θάλασσα, σὰν παλαβή,
τὰ ῥοῦχά της δαγκάνει
καὶ τοῦ τὰ φτεῖ στὴν μούρη.
Ἐχθὲς τὰ φύλλα σειούντανε,
μὰ δὲν θὰ 'πέφταν κάτου,
γιὰ ὅλης τῆς γῆς τὰ τάματα.
Κι' ὁ οὐρανὸς 'θαρριούντανε
στὰ γιορτερὰ σκουτιά του
κ' ἦταν 'περφάνειας, θάμματα.
Σήμερ' ἀγέρας 'σάρωσε
τὰ φύλλα στὸ λιβάδι,
τὰ 'πλάκωσε μὲ χώματα.
Καὶ στ' οὐρανοῦ ἐσκάρωσε
τὸ γαλανὸ καβάδι
χίλια λερὰ 'μβαλλώματα.
Ἐχθὲς ὁ Μῶκος, ὑπουργός,
χαραὶς καὶ χάραις μόνο
στοὺς φίλους ἐδιαμέριζε.
Καὶ σὰν ἐδιάβαινε γοργὸς
ἀπ' τὴν Βουλὴ στὸ Θρόνο,
ἡ Δόξα τὸν ἀγέριζε.
Σήμερα εἶναι συννεφιὰ
καὶ γρύνια καὶ μουρμούρα
κι' ἀναποδιά – βλαστήμα τα!
Καὶ τοῦ τινάζει τὴν προβιὰ
ἡ κάθε πατσαβούρα
μὲ χίλια δυὸ 'βρισήματα!
Ατθίδες αύραι, 1884
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου